Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι χώρες με ισχυρή οικονομία έχουν έναν πολύ ισχυρό πρωτογενή τομέα και ειδικά κτηνοτροφία. Η έλλειψη ενημέρωσης, η παντελής έλλειψη μακρόπνοων πολιτικών, αλλά και τα κοινωνικά στερεότυπα, τα οποία δημιουργήθηκαν από τη δεκαετία του ’70 και δυστυχώς ισχύουν ακόμη, συνετέλεσαν στην απαξίωση και εν τέλει στη συρρίκνωση της κτηνοτροφίας. Επιπλέον, η πιστή αντιγραφή ευρωπαϊκών συστημάτων εκτροφής και η χρήση γενετικού υλικού μη προσαρμοσμένου στις ελληνικές εδαφο-κλιματικές συνθήκες, οδήγησε στη σοβαρή αύξηση των εισροών, την ποιοτική υποβάθμιση των προϊόντων και τελικά στη δραματική μείωση της κερδοφορίας, για την πλειοψηφία των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων της χώρας.
Η κτηνοτροφία, συνολικά φθίνει με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Η εκτατική δε, βρίσκεται στα πρόθυρα της οριστικής εξαφάνισής της, παρά το γεγονός ότι αποτελεί το μοναδικό βιώσιμο σύστημα. Απεμπολήσαμε οικειοθελώς το προνόμιο να παράγουμε ποιοτικά προϊόντα με χαμηλό κόστος, μάλλον οριστικά και πιθανόν αμετάκλητα. Τα πολλά λάθη του παρελθόντος, με την παροιμιώδη αδράνεια, αλλά και την τραγική δράση, προφανώς δεν διορθώνονται. Οι σημερινές όμως επιλογές, οι οποίες για κάποιο ανεξήγητο (θεωρητικά) λόγο συνεχίζουν να καταστρέφουν την κτηνοτροφία, θα μπορούσαν να αλλάξουν μόνο εάν οι ιθύνοντες, ως εκ θαύματος, το αποφάσιζαν ή οι κτηνοτρόφοι και οι καταναλωτές το επέβαλαν.
Από τις βασικότερες αιτίες για την εξαφάνιση της εκτατικής κτηνοτροφίας είναι οι δασικές και περιβαλλοντικές πολιτικές. Οι περιορισμοί της απαρχαιωμένης, ανεπίκαιρης και απολύτως αντιπαραγωγικής δασικής νομοθεσίας, συνεπικουρούμενες από τον πολύ συχνά «υπερβάλλοντα ζήλο» ή την αδιαφορία των επιφορτισμένων με την εφαρμογή της. Δεν είναι δυνατόν να ισχύουν και να εφαρμόζονται διατάξεις θεσπισμένες εδώ και 50 ή και πολύ περισσότερα χρόνια, όταν οι συνθήκες, τα δεδομένα και τα ζητούμενα σε αυτή τη χώρα ήταν εντελώς διαφορετικά απ’ ό,τι σήμερα.
Όπως είναι εντελώς απαράδεκτο για ζητήματα τα οποία θεσμοθετούνται σήμερα να μην λαμβάνεται υπόψη η σημερινή πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα είναι οι δασικοί χάρτες, όπου η έννοια του «βοσκότοπου» απλά δεν υφίσταται. Επιπλέον, ότι δεν είναι αγρός (και μάλιστα αρόσιμος) ή «οικιστική πύκνωση» είναι δάσος, ακόμη και τα νεκροταφεία!
Συνέπεια της δασικής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας είναι και ο υπερπληθυσμός διαφόρων άγριων ζώων, τα οποία απαξιώνουν κτηνοτροφικά τεράστιες περιοχές. Το πρόβλημα με τους παραδοσιακούς θηρευτές, κυρίως τους λύκους, είναι μεγαλύτερο από ποτέ. Η τεράστια αύξηση του πληθυσμού των αγριογούρουνων, σε όλη την επικράτεια, και των ζαρκαδιών σε πολλές περιοχές, συμβάλλουν τα μέγιστα στην πληθυσμιακή έκρηξη και των λύκων. Οι αρμόδιες αρχές, καθώς και διάφοροι «οικολογούντες», είναι ίσως οι μόνοι, οι οποίοι δεν έχουν αντιληφθεί ότι στην ελληνική ύπαιθρο έχει διαταραχθεί η φυσική ισορροπία και ότι πέραν των άλλων πολλών προβλημάτων, αφανίζεται και η εκτατική κτηνοτροφία. Η ανεξέλεγκτη και με εκθετικό ρυθμό δάσωση αφανίζει τεράστιες εκτάσεις φυσικών, ορεινών και ημιορεινών βοσκοτόπων. Πλέον καθίσταται πρακτικά αδύνατη η βόσκηση ζώων, σε περιοχές όπου αυτό συνέβαινε για αιώνες.
Η ευκολία, τέλος, με την οποία δεσμεύονται τεράστιες εκτάσεις βοσκοτόπων, για τη δημιουργία φωτοβολταϊκών πάρκων, οδηγεί στον μαζικό εκτοπισμό κτηνοτρόφων από τις περιοχές τους και εν τέλει στην εγκατάλειψη της παραδοσιακής κτηνοτροφίας ή ακόμη και στην έξοδο από το επάγγελμα.
Βεβαίως, η εκτατική κτηνοτροφία, εκτός των προαναφερθέντων, βάλλεται και από τα γενικά προβλήματα της κτηνοτροφίας και του πρωτογενούς τομέα συνολικά.
Η απουσία υποδομών για την εύρυθμη λειτουργία των εκμεταλλεύσεων, η έλλειψη κουλτούρας συνεργατισμού σε συνδυασμό με το αναποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο, οι αθρόες ελληνοποιήσεις προϊόντων ζωικής προέλευσης και η συστηματική παραπλάνηση του καταναλωτή, τα ανεξέλεγκτα καρτέλ που λυμαίνονται τον χώρο, το αντιπαραγωγικό και άδικο σύστημα κατανομής των ευρωπαϊκών ενισχύσεων, η γραφειοκρατία και η ομηρεία των παραγωγών από τις πολυδαίδαλες υπηρεσίες και την πολυνομία και τέλος η παντελής έλλειψη ενός οραματικού, ρεαλιστικού και εφαρμόσιμου σχεδίου για τον πρωτογενή τομέα, δεν αφήνουν περιθώρια για αισιοδοξία. Το γεγονός ότι συμβιβαστήκαμε με την ιδέα της κατανάλωσης προϊόντων, από μοσχάρια που δεν περπάτησαν ποτέ, από γουρούνια που δεν έφαγαν στη σύντομη ζωή τους ούτε έναν σπόρο δημητριακών και από κοτόπουλα που δεν είδαν ποτέ το φως της μέρας, δεν σημαίνει ότι αυτό είναι φυσιολογικό. Όταν διαταράσσεται η διατροφική αλυσίδα, διαταράσσεται ο ίδιος ο κύκλος της ζωής και αποκλείεται κάθε έννοια αειφόρου και φιλο-περιβαλλοντικής ανάπτυξης.
Η εκτατική κτηνοτροφία εκπέμπει SOS γιατί κινδυνεύει. Η απώλειά της θα έχει πολύ περισσότερες συνέπειες απ’ όσες κάποιοι φαντάζονται.
Από τον Αχιλλέα Τσαπραΐλη
* Ο Αχιλλέας Τσαπραΐλης είναι κτηνοτρόφος, πρόεδρος Ένωσης Εκτροφέων Ελληνικής Βραχυκερατικής Φυλής Βοοειδών και πρόεδρος Συλλόγου Κτηνοτρόφων Αργιθέας