Στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο προβλέπονται περιπτώσεις όπου η προστασία αυτή δεν είναι απόλυτη αλλά κάμπτεται σε περιπτώσεις προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Για να καθοριστεί πότε αυτή η προστασία κάμπτεται θα πρέπει ανά περίπτωση να εφαρμόζεται το τεστ της αρχής της αναλογικότητας και της τήρησης μιας δίκαιης ισορροπίας ανάμεσα στα δύο συγκρινόμενα και συγκρουόμενα δικαιώματα: της προστασίας της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων και της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και της δημόσιας ασφάλειας.
Στην κρίσιμη και πρωτόγνωρη κατάσταση που αντιμετωπίζει η ελληνική και διεθνής κοινότητα τίθεται το ερώτημα τι ακριβώς ισχύει με τους νοσούντες από τον ιό του COVID-19 και πώς προστατεύονται ή όχι τα προσωπικά δεδομένα τους και ειδικότερα τα δεδομένα που αφορούν στην υγεία τους. Καταρχήν να σημειωθεί ότι τα προσωπικά δεδομένα ιατρικής φύσης συνιστούν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Για τον λόγο αυτό οι όροι προστασία τους είναι πιο αυστηροί.
Εκτός της ευρύτερης προστασίας που απολαμβάνει το άτομο από το Σύνταγμα και από διατάξεις του Αστικού Κώδικα αναφορικά με την προσωπικότητα, την τιμή, την οικογένεια και την ιδιωτική ζωή του, ειδικότερη προστασία προσφέρει ο νόμος 4624/2019 που αφορά στην προστασία των προσωπικών δεδομένων και ο οποίος ενσωματώνει ευρωπαϊκή νομοθεσία (Κανονισμός και Οδηγία).
Ο νόμος αυτός αναφέρει ότι όταν είναι αναγκαίο να συμβιβαστεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων επιτρέπεται όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει παράσχει τη ρητή συγκατάθεσή του ή όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έχουν προδήλως δημοσιευτεί από το ίδιο το υποκείμενο. Επίσης αναφέρεται ότι το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα της πληροφόρησης υπερέχει του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων ιδίως για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος ή όταν αφορά προσωπικά δεδομένα δημοσίων προσώπων.
Στις 18 Μαρτίου 2020, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα αναγνωρίζοντας τις ιδιαίτερες συνθήκες που δημιουργούνται στον τομέα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών από την εξαιρετικά επείγουσα και απρόβλεπτη ανάγκη αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών λόγω της εμφάνισης του COVID-19 εξέδωσε Κατευθυντήριες Γραμμές. Σύμφωνα μ' αυτές προκύπτει συνοπτικά ότι:
- Το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο αλλά πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα όπως η ζωή και η υγεία, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.
- Η εφαρμογή του νομικού πλαισίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν συνιστά εμπόδιο στη λήψη αναγκαίων μέτρων αντιμετώπισης του κορονοϊού COVID-19 είτε από τις δημόσιες αρχές είτε από τους εργοδότες στο πλαίσιο της προστασίας κατά την εργασία.
- Επιτρέπεται η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων από τις αρμόδιες αρχές ως απαραίτητη για λόγους δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας ή η διασφάλιση υψηλών προτύπων ποιότητας και ασφάλειας της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων ή των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, βάσει του δικαίου της Ένωσης ή του δικαίου κράτους - μέλους.
- Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θανόντων δεν εμπίπτει καταρχήν στο προστατευτικό πεδίο των κανόνων προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ωστόσο, εάν η αποκάλυψη των στοιχείων ταυτοποίησης θανόντων από τον κορονοϊό ενδέχεται να οδηγεί σε έμμεση ταυτοποίηση ζώντων προσώπων που είχαν έρθει σε επαφή ή υπήρξαν οικείοι των θανόντων, η επεξεργασία θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR).
- Η οικειοθελής δημοσιοποίηση της κατάστασης της υγείας τους από τους ίδιους τους νοσούντες από τον κορονοϊό COVID-19 διενεργείται νόμιμα σύμφωνα με τους κανόνες του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR).
- Η γνωστοποίηση σε τρίτους πληροφοριών για την κατάσταση υγείας των νοσούντων δεν είναι επιτρεπτή αν δημιουργείται κλίμα προκατάληψης και στιγματισμού, ενώ ενδέχεται να δρα αποτρεπτικά στην τήρηση των μέτρων που ανακοινώθηκαν από τις αρμόδιες αρχές με αποτέλεσμα να αντιστρατεύεται τελικά την αποτελεσματικότητα αυτών.
- Οσον αφορά στα ΜΜΕ θα πρέπει να αξιολογείται η αναγκαιότητα αποκάλυψης στοιχείων ταυτοποίησης του υποκειμένου (όνομα, φωτογραφία κ.λπ.), δεδομένου ότι οι αρμόδιες αρχές (Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας και Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας) επεξεργάζονται δεδομένα πολιτών επιδημιολογικού συσχετισμού χωρίς τον προσδιορισμό προσωπικών στοιχείων ταυτότητας.
Εν κατακλείδι, όταν συγκρούονται δύο δικαιώματα, όπως η ανάγκη προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και των προσωπικών δεδομένων και η ανάγκη προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και υγείας, θα πρέπει, τηρώντας σε κάθε περίπτωση την αρχή της αναλογικότητας, να σταθμίζονται τα δύο δικαιώματα και να τηρείται μια δίκαιη ισορροπία αυτών.
Προσωπικά, ως άνθρωπος και ως νομικός, είμαι ενάντια σε κάθε περίπτωση στιγματοποίησης και κοινωνικού αποκλεισμού και τείνω να είμαι σκεπτική σε τέτοια “μέτρα” ως μέσο προστασίας της δημόσιας υγείας. Κρίνω καταλληλότερο να ακολουθούμε τα μέτρα προστασίας και πρόληψης που προτείνουν οι ειδικοί, και εν προκειμένω το “μένουμε σπίτι”. Άλλωστε όπως λένε οι ειδικοί είμαστε όλοι εν δυνάμει φορείς και ως τέτοιοι πρέπει να ακολουθούμε τους κανόνες του αυτοπεριορισμού ως προστασία όλων.
Της Έρρικας Λόραμ, Δικηγόρου, LLM στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο και στα ανθρώπινα δικαιώματα