Εκμεταλλευόμενοι, λοιπόν, αυτή την κατάσταση οι σημερινοί συγκυβερνώντες, που είχαν πιστέψει, ενδεχομένως, ότι αυτή η συμπεριφορά του λαού θα διαρκέσει, αν μη τι άλλο, για όσο χρονικό διάστημα θα κρατούν αυτοί στο χέρι τους το τιμόνι της εξουσίας, αποφάσισαν, αν δεν τους υποχρέωσαν κάποιοι άλλοι, να ανακινήσουν, και πάλι, προς επίλυση το Σκοπιανό ζήτημα. Ο στόχος τους τριπλός, κατά την άποψή μου να κάνουν το κέφι όσων Μεγάλων Δυνάμεων, χρόνια τώρα, την επιδιώκουν να δημιουργήσουν, πιθανώς, εσωτερικά προβλήματα στην αξιωματική, κυρίως, αντιπολίτευση και να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο απ’ τα μεγάλα προβλήματα, που, λόγω κρίσης, τον απασχολούν, αλλάζοντας τη θεματολογία των καθημερινών του συζητήσεων. Δυστυχώς, για τους συγκυβερνώντες έπεσαν έξω στους σχεδιασμούς τους και κατάφεραν με τους χειρισμούς τους, να ξανακατεβάσουν τους Έλληνες στους δρόμους και στις πλατείες, αλλά, αυτή τη φορά, εναντίον τους, αφήνοντας, μάλιστα, ως παρακαταθήκη μετά τον ξεσηκωμό τους, ότι είναι έτοιμοι και για ό,τι άλλο, προσεχώς, ήθελε προκύψει.
Ξέχασαν, φαίνεται, ότι το λαό, τον κάθε λαό, δεν μπορεί κανείς να τον κουμαντάρει επί μακρόν, λέγοντάς του, συνεχώς, ψέματα, ψαρεύοντας σε θολά νερά και ξεζουμίζοντάς τον, ούτε, πολύ περισσότερο, θίγοντας τον πατριωτισμό και τα όσια και τα ιερά του, γιατί, τότε και σύμφωνα με τη λαϊκή ρήση, που, προσαρμοσμένη στην περίπτωσή μας, λέει, ότι ο ψεύτης και ο κλέφτης των ελπίδων, μόνο, τον πρώτο χρόνο χαίρεται, θα υποστεί, αργά ή γρήγορα, τις συνέπειες της πολιτικής του. Στην περίπτωση, βέβαια, του κ. Τσίπρα και της παρέας του η σχετική πλειοψηφία του λαού, απογοητευμένη απ’ την πολιτική των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων και βρισκόμενη σε πλήρες αδιέξοδο, καταστρατήγησε αυτόν τον κανόνα και, παρότι την αποκάρδιωσε και διέψευσε, γρήγορα, τις προσδοκίες της, του εμπιστεύθηκε τις τύχες του λαού πάνω από τρία χρόνια μέχρι τώρα και, ενδεχομένως, να του επιτρέψει να εξαντλήσει την τετραετία του, γιατί δεν μπορεί να κάνει και διαφορετικά. Η ανακίνηση, ωστόσο, του Σκοπιανού και η μεγάλη συμμετοχή στα συλλαλητήρια συνετέλεσαν, ώστε ν’ αλλάξουν τα δεδομένα.
Τα γράφω όλα αυτά, για να υποστηρίξω, ότι εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων πολιτών κάθε ηλικίας απ’ όλα τα μέρη της χώρας, και όχι μόνο γραφικοί και ακραίοι, όπως υποστήριζαν κάποιοι, εντελώς ανέλπιστα και κόντρα στα προγνωστικά και στο κλίμα εκφοβισμού και κατασυκοφάντησης , που επιχειρήθηκε, άφησαν τον καναπέ μετά από πολύ καιρό και πήραν μέρος στα μεγάλα συλλαλητήρια, που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Πρώτος τους στόχος ήταν, βεβαίως, να εκφράσουν την αντίθεσή τους και να αποτρέψουν την κυοφορούμενη λύση στο Σκοπιανό ζήτημα, που ζημιώνει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα συμφέροντα της χώρας μας. Είμαι, μάλιστα, της άποψης, ότι, ανεξαρτήτως του τί υποστηρίζει, δημοσίως, ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ, το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, αν αυτή ολοκληρωθεί, θα είναι, εντελώς, διαφορετικό απ’ το αρχικά προγραμματισμένο, εξ αιτίας της μεγάλης συμμετοχής του κόσμου σ’ αυτά. Αυτό, κατά την άποψή μου, ήταν το πρώτο ουσιαστικό μήνυμα, που εξέπεμψαν τα συλλαλητήρια.
Εξέπεμψαν, όμως, και ένα άλλο, εξ ίσου, σημαντικό. Προειδοποίησαν, έμμεσα έστω, οι συμμετέχοντες την πολιτική ηγεσία του τόπου και, κυρίως, την κυβέρνηση, που εκλάμβανε τον καναπέ ως αποδοχή της πολιτικής της, ότι ο λαός εξαντλήθηκε απ’ τα μνημονιακά μέτρα, που κατέστησαν αβίωτο το βίο μας. Κι αν δεν το διατράνωσαν, ιδιαίτερα, με τα συνθήματά τους στα συλλαλητήρια, ήταν, σίγουρα, και αυτά, που βοήθησαν να ξεκολλήσουν τόσοι πολλοί απ’ τον καναπέ και να επηρεάσουν το πολιτικό γίγνεσθαι.
Θα περίμενε, γι’ αυτό, κάθε νουνεχής πολίτης, να δει και ν’ ακούσει τον κ. Τσίπρα, εκ των υστέρων έστω, να ανακρούει πρύμνα, να εκμεταλλεύεται, όπως συνήθιζε στο κοντινό παρελθόν, τη συμμετοχή του κόσμου στα συλλαλητήρια και να τα αξιοποιεί, γιατί όχι, ως ένα ισχυρό όπλο στη διαπραγμάτευση. Αμ δε; Για να θολώσει τα νερά και για να στρέψει προς άλλη κατεύθυνση την κουβέντα, έβαλε, δια του Υπουργού προστασίας του πολίτη, την αστυνομία να ανακοινώνει αυτή τον αριθμό των συγκεντρωθέντων, φροντίζοντας, όμως, να είναι, εμφανώς, μικρότερος απ’ αυτόν, που υποστήριζαν οι συνδιοργανωτές των συλλαλητηρίων και για λόγους ευνόητους. Και όχι μόνο αυτό• αντί να πάρουν το μήνυμα, ότι η ακολουθούμενη πολιτική τους ήταν αυτή, που έκανε τον κόσμο να σηκωθεί απ’ τους καναπέδες και να κατεβεί στους δρόμους και στις πλατείες αντί να συγκρίνουν το πλήθος μ’ αυτό, έστω, των αγανακτισμένων στις πλατείες, όταν βρισκόντουσαν στην αντιπολίτευση και τάσσονταν κατά των μνημονίων, έφθασαν στο σημείο κυβερνητικά στελέχη, άκουσον-άκουσον, να συγκρίνουν τους συγκεντρωθέντες με τον κόσμο, που δεν πήρε μέρος στα συλλαλητήρια, θεωρώντας ότι, όσοι δεν πήγαν, όχι μόνο ήταν εναντίον των συλλαλητηρίων αλλά και συμφωνούσαν με την πολιτική Τσίπρα.
Και, για να δικαιώσουν το Μίκη Θεοδωράκη, για τους βαρείς χαρακτηρισμούς και όσα άλλα τους καταμαρτύρησε δημοσίως, αλλά και για να αποπροσανατολίσουν και πάλι τον κόσμο, έκαναν και κάτι άλλο• έσπευσαν, άρον-άρον, οι συγκυβερώντες, και πριν, καλά-καλά, ολοκληρωθεί το συλλαλητήριο της Αθήνας, να φέρουν στην επιφάνεια, χωρίς να κρατήσουν, καν, τα προσχήματα, την υπόθεση Novartis, που εκκρεμούσε, εδώ και καιρό, και να υιοθετήσουν, μάλιστα, τις κατηγορίες εναντίον πολιτικών τους αντιπάλων, πριν, καλά φθάσει και ανοιχθεί ο σχετικός φάκελος στη Βουλή. Τέτοια πρεμούρα και τέτοια αποθέωση του αυριανισμού.
Ως εκ τούτου, εκείνο, που μας απομένει, είναι να αναφωνήσουμε, ω, Θεέ μου, τι θ’ ακούσουμε και τι θα δούμε, ακόμα, στην πορεία προς τις εκλογές;
* Από τον Κώστα Γιαννούλα