Είναι αλήθεια ότι όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος ωραιοποιεί το παρελθόν του, εξωραΐζει ακόμη κι εμπειρίες που παλιότερα, όταν τις ζούσε μπορεί να ήταν άχρωμες και άοσμες, αλλά τούτο ίσχυε πάντα. Είναι ένας αμυντικός μηχανισμός που βοηθά στην επιβίωση αφού εξαφανίζει τα βαρίδια των τύψεων και των ενοχών για λάθη και παραλείψεις που δεν θυμάται πια, ενώ παράλληλα θέτει τους στόχους και τις προσδοκίες του μέλλοντος ψηλότερα ώστε να ξεπεραστεί το ωραίο παρελθόν. Το ρομαντικό αυτό ροζ συννεφάκι μάς σπρώχνει προς τα μπρος.
Ζούμε στην καλύτερη εποχή, αυτό είναι σίγουρο. Έχουμε πάνω από σαράντα χρόνια να βιώσουμε πολεμική εμπλοκή (με τελευταία την περιπέτεια στην Κύπρο), έχουμε μια σταθερή (με τα μειονεκτήματά της) δημοκρατίαεπίσης για το ίδιο χρονικό διάστημα, διαβιούμε σ’ ένα σύγχρονο σε υποδομές κράτος, έστω και με δανεικά.
Κάτι έχει όμως αλλάξει. Κάτι που δε σχετίζεται με το πόσα αυτοκίνητα παρκάρουν στην αυλή του σπιτιού μας, ή την παράλογη τιμή που κοστίζει το βρεφικό καροτσάκι που σπρώχνουν οι κυρίες με καμάρι στην Ταχυδρομείου. Κάτι έχει αλλάξει και δεν είναι ότι το τηλέφωνο με τον μετρητή έφυγε από το περίπτερο και κόλλησε για πάντα σα τσιμπούρι στο αυτί μας.
Έχει απλωθεί πάνω απ’ τη χώρα ένα τοξικό νέφος εγωισμού, ένα μαύρο σύννεφο ξιπασιάς που εμποδίζει τον ήλιο της αλήθειας, της μετριοφροσύνης, της ταπεινότητας να ζεστάνει τις καρδιές μας και να κολλήσει τις διαλυμένες παρέες μας. Πάντα οι γυναίκες φορούσαν τακούνια για να ενισχύσουν το ύψος τους, ποτέ όμως το ψέμα τους δεν ήταν τόσο μεγάλο ώστε όταν τις συναντάς στην πραγματική ζωή κι όχι στο διαδίκτυο να είναι όλες «Νατάσες last year»! Πάντα τα αντράκια, καθώς μεγαλώναμε, πλακωνόμασταν στο ξύλο για να παραβγούμε ο ένας τον άλλο, αλλά ακόμη κι εκεί υπήρχαν κώδικες τιμής και ηθικής. Έλεγες «παραδίνομαι», σταματούσε μαχαίρι το ξύλο,ήσουν ένας με έναν, δεν χτυπούσες από τη μέση και κάτω. Σήμερα είσαι πιτσιρικάς μαλώνεις με τον κολλητό σε δέρνει κι ο μπαμπάς του!
Έχει ποτιστεί το μυαλό των γυναικών με τα χημικά της βαφής και η αυτοεκτίμησή τους έχει μετατραπεί σε άγνοια κινδύνου. Η αυτοπεποίθηση σε απώλεια επαφής με την πραγματικότητα. Τι κι αν τα ελληνικά τους είναι σαν των μεταναστών που πέρασαν προχθές στη Λέσβο, γιατί να μη εκφωνούν το κεντρικό δελτίο ειδήσεων; Τι κι αν οι βαθμοί τους σε πέντε σχολεία και δώδεκα τάξεις συμπληρώνουν νούμερα που φέρνει κανείς μόνο στο τάβλι, γιατροί θέλουν να γίνουν και κάνοντας τις σωστές επιλογές, θα το καταφέρουν. Οι αδυναμίες όχι μόνο δεν κρύβονται με ευγένεια και στυλ ή δεν στρογγυλεύουν με καλαισθησία, αλλά επιδεικνύονται με θρασύτητα. Η μέση μπορεί να θυμίζει σούπερ σάιζ ντόνατ, αλλά προσφέρεται με προκλητικότητα σε πεινασμένους, όχι απαραίτητα, για ζάχαρη άνδρες.
Έχει νοτίσει ο εγκέφαλος των ανδρών από το πολύ ζελέ και ο όποιος δυναμισμός τους κατέληξε φτηνή μαγκιά. Η μπέσα (αλβανική λέξη) έγινε το σύγχρονο τζόκερ, όλοι το ψάχνουν, αυτό όλο τζακ ποτ κάνει. Το υποτιθέμενο θάρρος των αρσενικών έγινε σηκωμένος γιακάς στο πόλο μπλουζάκι και τα σταράτα λόγια κατεβασμένα ρολά στην ευγένεια. Τι κι αν δε το ‘χουν με το στρίψιμο στο δρόμο, βάζουν μια εξάτμιση και αφήνουν ένα τετράγωνο άυπνο. Τι κι αν δε μπορούν να ξεφουσκώσουν την κοιλιά από τη έλλειψη εγκράτειας, χώνονται σε ένα Gant, ένα Lacoste μπας και φρενάρει το μάτι της ξανθιάς πιο ψηλά, στο σηματάκι της φίρμας.
Δεν υπάρχουν πια πεσμένα μάτια από ντροπή και συστολή, μόνο πεσμένοι πισινοί από την πολλή αμπελοφιλοσοφία στους καφέδες. Δεν υπάρχουν πια ξεκάθαρες, κοφτές, απόλυτες, συγγνώμες στα αναπόφευκτα λάθη μόνο δευτερεύουσες προτάσεις που κρύβουν μέσα τους όλη την αλήθεια. Πάντα, άλλωστε ο διάολος κρυβόταν στις λεπτομέρειες: «Λυπάμαι που χτύπησαν τον Μπουτάρη, αλλά κι αυτός φορούσε σκουλαρίκι», που θα έλεγε κι ο Μπέος! «Συγγνώμη αγάπη μου που σε έκανα τόπι στο ξύλο, αλλά με έβγαλες από τα ρούχα μου», που λέει κι ο γείτονας μου, μην αναρωτηθείτε ποιος, όλοι γείτονες είμαστε.
Η θρασύτητα κόβεται με το μαχαίρι στον αέρα, η ημιμάθεια κόβει ή ίδια βόλτες ξεδιάντροπα στην πόλη, όλοι θέλουν να μιλάνε χωρίς να λένε κάτι (και νομίζουν ότι έχουν δίκιο), κανείς δε θέλει ν’ ακούει και δε χρεώνεται το λάθος. Τις γνώσεις των ανθρώπων τις συναντάς σα ταπετσαρίες πτυχίων στους τοίχους κι όχι σαν κεκτημένα κόπων στο μυαλό τους. Χιλιάδες λειράτες κότες κυκλοφορούν στην πόλη πίνοντας νερό και ατενίζουνμε αναίδεια τον ουρανό, τα σοβαρά κοκόρια που κοιτούν που και που το πεζοδρόμιο απουσιάζουν, τα ψάχνουμε με το φανάρι. Το σταφιδόψωμό μας είναι σκέτο ζυμάρι, οι σουλτανίνες μετρημένες στα δάχτυλα, αλλά όλοι το μασουλάμε με τρελή χαρά λες κι είναι παντεσπάνι. Ο Στίβεν Πίνκερ, επιφανής ψυχολόγος του Χάρβαρντ κάνει έκκληση για χρήση της λογικής, του διαλόγου, της ελεύθερης έκφρασης των ιδεών μαζί με μια αποτελεσματική μέθοδο αξιολόγησής τους. Τι λε ρε Πινκερ; Ξέρεις ποιοι είμαστε μεις; Ποια αξιολόγηση;
* Από τον Δημήτρη Παχατζόπουλο