Χαρακτηριστικό το παράδειγμα των συντρόφων του Οδυσσέα που έφαγαν τους καρπούς από τους λωτούς στο νησί των λωτοφάγων, ξέχασαν τα πάντα και αρνούνταν να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Το κυβερνητικό αφήγημα περί καθαρής εξόδου από το μνημόνιο προφανώς απευθύνεται σε λωτοφάγους. Γιατί καθαρή έξοδος δεν υπάρχει. Η σκληρή πραγματικότητα δεν αλλάζει από την κυβερνητική διάθεση να διαψεύσει τα ίδια τα γεγονότα. Ο καλλωπισμός της κατάστασης ενόψει της ολοκλήρωσης του προγράμματος είναι απατηλός. Η αλήθεια είναι ότι ο έλεγχος του προϋπολογισμού έχει παραδοθεί στους πιστωτές και η σκληρή επιτροπεία θα υφίσταται ως το 2022 τουλάχιστον. Το περιώνυμη καθαρή έξοδος δεν πείθει, ειδικά από μια κυβέρνηση που ως τώρα «υπογράφει και τις χαρτοπετσέτες».
Ο ίδιος ο κ. Τσακαλώτος ομολόγησε άλλωστε ότι η ενισχυμένη εποπτεία αποτελεί ειλημμένη απόφαση. Δημιούργησε μάλιστα και εσωκομματικό πρόβλημα με τη διαρροή του αυτή. Είπε όμως την αλήθεια. Κάθε άλλη προσέγγιση είναι ψευδής και ταυτίζεται με τον κωδικό «αυταπάτες», όπως αυτός έχει γίνει γνωστός – με κάθε επισημότητα στη Βουλή-από τα πρωθυπουργικά χείλη. Το συμφωνηθέν πλαίσιο της επόμενης μέρας του μνημονίου απαιτεί να πέσουν οι τόνοι της μεταμνημονιακής ευφορίας.
Οι εταίροι θα πιέζουν για συνέχιση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, οι αξιολογήσεις θα συνεχίζονται και οι τύχες μας θα κριθούν από τις αγορές που είναι σκληρότεροι κριτές. Η Ελλάδα και μετά τη λήξη του προγράμματος θα παραμείνει σε επιτήρηση. Άλλωστε μόνο έτσι θα μπορέσει να υπηρετήσει την πιθανότητα απομείωσης του μη βιώσιμου χρέους της, που αποτελεί και το βασικό στρατηγικό της στόχο.
Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τη ρητορεία της καθαρής εξόδου για να παρηγορήσει και παράλληλα ομνύει στην εξάντληση της τετραετίας. Το μόνο που κάνει τελικώς είναι να επιζητεί επικοινωνιακά αντισταθμίσματα. Τα χρησιμοποιεί όμως μόνο διακοσμητικά. Παραβλέπει την αδήριτη πραγματικότητα ότι η ελληνική οικονομία πάσχει δομικά. Η ανάπτυξη το 2017 ήταν πολύ μικρότερη από την προσδοκώμενη. Το φαινόμενο του ελατηρίου –μετά από την πολυετή ύφεση- δεν λειτούργησε. Και αυτό γιατί η οικονομία μας παραμένει αναχρονιστική και το κράτος λειτουργεί συνειδητά εις βάρος της παραγωγικότητας.
Η μεταμνημονιακή Ελλάδα που υποτίθεται έρχεται μετά το καλοκαίρι δεν είναι παρά το παράθυρο βελούδινης διαφυγής που επιζητούν οι κυβερνώντες. Το εξαιρετικά δύσκολο 2019 έρχεται. Ο κ. Τσίπρας με περισσό κυνισμό θα αποπειραθεί να τα καταφέρει εκλογικά και αυτή τη φορά. Θα χάσει και το ξέρει, στοχεύει όμως να μην συντριβεί. Να μην πάθει ό,τι έπαθε το ΠΑΣΟΚ. Επιζητεί να συνεχίσει να υπάρχει πολιτικά παγιδεύοντας όσο μπορεί τη ΝΔ. Αν η επόμενη μέρα δεν είναι καταστροφική για τον ΣΥΡΙΖΑ, ίσως υπάρξει μεθεπόμενη μέρα για τον ίδιο. Τη δικαιούται άλλωστε. Ας μην λησμονούμε πως το 2015 είχε διαπραγματευτεί 17 ολόκληρες ώρες.
Από τον Νίκο Ντόλα
* Ο Νίκος Ντόλας, είναι φιλόλογος, διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών.