Ελπιδοφόρο, όχι υπό την έννοια του αισιόδοξου, αφού πάντα η γραφή μου στο τέλος της αφήνει μια νότα μελαγχολίας, αλλά εννοώντας ότι κάτι προσπαθούσα να πω. Τελικά φαίνεται πως μάλλον έχω κάτι να πω, ή καλύτερα, δίνοντάς μου μια ευχή σε μη τετελεσμένο χρόνο, ελπίζω να έχω κάτι χρήσιμο να λέω και στο μέλλον.
Θέλεις το επάγγελμα του μηχανικού, θες η ενασχόληση με τις τηλεπικοινωνίες τόσα χρόνια, θες το νεαρό της ηλικίας ή ίσως ακόμα και η μέχρι τώρα προσωποκεντρική θεώρηση της ζωής, η ανάγκη να εκφραστώ ποτέ δεν υπήρξε τόσο επιτακτική όσο αυτό το καλοκαίρι.
Σίγουρα, τα όσα έγραψα φέτος δεν μπορούσαν να κρατηθούν άλλο μέσα μου. Μετά τα πρώτα δημοσιευμένα γραφόμενα λοιπόν, και την ενθάρρυνση των φίλων να συνεχίσω, το πηγαίο ερώτημα που προκύπτει για να οριοθετήσει την πορεία της συγκεκριμένης δραστηριότητας στον χρόνο είναι το τι σημαίνει γράφω.
Η δραστηριότητα του «γράφειν» λοιπόν, δεν μπορεί να ερμηνευτεί με ένα ρήμα. Γράφω κατ’ αρχήν σημαίνει, προτού ακουμπήσει καν η πένα στο χαρτί ότι αισθάνομαι. Η πένα του γράφοντος είναι στην πραγματικότητα ένα μεταφραστικό εργαλείο. Πριν από αυτή, η παρατήρηση και το βίωμα της πραγματικότητας έχουν χαράξει στον καμβά του ψυχισμού του κάθε γράφοντος ένα διακριτό και αδρά σχηματισμένο αποτύπωμα.
Τις περισσότερες φορές αυτό δεν επαρκεί. Πέρα από την απλή παρατήρηση ή και ενσυναίσθηση της πραγματικότητας το αποτύπωμα πρέπει να είναι τόσο βαθύ και βαρύ, που ο φέρων να μην μπορεί να το κρατήσει για πολύ μέσα του αλλά να το μοιραστεί μεταφράζοντάς το σε καθημερινό λόγο. Η εκμαίευση του αποτελέσματος δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το δημιούργημα του γράφοντος παύει να είναι δικό του, από τη στιγμή που ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο και παραδίδεται στην κρίση της ομάδας των αναγνωστών, μικρής ή μεγάλης δεν έχει και τόση σημασία. Στο σημείο αυτό, οριοθετείται και η λύτρωση του συγγραφέα από το εσωτερικό βάσανο, το «δεν είχα που να το πω» παύει να ισχύει. Η εξομολόγηση έχει συντελεσθεί, το εσωτερικό αποτύπωμα του βιώματος της πραγματικότητας έχει αποκαλυφθεί, ενώ οι κοινωνοί της συγγραφικής μέθεξης είναι έτοιμοι να ασπασθούν τις απόψεις του γράφοντος ή να τις απορρίψουν.
Στην απήχηση των γραφομένων, σημαντικός ο ρόλος των βασικών χαρακτηριστικών που πρέπει να έχει ένα συγγραφικό πόνημα. Συγκεκριμένα, τα γραφόμενα πρέπει να αποτυπώνουν την ύπαρξη μιας βιωματικής πραγματικότητας. Εκείνη είναι που παράγει με τη σειρά της τα ερεθίσματα που δημιουργούν ερεθίσματα στους έχοντες εύπλαστη ψυχική ύλη προς διαμόρφωση. Ευτυχώς η εποχή μας δεν στερείται τέτοιων ερεθισμάτων.
Για τη δική μας γενιά, της οποίας η ενηλικίωση οριοθετείται χρονικά στο 1984-85, η αντιπαραβολή του τότε με το σήμερα αποκαλύπτει ένα σύνολο αντιθέσεων, των οποίων έστω και ο απλός σχολιασμός θα επαρκούσε για να γεμίσουν σελίδες. Στο δημιουργικό τμήμα της διαδικασίας εναπόκειται η μεταφορά του ψυχικού αποτυπώματος ως βιωματική εξομολόγηση του γράφοντος στην κρίση των αναγνωστών. Αυτή εξάλλου είναι και η συναρπαστική εμπειρία του γράφειν.
Γράφω όπως είπαμε και στην αρχή σημαίνει πολλά. Κατ’ αρχή σημαίνει διαγράφω, αφού σβήνεται ένα αποτύπωμα από το ψυχικό καμβά του γράφοντος και εκτίθεται στο αναγνωστικό κοινό. Σημαίνει επιπλέον, αποκαλύπτομαι, εκτίθεμαι, επικοινωνώ. Στη διάσταση αυτή της συγγραφικής δραστηριότητας, ο γράφων παύει να υπεκφεύγει. Σταματά να κρύβεται πίσω από την κουρτίνα της απλής διαπίστωσης και ίσως της αυτοεπιβεβαίωσης, όχι για να τον πείσει, αλλά για να μοιραστεί τους προβληματισμούς του, τους φόβους του, ενίοτε για να προτείνει λύσεις και σίγουρα να κριθεί για τις προτάσεις αυτές.
Η καταξίωση λοιπόν για τον γράφοντα, δεν είναι τόσο στο μήνυμα που εκπέμπει, αλλά πολύ περισσότερο στο πόσο γνωστά γίνονται αυτά που διατείνεται. Πέρα απ’ αυτό ιδιαίτερη αξία έχει αν μέσω των γραφομένων επέρχεται το επιθυμητό για τον συγγραφέα αποτέλεσμα. Επιθυμητή δεν είναι κατ' ανάγκη η αποδοχή των γραφομένων. Επιθυμητός είναι ο διάλογος επί των γραφομένων που υποδεικνύουν στον συγγραφέα και τα τυχόν λάθη στους προβληματισμούς όπως και πιθανές αστοχίες στο όλο εγχείρημα.
Για τον λόγο αυτό η γραφή δεν μπορεί να είναι ούτε σιωπηλή ούτε ατομική. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, δεν μπορεί να είναι ατομική, γιατί αν ο ρόλος της είναι απλά να εκθέσει τις απόψεις του γράφοντος τότε είναι a-priori αποτυχημένη. Η εποχή μας δεν έχει ανάγκη από περισσότερες εκφερόμενες προσωπικές απόψεις. Τουναντίον, χρειάζεται προσωπικές παροτρύνσεις για συλλογικούς προβληματισμούς και ενέργειες.
Αυτός ο κρίσιμος ρόλος ανήκει στον συγγραφέα. Για να πετύχει η γραφή του δεν μπορεί να είναι σιωπηλή. Το κείμενο πρέπει να μετουσιώνεται σε ζωή, να παράγει από μόνο του ενέργεια, να ωθεί προς σκέψη, προς παραγωγή άποψης και όπως εμείς οι μηχανικοί συνηθίζουμε να λέμε, να αποφεύγεται η άεργος ισχύς.
Η πρόκληση είναι μεγάλη. Οι πένες που μπορούν να μεταφέρουν στο χαρτί το βιωματικό αποτύπωμα της πραγματικότητας στη ψυχή είναι πολλές. Λείπει η διάθεση ή άραγε η τόλμη; «Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία» λέει σε κάποιους στίχους του ο ποιητής. Το ζητούμενο είναι να οριοθετηθεί ο κοινωνικός στίβος καθώς και η φύση και οι αντοχές των δεσμών που κρατούν φυλακισμένη τη κοινωνία μας. Ο στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος παρά να αρχίσουμε μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ μας αποτυπώνοντας στο χαρτί, όσα δεν έχουμε τον χρόνο ή το θάρρος να συζητήσουμε. Το θέμα της συζήτησης είναι υπαρκτό και ελεύθερο. Το αποτέλεσμά της μένει να το δούμε.
Του Διαμαντή Κωτούλα
* Ο Διαμαντής Κωτούλας είναι μηχανικός Η/Υ και Πληροφορικής Πολυτεχνικής Σχολής Πανεπιστημίου Πατρών, M.Sc., MBA, Ph.D.