Ο κορονοϊός έχει δημιουργήσει συνθήκες ενός πρωτόγνωρου πολέμου εναντίον ενός αόρατου εχθρού, όπου κανείς άνθρωπος, καμία χώρα και ήπειρος δεν είναι ασφαλής. Σίγουρα, όταν τελειώσει αυτός ο εφιάλτης, που ελπίζουμε σύντομα, καθώς η επιστήμη εργάζεται πυρετωδώς για την ανεύρεση φαρμάκου και εμβολίου, τίποτε δεν θα είναι ίδιο. Κι αυτό αφορά τόσο την παγκόσμια οικονομία, που υφίσταται συντριπτικά κτυπήματα, όσο και τον τρόπο που βλέπουμε ευρύτερα τα πράγματα.
Η Ελλάδα, κατά κοινή παραδοχή, έως τώρα τουλάχιστον, καταφέρνει να σταθεί στο ύψος των έκτακτων περιστάσεων, αν και αυτές μας βρήκαν ήδη σε κρίση, λόγω της κατευθυνόμενης από την Άγκυρα μαζικής εισβολής μεταναστών στα σύνορα του Έβρου. Αν στο συνοριακό μέτωπο τα εύσημα ανήκουν αναμφίβολα στις δυνάμεις του στρατού, στα σώματα ασφαλείας και στους εθνοφύλακες –όπως και στις δυνάμεις των Ευρωπαίων συνοριοφυλάκων που προστέθηκαν πρόσφατα- τη μάχη κατά του κορονοϊού σηκώνουν στις πλάτες τους πρωτίστως οι άνδρες και οι γυναίκες του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Ο αγώνας που δίνουν με αυταπάρνηση, στα όρια της αυτοθυσίας, γίνεται παράδειγμα έμπρακτης αλληλεγγύης στον συνάνθρωπο, σε καιρούς που τείναμε να πιστέψουμε ότι αυτές οι αξίες ήταν ντεμοντέ. Το μέγεθος της έκθεσής τους στον κίνδυνο το καταδεικνύει, άλλωστε, ο υψηλός αριθμός των ιατρών και νοσηλευτών που βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό, λόγω επαφής με κάποιο κρούσμα κατά την ώρα της εργασίας, αλλά και των νοσούντων από τον κορονοϊό. Ταυτόχρονα, προσωπικότητες του ιατρικού κόσμου, με προεξάρχοντα τον κ. Σωτήρη Τσιόδρα, έχουν κερδίσει την απόλυτη εμπιστοσύνη των πολιτών.
Όλ’ αυτά αποδεικνύουν ότι το ΕΣΥ διαθέτει ανθρώπινο δυναμικό με υψηλή κατάρτιση, αλλά και αυταπάρνηση για να αντεπεξέλθει στις πιο αντίξοες συνθήκες. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι όλη την προηγούμενη μακρά περίοδο υπέστη σοβαρότατα πλήγματα από τη μείωση της χρηματοδότησής του, αλλά και τις δραματικές περικοπές των αποδοχών των ιατρών. Η εμπιστοσύνη και ευγνωμοσύνη της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού προς το ιατρικό προσωπικό έχει ήδη εκφραστεί και έμπρακτα με την ανακοίνωση της λήψης του Δώρου Πάσχα, που έχει καταργηθεί στο Δημόσιο, για 108.000 εργαζόμενους στα νοσοκομεία της χώρας, ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, καθώς και για εργαζόμενους στο ΕΚΑΒ, στον ΕΟΔΥ και όσους υπηρετούν στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας.
Είναι μια καλή αρχή, που πρέπει να έχει συνέχεια, όχι μόνο ως αυτονόητη ανταπόδοση της Πολιτείας για την ανεκτίμητη προσφορά τους στη δημόσια υγεία, αλλά και ως κίνητρο αναστολής της εκροής ιατρών στο εξωτερικό προς άγραν εργασίας. Μέτρα στήριξης οφείλουμε και για το νοσηλευτικό προσωπικό που, επίσης, έχει δώσει δείγματα αλτρουισμού σε δύσκολες εργασιακές συνθήκες. Η ένταξη όλων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα είναι αυτοδίκαιη.
Αναμφίβολα, η παρούσα κρίση μάς διδάσκει ότι το ΕΣΥ πρέπει να ενισχυθεί ποικιλοτρόπως, με εξοπλισμό και προσωπικό. Η άμεση πρόσληψη 2.000 ιατρών και νοσηλευτών, που βρίσκεται σε εξέλιξη, θα βοηθήσει στην αναβάθμιση του συστήματος. Τούτη, όμως, την ώρα, θα ήταν πράξη ευθύνης οι ευκατάστατοι συμπατριώτες μας να εξετάσουν τη δυνατότητα χορηγιών για την ενίσχυση των δημόσιων νοσοκομείων. Ας μη λησμονούν ότι κανείς δεν είναι άτρωτος στις πανδημίες.
Όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες είναι βέβαιο ότι επηρεάζουν τις προσεγγίσεις όλων για τη δημόσια υγεία ως αγαθό που βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα των υποχρεώσεων του κράτους. Ο κορονοϊός θα οδηγήσει σε αναθεωρήσεις βεβαιοτήτων και σε επανιεράρχηση προτεραιοτήτων. Η πανδημία θα μας κάνει να δούμε πολλά με άλλη ματιά. Από την κρίση αυτή όλοι πρέπει να βγούμε σοφότεροι και δυνατότεροι.
Από τον Μάξιμο Χαρακόπουλο, τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη της ΝΔ, βουλευτή Λάρισας