Η κοινή λογική υπαγορεύει πως στο πλαίσιο μιας έντιμης διακυβέρνησης, οι αποφάσεις για θέματα που διαχρονικά έχουν χειριστεί περισσότεροι από ένας πρωθυπουργοί και κόμματα, η ευθύνη της διαπραγμάτευσης προς την ανεύρεση λύσης και κοινού τόπου με το έτερο μέρος ανήκει τυπικά από την τρέχουσα κυβέρνηση. Ουσιαστικά όμως, η κυβέρνηση οφείλει να συνομιλεί και να συνεργάζεται με όλα τα άλλα κόμματα, ώστε να ενισχύει τη διαπραγματευτική της ισχύ αλλά και να αποφεύγει πολιτικές αντιδικίες εντός της χώρας που μόνο στη λύση δεν συμβάλλουν. Η κοινή λογική επίσης υπαγορεύει ότι η επίλυση τέτοιων δύσκολων προβλημάτων απαιτεί έντιμη πρόθεση. Πρέπει δηλαδή να σκοπεύεις στην καλύτερη εθνικά λύση, αφουγκραζόμενος με ειλικρίνεια την κοινή γνώμη χωρίς να εργαλειοποιείς αυτή τη διαδικασία προς επιδίωξη και άλλων, πλην του εθνικού, στόχων.
Κατά τη διαδικασία με την οποία επιτεύχθηκε η συμφωνία των Πρεσπών, το πρώτο από τα δύο προηγούμενα βασικά στοιχεία παραγνωρίστηκε εντελώς. Ο κύριος Τσίπρας αγνόησε όλα τα άλλα κόμματα και τους πολιτικούς. Επιπλέον λειτούργησε, μαζί με τον συνεργάτη του κύριο Κοτζιά, με περισσή αλαζονεία, υποτιμώντας, χλευάζοντας ή ακόμη και ενοχοποιώντας τις ενέργειες όλων των άλλων. Αντί να προσπαθεί για παράδειγμα να «κερδίζει μέτρα» στη διαπραγμάτευση, αυτός δικαιολογούσε τα «μέτρα που έχανε» με τις αστοχίες των προηγούμενων. Αστοχίες που ανακάλυπτε, λες και του τις υπαγόρευαν οι απέναντι.
Έχοντας επομένως στην ουσία υϊοθετήσει το μεγαλύτερο μέρος των διεκδικήσεων της άλλης πλευράς και συνεπικουρούμενος από τη στάση των άλλων χωρών που βιάζονται για τους δικούς τους λόγους, προχώρησε με εντελώς αντισυμβατικό τρόπο, τραβώντας ουσιαστικά μια γραμμή ανάμεσα σε αυτόν και σε όλους τους άλλους. Όποιος διαφωνεί από εδώ και πέρα είναι ακροδεξιός, φανατικός, φασίστας και όλα τα κακά του κόσμου μαζί. Προσπάθησε δηλαδή να προβάλει τον εαυτό του ως τον μοναδικό «σωστό» και όσους βρίσκονται από την άλλη μεριά της γραμμής ως λάθος.
Βασική του επιδιώξη προφανώς ήταν η εργαλειοποίηση του προβλήματος και της λύσης του για να επιτύχει μικροκομματικά οφέλη, δηλαδή την παραμονή στην εξουσία για λίγο ακόμη μέσω της διάσπασης των μικρότερων κομμάτων. Παραβίασε επομένως και το δεύτερο βασικό στοιχείο.
Αυτές οι επιλογές του κου Τσίπρα δείχνουν για ακόμη μια φορά (βλέπε δημοψήφισμα, προεκλογικές υποσχέσεις κ.ο.κ.) την πολιτική ανεντιμότητά του. Αν πραγματικά ήθελε να λύσει το πρόβλημα και να μείνει στην ιστορία θα φρόντιζε να μην παραγνωρίσει αυτά τα δύο που προανέφερα.
Αυτό που πλέον μένει είναι μια καχυποψία ότι η Ελλάδα υποχώρησε μπροστά στα διεθνή συμφέροντα για τις μικροκομματικές ανάγκες του πρωθυπουργού. Η ανομοιομορφία της σχηματιζόμενης πλειοψηφίας με τις μετακινήσεις βουλευτών την τελευταία στιγμή και οι καταγγελίες του πρώην (;) «συντρόφου» Καμμένου δημιουργούν σκιά ύποπτης συναλλαγής που εξαϋλώνει την όποια ισχύ και την ευρεία αποδοχή της λύσης.
Τελικό αποτέλεσμα είναι ο διχασμός του κόσμου. Τι πρωτοτυπία για τη διακυβέρνηση του «Ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν»!
Οι γραμμές αυτές γράφονται μετά από ένα μεγαλειώδες συλλαλητήριο που στηλιτεύτηκε από τις προβοκάτσιες αναρχικών που παραδόξως στηρίζουν την αρχή, την εξουσία. Αν ο Πρωθυπουργός αισθάνεται πολιτικά έντιμος, οφείλει να αφουγκραστεί τον κόσμο και να οδηγήσει τον τόπο σε εκλογές, αφήνοντας στην άκρη πολιτικές αλχημείες για κοινοβουλευτική επικράτηση. Μόνο έτσι θα έχει τη νομιμοποίηση να «περάσει», εφόσον είναι αποδεκτή, τη συμφωνία. Δυστυχώς, τώρα κινδυνεύει να μείνει στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός που αντίθετα με του προκατόχους του, υπέκυψε στις πιέσεις των άλλων δυνάμεων και παρέδωσε στην FYROM όνομα, εθνικότητα και ονομασία γλώσσας.
Από τον Γιάννη Αναστασίου
* Ο Γιάννης Αναστασίου είναι οδοντίατρος, μέλος του μητρώου στελεχών Νέας Δημοκρατίας