Η αντίληψη των δύο κομμάτων υπαγορεύεται σαφώς από κομματικές σκοπιμότητες. Η ΝΔ αναζητά τη μέγιστη δυσκολία στη λήψη της απόφασης για την απεργία για να υπηρετηθεί καλύτερα το συμφέρον των εργοδοτών. Άλλωστε τη «γραμμή» αυτή έδωσε το ΔΝΤ που αποτελεί το γνησιότερο υπερασπιστή των εργοδοτικών συμφερόντων. Το ΚΚΕ από τη μεριά του ανάγει σε βασικό ζήτημα την ευκολία στη λήψη της απόφασης για απεργία εκτιμώντας λαθεμένα ότι υπηρετείται μ’ αυτόν τον τρόπο το πραγματικό συμφέρον των εργαζομένων. Τα συμφέροντα όμως των εργαζομένων υπηρετούνται καλύτερα όταν ο αγώνας είναι μαζικός , ενωτικός και αντικατοπτρίζουν τη θέληση των εργαζομένων και για να είναι τέτοιος πρέπει να προετοιμάζεται σωστά μέσα από δημιουργικό και πλατύ λόγο για τα αιτήματα, τις μορφές αγώνα και το χρονικό προσδιορισμό κατά τον οποίο πρέπει να διεξαχθεί για να είναι αποτελεσματικός.
Θα περίμενε κανείς να μη βλέπει το ΚΚΕ επιφανειακά τα πράγματα και ν΄ ανοίξει δημιουργική συζήτηση για τα πραγματικά προβλήματα του εργατικού διεκδικητικού κινήματος με στόχο την υπέρβαση της βαθιάς κρίσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Να τεθούν δηλαδή μέσα κι έξω από τους εργασιακούς χώρους τα τεράστια ερωτήματα όπως:
α) γιατί οι εργαζόμενοι γυρνούν την πλάτη τους στις συνδικαλιστικές ηγεσίες;
β) γιατί τροφοδοτείται στο συνδικάτο και συνολικά στο Συνδικαλιστικό Κίνημα ο ανταγωνισμός των κομματικών παρατάξεων οι οποίες αποτελούν ιμάντες μεταβίβασης κομματικών εντολών και επιδιώξεων , με αποτέλεσμα την κατάργηση της αυτονομίας του συνδικαλιστικού κινήματος;
γ) γιατί συρρικνώθηκε η εσωτερική ζωή στα σωματεία, αποδυναμώθηκαν οι συναδελφικές σχέσεις και μειώθηκε η συμμετοχή και η δράση στα σωματεία με τραγικά αποτελέσματα στην ενότητα των εργαζομένων και συνακόλουθα στην διεκδικητική τους ικανότητα;
Ο προβληματισμός πάνω στα ζητήματα αυτά μπορεί να αναδείξει τα πραγματικά προβλήματα του συνδικαλιστικού κινήματος που είναι : η διάρρηξη της ενότητας των εργαζομένων σε ταξική βάση, η οποία αποτελεί τη μοναδική εγγύηση για τη μαζική συμμετοχή και την αποτελεσματικότητα του αγώνα. Η στείρα αντιπαράθεση των συνδικαλιστικών παρατάξεων και οι ίντριγκές τους για επουσιώδη ζητήματα που αποστασιοποιούν όσους εργαζόμενους ενδιαφέρονται για τα επαγγελματικά τους συμφέροντα αντί των κομματικών σκοπιμοτήτων και επιδιώξεων των παραταξιακών ηγεσιών. Η φαλκίδευση της εικόνας γύρω από την πραγματική οργανωτική κατάσταση των εργαζομένων κάθε κλάδου και οι αναντίστοιχοι συσχετισμοί οι οποίοι απεικονίζονται στις ηγεσίες των δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων οργανώσεων.
Όταν τα πραγματικά προβλήματα βγουν στην επιφάνεια υπάρχει ελπίδα να εκλογικευθεί η συνδικαλιστική διαδικασία και να επανεκκινήσουν οι συνδιοργανώσεις με λειτουργία η οποία μπορεί να εγγυηθεί ξανά άνθιση του αγωνιστικού ταξικού μαζικού κινήματος σε ρεαλιστική βάση. Σ αυτή τη βάση μπορεί να προκύψει ρωμαλέο συνδικαλιστικό κίνημα που δεν θα έχει ανάγκη από «εφόδους» στο υπουργείο εργασίας και τσαμπουκάδες στο τραπέζι από συνδικαλιστές να μετατρέπουν τη διεκδίκηση σε πολιτικό γιουσουρούμ για τις κάμερες και τα δελτία των 8.00 μμ.
Για να αναγεννηθεί το συνδικαλιστικό κίνημα θέλει πολλή δουλειά από τους ίδιους τους εργαζόμενους και τα ανιδιοτελή συνδικαλιστικά στελέχη που τιμούν τον απογαλακτισμό του συνδικαλιστικού κινήματος από τα κόμματα και την κυβέρνηση. Με όρους κινήματος η αναγέννηση του ΣΚ συνδέεται με νέο προσανατολισμό σε ταξικούς αγώνες για τα πραγματικά προβλήματα που θα συγκινήσουν τους εργαζόμενους. Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν ξεκινά πολιτικό αγώνα γιατί δεν είναι ο ρόλος του. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Σ.Κ. δεν θα λαμβάνει υπόψιν τις πολιτικές συνθήκες στις οποίες δρα. Δεν σημαίνει όμως, επίσης ότι θα επικεντρώνεται στην προώθηση πολιτικών στόχων και κομματικών σκοπιμοτήτων.
Για κάποιους στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ανήκει ο ρόλος του πολιτικού υποκειμένου. Για μας αυτό συνιστά στρέβλωση που οδηγεί σε διάρρηξη της ταξικής ενότητας. Αν κάτι χρειάζεται το ΣΚ είναι ακριβώς η επανασύνδεσή του με τα προβλήματα των εργαζόμενων, η προώθηση και η περιφρούρηση της ταξικής ενότητας μέσα από τον αγώνα για την επίλυση των προβλημάτων, γεγονός που αποτελεί πρωταρχικό όρο και προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών αγώνων και την καταξίωση του κοινωνικού του ρόλου.
Των Βασίλη Ζωγράφου, Θεόδωρου Λεβέντη
* Ο Βασίλης Ζωγράφος είναι συνδικαλιστής εκπαιδευτικός
* Ο Θεόδωρος Λεβέντης είναι μέλος του Δ.Σ. του Εργατικού Κέντρου Λάρισας