Επιπροσθέτως έχουν βεβαίως τις «οδηγίες» του εκάστοτε συνδυασμού με τον οποίο εισέρχονται στον πολιτικό στίβο που λειτουργεί και ως μάνατζέρ τους. Στην κονίστρα όμως των πολιτικών ανταγωνισμών, της προσπάθειας να στριμωχτούν πολλοί για μια ευνοϊκή θέση, η γενική υποστήριξη και καθοδήγηση του πολιτικού φορέα δεν είναι επαρκής. Το κόμμα/μάνατζερ θα λειτουργήσει κυρίως ως ο πατέρας που θα ορίσει τα επιτρεπτά όρια κι ως μητέρα που θα «φροντίσει» -κυρίως σε φαντασιακό επίπεδο, δηλαδή υποσχόμενη- τις ατομικές ανάγκες. Χρειάζεται, επομένως, ο κάθε πολιτικός να αναμετράται με περισσότερο υποκειμενικούς τρόπους με τα προσωπικά του δεδομένα και να ενισχύει όσα θα μπορέσουν να διαμορφώσουν μια θετική εικόνα για εκείνον. Να βγει δηλαδή από τη παιδική φαντασίωση να βλέπει το πολιτικό φορέα ως τον καλό και αυστηρό πατέρα και ως την καλή και φροντιστική μητέρα και να επιτρέψει την προσωπική και πολιτική του ωρίμανση.
Στην πολιτική κουλτούρα της εποχής μας, βέβαια, δεν φτάνει το εσωτερικό ανάστημα ενός υποψηφίου, αλλά η εικόνα που θα δημιουργήσει για αυτό. Έτσι πολλές φορές το αποτέλεσμα δεν εξαρτάται από τις εσωτερικές διαστάσεις του πολιτικού υποκειμένου, αλλά από την εξωτερική διαμόρφωσή του από τους «ειδικούς». Αυτό σημαίνει πως το τελικό αποτέλεσμα το διαμορφώνει συχνά η εικόνα και όχι η ουσία και πως ένας πολιτικός δεν βγαίνει βουλευτής, αλλά συνήθως τον βγάζουν.
Στα πλαίσια αυτά και εργαζόμενος ψυχοθεραπευτικά κατανοώ πως ο κάθε υποψήφιος έχει τις δυνατότητες να μάθει σε ποια χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του μπορεί να επενδύσει, σε ποια να βελτιωθεί και εν τέλει πώς μπορεί – πέρα από τις πολιτικές του απόψεις και θέσεις – να διαμορφώσει ένα προφίλ ανθρώπινου, ευέλικτου και ικανού πολιτικού. Παράλληλα η διαδικασία αυτή προφανώς βοηθά τον υποψήφιο να κατανοεί τον εαυτό του, να βελτιώνεται και ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα να είναι κερδισμένος.
Οι υποψήφιοι πολιτικοί εύκολα μπορεί να εγκλωβιστούν στην προσωπική επιθυμία, στο ρόλο, στα προσδοκόμενα οφέλη της εξουσίας, οπότε κινδυνεύουν να μην έχουν σημασία οι πολιτικές, αλλά η ικανοποίηση της προσωπικής επιθυμίας. Με μια ψυχαναλυτική ματιά θα λέγαμε πως ο υποψήφιος πολιτικός εύκολα μπορεί να εγκλωβιστεί σε μια ναρκισσιστική ανυπομονησία, να παρασυρθεί από την αχαλίνωτη επιθυμία για προβολή, από την καφενειακή ρηχότητα του λόγου του και εν τέλει από την προσμονή της επιτυχίας… κι εκεί να τα χάσει όλα και κυρίως τον εαυτό του.
Η ταινία «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» δείχνει εμφατικά – παρόλο που πέρασε από τότε πάνω από μισός αιώνας- τη βαθιά ρήξη μεταξύ του «προσωπικού» και του «πολιτικού» και την αδυναμία να γεφυρωθούν λειτουργικά οι δύο αυτές έννοιες. Το προσωπικό είναι όμως και πολιτικό, σε τέτοιο βαθμό που δεν επιτρέπει τις προσωπικές παλινωδίες ή εγκλωβισμούς. Διότι αυτό που χαρακτηρίζει τον πολιτικό είναι η συνέπεια λόγων και έργων, η κατανόηση των προσωπικών ως προϋπόθεση των κοινωνικών θεμάτων και η διαρκής προσωπική εξέλιξη ως εγγύηση των κοινωνικών αλλαγών.
Για παράδειγμα ένας πολιτικός που είναι γενικά σκληρός συντηρητικός πώς συμπλέει με την αριστερά; Πώς χωνεύει ζητήματα όπως το σύμφωνο συμβίωσης, το «Μακεδονικό», τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, κλπ; Ποιες είναι οι εσωτερικές διαφοροποιήσεις που έχουν επιτρέψει αυτή τη μεταβολή;
Η ευελιξία και οι προσωπικές διαφοροποιήσεις φυσικά δεν έχουν να κάνουν με τις λεγόμενες «κωλοτούμπες», αλλά με την εσωτερική διεργασία κατανόησης των πολιτικών θεμάτων δίχως παρωπίδες και στενά κομματικούς εγκλωβισμούς. Δηλαδή σαφώς και μπορεί ένας πολιτικός άνθρωπος να μετακινείται, ως αποτέλεσμα όμως εσωτερικών διεργασιών κι όχι ως αναγκαιότητα πολιτικής επιβίωσης.
Πώς θα μάθει λοιπόν ένας υποψήφιος να είναι ικανός πολιτικός, μα φυσικά μαθαίνοντας πρώτα και κύρια τον εαυτό του. Επειδή οι πολιτικοί είναι πρωταγωνιστές των κοινωνικών προβλημάτων και, κατά συνέπεια, μέρος της λύσης τους, αυτή η αλλαγή προς το καλύτερο δεν ξεκινά απ’ έξω, αλλά από μέσα τους, επειδή δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική αλλαγή χωρίς ατομική αλλαγή.
Το χτίσιμο της πολιτικής προσωπικότητας θα διαμορφωθεί λοιπόν πάνω στα στοιχεία της προσωπικότητας του εκάστοτε υποψηφίου και στον συγκερασμό τους με τα ευρύτερα πολιτικά προθέματα. Οι προσωπικές κατανοήσεις του εαυτού και η προσπάθεια για νέες συνδέσεις και ταυτίσεις του πολιτικού υποκειμένου, θα επιτρέψουν τη διαμόρφωση μιας περισσότερο αυθεντικής πολιτικής εικόνας, στη κάδρο της οποίας θα διαφαίνεται ο άνθρωπος πίσω από τον πολιτικό.
Γράφει ο Γιώργος Γιαννούσης*
* Ο Γ. Γιαννούσης είναι ψυχοθεραπευτής, οικογενειακός θεραπευτής