Τη συνάντηση παρακολούθησαν περισσότεροι από 500 γεωπόνοι από όλη την Ελλάδα και ελαχιστότατοι αγρότες, πιθανόν λόγω μη ενημέρωσής τους, παρόλο ότι το θεματολόγιο αφορούσε σε απλά, πρακτικά και καθημερινά ζητήματα εφαρμογής στον αγρό.
Η φυτοπροστασία, όπως είναι γνωστό, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράγοντα και συντελεστή της γεωργίας, από οικονομική σκοπιά, διότι προστατεύει τη γεωργική παραγωγή από τους εχθρούς, τις ασθένειες και τα ζιζάνια, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην εξασφάλιση του γεωργικού εισοδήματος, αλλά ταυτόχρονα επηρεάζει και το κέρδος του αγρότη-επιχειρηματία, διότι έχει ένα σημαντικό κόστος για την εφαρμογή της (φάρμακα, ψεκαστικά, άλλα τεχνολογικά μέσα, εργατικά κλπ). Έχει όμως και ιδιαίτερη περιβαλλοντική σημασία, διότι επιδρά στο αγροοικοσύστημα, κυρίως μέσω των φαρμάκων, προκαλώντας ανισορροπίες και διαταραχές. Επομένως, για το θέμα της φυτοπροστασίας, έχουν ευθύνη τόσο οι αγρότες και όλοι όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται σε αυτή, όσο και το κράτος με όλους τους φορείς του που επίσης εμπλέκονται στη γεωργία.
Από τα θέματα που αναπτύχθηκαν προκύπτουν ορισμένα πολύ σημαντικά συμπεράσματα, όπως:
* Οι γεωπονικές σχολές και τα ερευνητικά ινστιτούτα, παρακολουθούν τους εγκατεστημένους εδώ και πολλά χρόνια καθώς και τους νεοεμφανιζόμενους εχθρούς, ασθένειες και ζιζάνια και προτείνουν μέτρα αντιμετώπισης. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι στα μέτρα αντιμετώπισης, τα τελευταία χρόνια, δίδεται μεγάλη προτεραιότητα στην «ολοκληρωμένη καταπολέμηση», δηλαδή, στην εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων και τεχνικών φυτοπροστασίας, που είναι περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον και που μπορούν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό να υποκαταστήσουν τη μέχρι σήμερα κατ΄ αποκλειστικότητα εφαρμοζόμενη χημική μέθοδο. Περιληπτικά, αυτές οι σύγχρονες μέθοδοι και τεχνικές περιλαμβάνουν προληπτικά μέτρα και τεχνικές, φυσικές μεθόδους όπως εντομοστεγή δίκτυα, ηλιοαπολύμανση και αδρανείς σκόνες, βιοτεχνολογικές μεθόδους όπως, φερομενικές παγίδες, παγίδες χρώματος, συστήματα παρεμπόδισης συζεύξεων και τις γεωργικές προειδοποιήσεις, τη βιολογική καταπολέμηση με αρπακτικά, παράσιτα, εντομοπαθογόνους νηματώδεις κλπ, την πολλά υποσχόμενη γεωργία ακριβείας και βέβαια, όπου και εφόσον οι παραπάνω μέθοδοι και τεχνικές δεν έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα τη χρήση της χημικής μεθόδου.
* Σήμερα, τόσο η ευρωπαϊκή όσο και η ελληνική νομοθεσία για τα γεωργικά φάρμακα, είναι αυστηρότερη, προκειμένου αυτά να έχουν τη μικρότερη δυνατή επίδραση στο περιβάλλον και την καλύτερη δυνατή προστασία της υγείας των καταναλωτών αλλά και των αγροτών και των χρηστών γεωργικών φαρμάκων. Έτσι, η φαρμακοβιομηχανία προσανατολίζεται στην παραγωγή περισσότερο εξειδικευμένων φαρμάκων και όχι γενικής δράσης, στην παραγωγή φαρμάκων λιγότερο μελισσοτοξικών και λιγότερο τοξικών στους υδρόβιους οργανισμούς και τα θερμόαιμα.
* Έχουν θεσπισθεί μέτρα σε εφαρμογή της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας, προκειμένου να αντιμετωπίζονται προβλήματα επιβάρυνσης του περιβάλλοντος από τα κενά συσκευασίας των φαρμάκων και τα υπολείμματα φαρμάκων μέσα σε αυτά καθώς και από την κακή λειτουργία των ψεκαστικών μηχανημάτων.
* Αρμόδιοι φορείς και υπηρεσίες διενεργούν τακτικούς ελέγχους, για ύπαρξη υπολειμμάτων φαρμάκων στα γεωργικά προϊόντα, προκειμένου να αποτρέπεται η κυκλοφορία τους στην αγορά και να τιμωρούνται οι υπεύθυνοι.
* Εφαρμόζεται και στη χώρα μας η συνταγογράφηση για τη διάθεση των γεωργικών φαρμάκων. Δηλαδή, για να αγοράσει ο επαγγελματίας αγρότης ένα φάρμακο, θα πρέπει πρώτα να πάρει συνταγή, όπου θα αναγράφεται ο λόγος για τον οποίο χορηγείται το συγκεκριμένο φάρμακο (π.χ. η ασθένεια ή ο εχθρός), η έκταση του αγρού και η απαιτούμενη ποσότητα. Με τη συνταγογράφηση, εξορθολογίζεται ακόμη περισσότερο η διάθεση και ο έλεγχος των γεωργικών φαρμάκων.
Και μία διαπίστωση:
Από όλες αυτές τις καινοτόμες τεχνολογίες και όλα τα μέτρα και αποφάσεις του Υπουργείου που αφορούν στο περιβάλλον και που θα έπρεπε ήδη να εφαρμόζονται στον αγρό, εφαρμόζονται πολύ λίγα και με πολύ αργούς ρυθμούς. Και τούτο, διότι οι αγρότες που είναι οι βασικοί μοχλοί εφαρμογής στην πράξη, δεν έχουν τη σχετική ενημέρωση και όταν χρειάζεται δεν έχουν την απαραίτητη στήριξη. Είναι πλέον κοινή διαπίστωση, ότι οι έλληνες αγρότες, πορεύονται σε ένα θολό περιβάλλον, σε σύγχυση, χωρίς μπούσουλα και με πολλά ερωτηματικά. Λείπει ο μηχανισμός (μπορεί να ονομαστεί υπηρεσία ή φορέας) που θα κάνει υπεύθυνη και σφαιρική ενημέρωση και θα σηματοδοτεί την προοπτική στη γεωργία. Βέβαια, τέτοιες πρωτοβουλίες θα έπρεπε να τις είχαν αναλάβει το κράτος ή οι περιφέρειες. Παλαιότερα το κράτος διέθετε ανάλογο μηχανισμό και μάλιστα πολύ καλά οργανωμένο και αποτελεσματικό.
Εδώ και αρκετά χρόνια, αυτός ο μηχανισμός αποδιαρθρώθηκε, με το αιτιολογικό ότι τη δουλειά αυτή πλέον θα την αναλάμβαναν οι συνεταιριστικές οργανώσεις των ίδιων των αγροτών. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν συνέβη ποτέ. Άλλωστε οι ίδιες οι συνεταιριστικές οργανώσεις διαλύθηκαν, αφού πλέον δεν έπαιζαν κανένα ουσιαστικό ρόλο στη σύγχρονη γεωργία. Οι νέοι συνεταιρισμοί και τα νέα συλλογικά σχήματα, πράγματι θα μπορούσαν να αναλάβουν και το θέμα της ενημέρωσης των αγροτών-μελών τους, αλλά αυτά τα σχήματα αργούν πολύ ακόμα να καλύψουν τη μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών. Ενδεχομένως και αυτή η υστέρηση στη δημιουργία σύγχρονων συλλογικών οργανώσεων να οφείλεται στη μη υπεύθυνη ενημέρωση των αγροτών από αρμόδιο μηχανισμό του κράτους.
Τελευταία, οι ελπίδες έχουν εναποτεθεί στους γεωργικούς συμβούλους, ένα θεσμό που η διάρκειά του θα είναι όση και το αντίστοιχο επιδοτούμενο μέτρο του ευρωπαϊκού προγράμματος, που θα το χρηματοδοτεί. Κατά την εκτίμησή μου, απλώς θα παραταθεί το ήδη προβληματικό περιβάλλον.
Του Κων. Γιατρόπουλου, γεωπόνου