ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ

Μια διδακτική ιστορία επιτυχίας...

Δημοσίευση: 20 Ιαν 2020 16:30

Το χιόνι πέφτει ήσυχα, σιγανά κι αβίαστα στα βουνά της Ηπείρου τον χειμώνα και σκεπάζει τα πάντα. Οι κάτοικοι των ορεινών ηπειρώτικων χωριών δεν προσπαθούν να το παλέψουν, η μάχη είναι εκ των προτέρων χαμένη.

Τον χιονιά δεν τον νικάς. Κάθεσαι ανακούρκουδα, μαζεμένος στο λαγούμι σου και καρτεράς υπομονετικά να περάσει, «μέχρι να ’ρθει η άνοιξη να ’ρθει το καλοκαίρι»... Ούτε κι ο Θόδωρος Νιτσιάκος τον νίκησε. Βγήκε στα ψηλώματα του χωριού του, του Ντένισκου – Αετομηλίτσα το λένε οι νεότεροι- για κυνήγι μ’ έναν συγγενή του. Το χιόνι τους εγκλώβισε, το αυτοκίνητο γλίστρησε σε γκρεμό, κι αυτό ήταν. Τι θέλει για να τελειώσει μια ζωή ακόμη και η πιο πολυκύμαντη; Μια κακιά στιγμή θέλει...

Θα πει κάποιος: Αμ τι χάλευες κυρ-Θόδωρε στα βουνά; Φράγκα είχες, όνομα είχες, βιομήχανος απ’ τους μεγάλους ήσουνα, «Κοτόπουλα Νιτσιάκος» σου λέει ο άλλος! Για δεν κατέβαινες στην Αθήνα να γίνεις και συ κοσμικός, χλίδα, πολυτελή αυτοκίνητα, βίλες, κότερα, ερωμένες, Μύκονος και lifestyle; Να γίνεις κάτι σαν Κοντομηνάς ας πούμε, Κοπελούζος, Λάτσης, να σε γράφουν όλες οι κοσμικές στήλες;

Αλλά τον κάνεις καλά τον βλάχο; Κοσμικός δεν γεννήθηκε και δεν θα γίνει ποτέ, απόμακρος θα είναι, μια ζωή σαν τα βουνά του. Ο βλάχος μαναχά από δουλειά ξέρει. Να δουλεύει, να ιδροκοπά, να σφουγγίζει τον ίδρωτα με το μαντίλι του, να προκόβει, να μαζεύει τα λεφτά του και να τα επενδύει. Και πάντα να ξαναγυρίζει στα βουνά του, κει που είναι η ρίζα του, έτσι, για να πιει ένα τσίπουρο όλο κι όλο, στην πλατεία του χωριού, κάτω απ’ τον πλάτανο, να πει δυο χωρατά στα βλάχικα με τους συγχωριανούς και όλοι μαζί να πιαστούν στον τρανό χορό, στο πανηγύρι της Παναγιάς τον Δεκαπενταύγουστο σε μια ομήγυρη δοξαστική. Αυτή είναι η ζωή του. Λιτή, απέριττη, σκέτη στέγνα.

Οπότε, προξένησε μεγάλη εντύπωση ότι ο θάνατος του Θόδωρου Νιτσιάκου, έλαβε μια τρομακτική δημοσιότητα στην Ελλάδα, η οποία δεν δικαιολογείται για έναν ηλικιωμένο Ηπειρώτη πτηνοτρόφο, έναν «κοτοπουλά», που του συνέβη απλώς ένα ατύχημα. Εντάξει, η επιχείρηση είναι γνωστή αλλά ο ίδιος ο Νιτσιάκος ήταν σχεδόν «αόρατος». Πέρα από τα Γιάννενα και την Αετομηλίτσα δεν απασχολούσε κανέναν. Άντε, το πολύ τη Λάρισα, και τη Ροδιά Τυρνάβου, εκεί όπου οι Αετομηλιτσιώτες ξεχειμώνιαζαν με τα κοπάδια τους τα ηρωικά εκείνα χρόνια των νομαδικών μετακινήσεων. Επομένως; Πώς τον ανακάλυψαν; Πώς να δικαιολογήσουμε τόση -μετά θάνατο- δημοσιότητα στα όρια της υστερίας;

Τίποτε τυχαίο. Τα αδηφάγα ελληνικά ΜΜΕ επέδειξαν και πάλι άριστα αντανακλαστικά. Μυρίστηκαν σχεδόν αμέσως το «σαξές στόρι» που κρύβεται πίσω από αυτήν την ιστορία. Και όρμησαν για να την εκμεταλλευτούν στο έπακρο με αφιερώματα και πορτρέτα – αγιογραφίες που αν τα άκουγε ο μακαρίτης ο Νιτσιάκος μάλλον θα κοκκίνιζε από ντροπή, έτσι σεμνός κι άμαθος από δημοσιότητα που ήταν. Κι έτσι ο άνθρωπός μας έγινε μεταθανάτια ο «αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας», ο «οραματιστής», ο «εργατικός», ο «χαρισματικός» - τελειωμό δεν έχουν τα κοσμητικά σαν θέλουν οι επιτήδειοι να σε λιβανίσουν. Τα ελληνικά ΜΜΕ, αυτά που καλλιεργούν εδώ και πολλά χρόνια την Ελλάδα της φούσκας και της λαμογιάς, αυτά που προβάλλουν το τίποτα για σημαντικό και τους τενεκέδες για... μεγάλες προσωπικότητες, στην περίπτωση του Νιτσιάκου λες και έψαχναν μιαν εξιλέωση.

Το δυστύχημα είναι πως έτσι χάθηκε η πραγματική ιστορία του Θόδωρου Νιτσιάκου. Μια ιστορία που παραπέμπει στην Ελλάδα της πραγματικής ζωής, στην Ελλάδα των σεμνών, των εργατικών και συντηρητικών εκείνων ανθρώπων που αξίζουν τον σεβασμό μας. Είναι η ίδια ιστορία που έχεις ακούσει για πολλούς της γενιάς του Νιτσιάκου. Είναι η ιστορία του πατέρα σου, του θείου σου, κάποιου συγγενή σου. Ένα παιδί έξυπνο και φιλόδοξο εκ φύσεως. Ο πατέρας θέλει να το κρατήσει στα πρόβατα. Με την οικογενειακή επιχείρηση δεν παίζουμε, απ’ αυτήν τρώμε, τίποτε δεν υπάρχει εξόν απ’ αυτήν.

Η μάνα τα στυλώνει, «όχι θα σπουδάσει το παιδί!’» και ο δάσκαλος προσπαθεί να αλλάξει γνώμη στον πατέρα...

«-Κρίμα μωρέ κυρ-Κώστα να πάει χαμένο ένα τέτοιο μυαλό...»

Δικαιώνονται. Ο Θόδωρος σπουδάζει γεωπόνος και φεύγει για Ολλανδία, όπου θα πάρει και κρατική υποτροφία – τέτοιο αστέρι ο τύπος. Έκανε κάτι που ελάχιστοι τολμούσαν τη δεκαετία του ’60. Άκου σπουδές στο εξωτερικό ο γιος του κτηνοτρόφου!

Καταλαβαίνεις τώρα για τι μιλάμε; Και πώς εκπαιδεύονταν τα παιδιά της γενιάς Νιτσιάκου; Ο πατέρας, σκληρός δεν θα τάιζε τεμπέληδες - σήμερα πολλοί πατεράδες ταΐζουν αιώνιους φοιτητές. Η μάνα αποφασισμένη να τον στηρίξει δουλεύοντας όλη μέρα στα πρόβατα και στη σβουνιά, μαντρί - σπίτι, σπίτι - μαντρί, αυτός ο δρόμος δεν έχει παρεκκλίσεις, δεν έχει απολαύσεις κάτι σαν Γολγοθάς είναι, ένας δρόμος θυσίας. Οι σημερινές έχουν κάνει την καφετέρια και τη βόλτα στην αγορά μέρος του καθημερινού προγράμματος.

Για να στηρίξει το σχέδιο του πιτσιρικά για ίδρυση ενός μικρού πτηνοτροφείου η οικογένεια θα πουλήσει κάμποσα πρόβατα. Άνθρωποι της κτηνοτροφίας, προφανώς δεν είχαν καν κατά νου το δημόσιο. Δεν προέτρεψαν ποτέ τον νεαρό γεωπόνο να αφήσει τα σχέδια και να κοιτάξει πώς να τη βολέψει σαν συμβασιούχος, έστω, γεωπόνος του δημοσίου με προοπτική μονίμου διορισμού.

Τα υπόλοιπα είναι θέμα προσωπικής ικανότητας, συνέπειας, επιμονής και δουλειάς. Στο You tube υπάρχει ένα βιντεάκι που μιλά για τη ζωή του ο ίδιος ο εκλιπών:

- Το μυστικό, είπε, είναι ότι έκανα σταθερά βήματα. Δεν βιαζόμουνα. Μόλις σταθεροποιούσα μια κατάσταση, τότε μόνο πήγαινα στην επόμενη.

Μικρά βήματα, σταθερά, σαν κάθε καλό νοικοκύρη. Και δουλειά, πολλή δουλειά... Τα κοτόπουλα δεν έχουν ωράριο, σε θέλουν εκεί και Σάββατο και Κυριακή, και Χριστούγεννα και Πάσχα. Το αντέχεις; Τα καθημερινά ρούχα του Νιτσιάκου μύριζαν ξινίλα κι όχι αρώματα, τα μαλλιά του γεμάτα πούπουλα και τα παπούτσια τίγκα στην κουτσουλιά απ’ τα κοτόπουλα με τα οποία ανακατευόταν.

Οι πετυχημένες ιστορίες των ανθρώπων δεν γράφονται ποτέ πάνω σε ροζ συννεφάκια... Είναι σκληρές ιστορίες, απάνθρωπες.

 Κάπως έτσι, ο Θόδωρος Νιτσιάκος, ο εργατικός, ο πρακτικός, ο άνθρωπος της δράσης και όχι των λόγων, έγινε χωρίς να το επιδιώξει το απόλυτο αντι-παράδειγμα σε μια χώρα... σχολιαστών σαν τη δική μας, που περιμένει να έρθουν όλα «διά μαγείας». Η ελληνική κοινωνία, λαός και ηγεσία θαυμάζει τους «Νιτσιάκους», αλλά δεν δείχνει διατεθειμένη να βαδίσει αυτόν τον δύσκολο και κακοτράχαλο δρόμο. Γιατί θέλει κόπο και κότσια να είσαι Νιτσιάκος. Θέλει ρίσκο, θέλει την υπομονή και την εργατικότητα του μυρμηγκιού κι όχι του τζίτζικα την καλοπέραση.

Δεν θα βγάλουν «Νιτσιάκους» οι οικογένειες που όνειρό τους έχουν για τον κανακάρη τους μία θεσούλα συμβασιούχου στο δημόσιο, ή την εισαγωγή του σε καμιά Στρατιωτική Σχολή που εξασφαλίζει μισθό βρέξει – χιονίσει. Δεν θα βγάλουν Νιτσιάκους οι πολιτικές ηγεσίες που μοναδική τους πολιτική είναι πώς να πουλήσουν πότε κανένα λιμάνι στους Κινέζους «επενδυτές», πότε τα καζίνο του «Ελληνικού» στους Αμερικάνους, ελπίζοντας σε θέσεις... εργασίας για μια νεολαία που την έχουν αξιολογήσει για τετρακόσια το πολύ ευρώ το μήνα.

Στο καλό Θόδωρε Νιτσιάκο...

Έχεις όλο τον σεβασμό μας. Χωρίς να το επιδιώξεις, ήρθες να μας θυμίσεις, έστω και για λίγο, πράγματα που ξεχνάμε. Και να μας δείξεις έναν δρόμο που εδώ και καιρό έχει θαφτεί κάτω από το χιόνι που πυκνό πέφτει πάντα στην ηπειρώτικη γη...

ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ

alexiskalessis@yahoo.gr

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass