O Τίμιος Σταυρός είναι το κορυφαίο σύμβολο της θυσίας και του αγιασμού για την εκκλησία μας, αφού Σταυρός και Ανάσταση είναι οι κολώνες, όπου στηρίζεται η ζωή των Χριστιανών. Ο σταυρός είναι το σύμβολο του Χριστού και με την καθημερινή μας προσευχή, ομολογούμε πίστη στο Χριστό. Ο Σταυρός στην Π. και Κ. Διαθήκη, προτυπώνει σημαντικά γεγονότα, ενώ η δύναμή του φάνηκε και στο όραμα που είδε ο Μ. Κωνσταντίνος. Τον Σταυρό αυτόν, βρήκε η Αγία Ελένη, η οποία πήγε στα Ιεροσόλυμα το έτος 326. Και ώσπου να τον ανακαλύψει κουράστηκε «μέγαν κόπον και πολλήν έξοδον και φοβερίσματα… Ηύρεν τον Τίμιον Σταυρόν και τους άλλους δύο σταυρούς των ληστών». Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, Φιλοστόργιος και Νικηφόρος, αναφέρουν ότι ο Σταυρός εντοπίστηκε ύστερα από σχετικό θαύμα.. Τον ευρεθέντα Σταυρό, η Ελένη τον παρέδωσε στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος τον ύψωσε στο Γολγοθά και στη συνέχεια τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως, 14 Σεπτεμβρίου 335. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει καθιερώσει πέντε γιορτές για τον Τίμιο Σταυρό: Στην εύρεση του Σταυρού και γιορτάζεται στις 6 Μαρτίου, στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού που γιορτάζεται στις 14 Σεπτεμβρίου. Επίσης στη μνήμη του εν ουρανώ φανέοντος σημείου του Σταυρού, επί Κυρίλλου Ιεροσολύμων και γιορτάζεται στις 7 Μαΐου, καθώς και στη Σταυροπροσκύνηση, που είναι η Τρίτη Κυριακή των Νηστειών. Η έξοδος του Σταυρού από τα Ανάκτορα της Κωνσταντινούπολης, η οποία γιορτάζεται στις 14 Αυγούστου. Σημαντική θέση στη γιορτή έχει ο βασιλικός, το αγιασμένο και μυρωδάτο αυτό φυτό, που υπέδειξε, όπως λέει ο λαός μας στην Αγία Ελένη, με την ευωδιά του το σημείο του Σταυρού. Εκεί, φύτρωσε από τις σταλαματιές του Αγίου αίματος του Χριστού. Την παραμονή της γιορτής οι γυναίκες πήγαιναν στην εκκλησία ματσάκια βασιλικού ή ολόκληρες γλάστρες. Στη Θράκη, άφηναν τις γλάστρες κάτω από την εικόνα για να αγιαστούν. Στη Θεσσαλία οι νοικοκυρές έκαναν το προζύμι της χρονιάς, το οποίο δεν το δάνειζαν και το πρώτο ψωμί ήταν η λειτουργιά, την οποία πήγαιναν την Κυριακή στην εκκλησία. Στην Κρήτη οι αμπελουργοί, με το βασιλικό σταυρώνουν και τώρα το κρασί, ενώ οι νοικοκυρές ελαιοπαραγωγών κοπανούσαν στο γουδί ελιές και με το λάδι αυτό άναβαν το καντήλι. Στην Πελοπόννησο, οι ελαιοπαραγωγοί έδεναν ένα ρόδι με κλωνάρι ελιάς και το πρωί του Σταυρού το πήγαιναν στο γιαλό, λέγοντας: Όπως, τρέχει το νερό, έτσι να τρέχουν τα καλά στο σπιτικό. Ο λαός μας πιστεύει ότι του Σταυρού ανοίγουν τα ουράνια, σε σχήμα σταυρού, όπως συμβαίνει τα Θεοφάνεια, τη Μεταμόρφωση και την Πρωτοχρονιά. Του Σταυρού άρχιζε η περίοδος για τους αγρότες, τους ναυτικούς και βοσκούς. Έτσι, έληγαν τα θερινά ενοικιοστάσια και άρχιζαν τα νέα, για τα στανοτόπια, τα χειμερινά. Οι βοσκοί άφηναν ελεύθερα τα κοπάδια τους στα χωράφια, αφού οι καρποί είχαν μαζευτεί. Ακριβώς, την ημέρα αυτή την λέγανε «του Σταυρού του κλέφτη, γιατί άφηναν τα κατσικοπρόβατα να βοσκήσουν στα χωράφια» . Εξάλλου, πήγαιναν στην εκκλησία μαλλιά από τα αιγοπρόβατα, μαζί με ένα Πρόσφορο. Μετά την ευλογία από τον ιερέα έπλαθαν λίγο ψωμί και μαλλί και το έβαζαν στα κουδούνια του κοπαδιού για φυλαχτό. Με τη γιορτή του Σταυρού συνδέεται η προετοιμασία της σποράς των γεωργών, που θα γονιμοποιήσει τη γη στη νέα χρονιά. Οι γεωργοί πάλι την ημέρα αυτή μετέφεραν στην εκκλησία πολύσπορο, για να ευλογηθεί και στη συνέχεια η νοικοκυρά τοποθετούσε μέσα στο σακί, με άλλη ποσότητα που προοριζόταν για τη σπορά. Σε ορισμένα χωριά του Έβρου, οι νοικοκυρές πήγαιναν κάνιστρα, γεμάτα από σπόρους και τα εναπόθεταν στην Ωραία Πύλη για να σταυρωθούν και να ευλογηθούν από τον παπά, τηρώντας την παροιμία: Του Σταυρού σταύρωνε και σπείρε. Σε χωριά της Θεσσαλίας, έστελναν στην εκκλησία για ευλογία, τον σταυρό, τον ψάθινο ή το χτένι, που ήταν η τελευταία χεράδα του θέρους, την οποία φύλαγαν στο εικονοστάσι. Ο ιερέας ευλογώντας τους σπόρους έλεγε την εξής ευχή «βλαστήσαι την γην, και δούναι σπέρμα το σπείρον, και άρτον εις βρώσιν». Εξάλλου, επειδή την ημέρα αυτή τηρείται αυστηρή νηστεία, οι αμπελουργοί των χωριών της Ελασσόνας, μοίραζαν σταφύλια στους συγχωριανούς τους. Πρέπει να τονίσουμε εδώ, από ιστορικής άποψης, ότι ανήμερα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, οι τρεις Φιλικοί, Ν. Σκουφάς, Ε. Ξάνθος και Α. Τσακάλωφ, ίδρυσαν στην Οδησσό τη Φιλική Εταιρεία.
Από τον Απόστολο Ποντίκα, δάσκαλο, θεολόγο, φιλόλογο