Απέπλευσαν από τον Τάραντα της Ιταλίας στις 15 Οκτωβρίου 1944 με το καναδικό πολεμικό πλοίο «Πρίγκιπας Δαυίδ» και έφτασαν στον Πόρο στις 17 Οκτωβρίου. Εκεί κατέπλευσε και το πολεμικό «Αβέρωφ» συνοδευόμενο από τρία αγγλικά καταδρομικά που έρχονταν από την Αλεξάνδρεια μεταφέροντας τους τρεις υπουργούς που έστειλε ο Παπανδρέου στο Κάιρο (Τσιριμώκο, Καρτάλη, Ασκούτση) για την μεταφορά όλων των ελληνικών υπηρεσιών στην Ελλάδα. Έτσι όλη η κυβέρνηση έφθασε στο λιμάνι του Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι στις 18.10.1944.
Τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής που είχαν υποχωρήσει από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου 1944 είχαν κατεβάσει την σημαία του αγκυλωτού σταυρού από την Ακρόπολη και εκεί ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ύψωσε την ελληνική σημαία στις 18 Οκτωβρίου 1944 συνοδευόμενος από στρατιωτικές και πολιτικές αρχές και πλήθος κατενθουσιασμένων Αθηναίων.
«Η υποδοχή την οποία ο αθηναϊκός λαός επεφύλαξε το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1944 στην κυβέρνηση Εθνικής Ενώσεως δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Παραληρώντας από ενθουσιασμό και μεθυσμένος από ελευθερία και προοπτικές για το μέλλον, σύσσωμος ο πληθυσμός της πρωτεύουσας, οι αδούλωτοι δούλοι του χθες, είχε ξεχυθεί στους δρόμους, στους εξώστες και τις στέγες επευφημώντας και ραίνοντας με άνθη τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης. Στο πρώτο αυτοκίνητο επέβαινε ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και ο στρατηγός Σκόμπι (διοικητής του αγγλικού στρατού στην Ελλάδα)» (βιβλ.1, σελ.378).
Μετά την δοξολογία στην μητρόπολη Αθηνών, ο πρωθυπουργός με τα μέλη της κυβέρνησης πήγαν στην πλατεία Συντάγματος. Από τον εξώστη του υπουργείου συγκοινωνιών ο Παπανδρέου εκφώνησε βαρυσήμαντο λόγο διακοπτόμενος από οπαδούς του ΕΑΜ με συνθήματα «ΕΑΜ – ΕΛΑΣ» και ρυθμικά «ΛΑΟΚΡΑΤΙΑ – ΛΑΟΚΡΑΤΙΑ».
Στις 19 Οκτωβρίου, μία εβδομάδα μετά την απελευθέρωση η αστυνομική διεύθυνση Αθηνών ενημέρωσε πανικόβλητη πως οι οργανώσεις ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΚΚΕ κ.λπ. είχαν ήδη εγκαταστήσει γραφεία και χώρους στρατωνισμού σε 222 οικήματα σε όλη την πόλη.» (βιβλ.2, σελ.265).
Όλοι ήξεραν (και κυρίως ο Παπανδρέου και οι Άγγλοι) ότι η Αθήνα του 1944 δεν είχε πλέον καμία σχέση με την Αθήνα πριν την Κατοχή. Το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ είχαν μαζικοποιηθεί. Αυτή η ανάπτυξη των μαζικών οργανώσεων ήταν και ο τροφοδότης για την ανάπτυξη του ΚΚΕ, το οποίο ενώ τον Ιανουάριο του 1942 είχε στην Αθήνα 1200 μέλη, στην περίοδο της απελευθέρωσης είχε 35.000 μέλη. Επιπλέον, η κατάρρευση της Ιταλίας είχε δώσει την ευκαιρία στον ΕΛΑΣ στην ύπαιθρο αλλά και στην Αθήνα να αποκτήσει αρκετό ιταλικό οπλισμό.
Εν τω μεταξύ, στην Μόσχα στις 12 Οκτωβρίου 1944 ο Τσόρτσιλ και ο Στάλιν σε σύσκεψη του Κρεμλίνου μοίραζαν τις τύχες των βαλκανικών λαών ανάλογα με τα συμφέροντά τους, παρουσία των υπουργών Εξωτερικών Ίντεν και Μολότωφ και των διερμηνέων ταγματάρχη Μπιρς και Παυλώφ. Ο Τσόρτσιλ αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι απευθύνθηκε στον Στάλιν λέγοντας: «Ας μην εμπλακούμε σε σύγχυση για μικροζητήματα. Καθώς αφορά την Αγγλία και την Ρωσία πώς σας φαίνεται να έχετε 90% επιρροή στη Ρουμανία και εμείς 90% έλεγχο στην Ελλάδα, και να μοιραστούμε κατά το ήμισυ την επιρροή στην Γιουγκοσλαβία; Ενώ μεταφράζονταν αυτά έγραφα σε μισό φύλλο χαρτιού «Ρουμανία : Ρωσία 90% , άλλοι 10%. Ελλάς : Μεγ. Βρετανία (σε συμφωνία με ΗΠΑ) 90%, Ρωσία 10%. Γιουγκοσλαβία 50 – 50. Ουγγαρία 50 - 50. Βουλγαρία: Ρωσία 75%, άλλοι 25%». Έσυρα το φύλλο προς τον Στάλιν, ο οποίος είχε ακούσει ήδη την μετάφραση. Υπήρξε σύντομη σιωπή και μετά πήρε το μπλε μολύβι, σημείωσε την έγκρισή του και μου το επέστρεψε. Όλα είχαν κανονισθεί σε διάστημα όσο απαιτούνταν για να αρχίσουμε.» (βιβλ.1, σελ.361)
Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου ανέλαβε σε σύντομο χρόνο να βάλει τάξη στη διαλυμένη δημόσια διοίκηση, στο στρατό, στα σώματα ασφαλείας και την χωροφυλακή που την αποτελούσαν στην αρχή στρατιώτες της Πολιτοφυλακής του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Με την καθοδήγηση της κυβέρνησης θα παρέμενε μέχρι τη 1 Δεκεμβρίου 1944, όπου την ημέρα εκείνη θα τελείωνε και η προσέλευση και παρουσίαση για ανάληψη υπηρεσίας των στρατευσίμων της κλάσεως του 1936. Η κυβέρνηση τις ημέρες εκείνες έπρεπε να αντιμετωπίσει το θέμα της αποστράτευσης των ανταρτικών σωμάτων και της ΕΑΜικής πολιτοφυλακής που είχαν αρχικά αίσια έκβαση, με την συμμετοχή των εκπροσώπων της αριστεράς Τσιριμώκο, Σβώλο και Ζεύγο.
Οι υπουργοί αυτοί το απόγευμα 27 Νοεμβρίου πήγαν στο σπίτι του Παπανδρέου που ήταν τότε στη λεωφόρο βασιλίσσης Σοφίας 14 και του επέδωσαν ένα κείμενο σχετικά με την αποστράτευση και άλλα θέματα που αφορούσαν τις σχέσεις κυβέρνησης – ΕΑΜ. Ο Παπανδρέου συμφώνησε απόλυτα με το κείμενο και τους ευχαρίστησε. Ενώ όλα πήγαιναν καλά, την επόμενη ημέρα στις 28 Νοεμβρίου ο υπουργός Αλέξανδρος Σβώλος πήγε στο σπίτι του πρωθυπουργού και είπε ότι το κείμενο της προηγούμενης ημέρας η ηγεσία του ΚΚΕ το απέρριψε και η συμφωνία δεν ισχύει. «Το στοιχείο που ιδιαίτερα ώθησε την ηγεσία του ΚΚΕ να αποφασίσει την σύγκρουση ήταν η απαίτηση της κυβέρνησης και των Άγγλων να αποστρατευτούν οι αντάρτες … Την 1 Δεκεμβρίου 1944 μετά την αποτυχία των σχετικών διαπραγματεύσεων, η κυβέρνηση που συνεδρίασε χωρίς την συμμετοχή των εαμικών υπουργών διέταξε την παράδοση της Εθνικής Πολιτοφυλακής του ΕΛΑΣ στα νέα τάγματα εθνοφυλακής. Την ίδια ημέρα το ΕΑΜ απέσυρε τους υπουργούς του (Αλ. Σβώλος υπουργός οικονομικών, Α. Αγγελόπουλος υφυπουργός οικονομικών, Ν. Ασκούτσης υπουργός δημοσίων έργων και Η. Τσιριμώκος υπουργός εθνικής οικονομίας) από την κυβέρνηση και ανακοίνωσε ότι θα διοργάνωνε μεγάλο συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος στις 3 Δεκεμβρίου» (βιβλ.3, σελ.103)
Στις 2 Δεκεμβρίου ημέρα Σάββατο παραιτούνται και οι υπουργοί του ΕΑΜ Ζεύγος (υπουργός γεωργίας) και Μ. Πορφυρογένης (υπουργός εργασίας). Η κεντρική επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε να γίνει γενική απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου και να ανασυγκροτηθεί η κεντρική επιτροπή του ΕΛΑΣ. Δεν υπήρχε ενημέρωση προς τα στελέχη του ΕΑΜ ότι ο Στάλιν με τον Τσόρτσιλ είχαν συμφωνήσει και πως η τύχη της Ελλάδας θα εξαρτιόταν από την Αγγλία και τις ΗΠΑ και συνεπώς κάθε επαναστατική ενέργεια για κατάληψη της εξουσίας θα οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο (γεγονός που ορισμένοι εξωτερικοί παράγοντες και γειτονικές χώρες ίσως το επιδίωκαν). «Το πρωί της Κυριακής 3 Δεκεμβρίου ο Ριζοσπάστης κυκλοφορούσε με ένα άρθρο του Ζεύγου όπου ο έως προχθές υπουργός έγραφε μεταξύ άλλων «.. .και τώρα το λόγο έχουν οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ που τους ζητούν να παραδώσουν τα τιμημένα και κερδισμένα σε μάχες όπλα τους…» Ο υπαινιγμός ήταν σαφής. Η ένοπλη εξόρμηση για την κατάληψη της εξουσίας άρχιζε.» (βιβλ.1,σελ.407)
Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει το συλλαλητήριο όμως από νωρίς το πρωί διαδηλωτές άρχισαν να συρρέουν στην πλατεία Συντάγματος και συγκρούσθηκαν με τις αστυνομικές δυνάμεις. Το πρώτο αίμα του Δεκέμβρη άρχισε να ρέει και 30 περίπου σκοτώθηκαν και υπερδιπλάσιοι τραυματίσθηκαν. Στις 10:40 μια ομάδα περίπου 3.000 διαδηλωτών πήγαινε απειλητικά προς την πρωθυπουργική κατοικία. Πολλοί από αυτούς ήταν ένοπλοι. Όταν έφθασαν εκεί ο αστυνόμος Β΄ Γ. Κανελάκης ευρισκόμενος στην εξωτερική πόρτα σταμάτησε τον αρχηγό τους Προβελέγγιο. Αυτός πήγε στον Κανελάκη και τον ρώτησε αν θα χτυπούσαν οι στρατιώτες του με όπλα τους διαδηλωτές. Ο Κανελάκης τον ρώτησε ποιος είναι και του είπε ότι είναι αξιωματικός του ΕΛΑΣ. Ο Κανελάκης τον οδήγησε μέσα στο κτήριο, όπου οι αστυνομικοί τον αφόπλισαν, ενώ έξω οι διαδηλωτές με την ένοπλη ομάδα κρούσης άρχισαν να πυροβολούν και να ρίχνουν χειροβομβίδες. Οι επτά χωροφύλακες της εξωτερικής φρουράς μαζί με 15 που ήταν μέσα στο κτίριο αντιμετώπισαν πλήρως τους διαδηλωτές και τελικά τους διέλυσαν. «Από τις βολές εκείνες των διαδηλωτών τραυματίσθηκε ο αστυφύλακας Βασιλόπουλος». (βιβλ.1,σελ.409)
Οι μάχες αρχίζουν. Μέχρι την Κυριακή 24 Δεκεμβρίου οι ένοπλες δυνάμεις του ΕΛΑΣ καταλαμβάνουν πολλά αστυνομικά τμήματα σε Αθήνα και Πειραιά καθώς και τις φυλακές Συγγρού, Αβέρωφ, τη Σχολή Ευελπίδων, το αγγλικό στρατηγείο αεροπορίας στην Κηφισιά. Στις 24 Δεκεμβρίου είχαν σχέδιο να ανατινάξουν το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία», όμως δεν έγινε γιατί την επόμενη ημέρα 25.12.44 ήρθε αεροπορικός στην Αθήνα ο Τσόρτσιλ με τον Ίντεν και την επόμενη μέρα είχαν σύσκεψη. Παρευρέθηκαν από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ οι Σιάντος, Παρτσαλίδης και Μάντακας, ο Ρώσος αντισυνταγματάρχης Ποπώφ, ο αμερικανός Μακβέι και οι Παπανδρέου, Πλαστήρας, Σοφούλης, Μάξιμος, και Καφαντάρης. «Ο Τσόρτσιλ παίρνοντας τον λόγο στη σύσκεψη τόνισε ότι τα βρετανικά στρατεύματα έφθασαν στην Ελλάδα με τη γνώση και τη συγκατάθεση του προέδρου Ρούσβελτ και του στρατάρχη Στάλιν». (βιβλ.4,σελ23)
Οι αγγλικές δυνάμεις στην Ελλάδα πριν από το Δεκέμβριο ήταν 15000 περίπου και στο τέλος του μήνα έφθασαν τις 24500 που με αεροπλάνα και τανκς εξουδετέρωσαν σε όλη την Αττική την εαμική αντίσταση. Οι μάχες συνεχίσθηκαν μέχρι τις 08.01.45 και στις 11 Ιανουαρίου ο Σκόμπυ με εκπροσώπους του ΕΛΑΣ υπέγραψαν ανακωχή. Στις 31.12.44 ο Γεώργιος Παπανδρέου αναγκάζεται να υποβάλει στον αρχιεπίσκοπο και αντιβασιλέα Δαμασκηνό την παραίτηση της κυβέρνησής του και στις 03.01.45 ανέλαβε πρωθυπουργός ο Νικόλαος Πλαστήρας.
Βιβλιογραφία :
1. «Γεώργιος Παπανδρέου – Βιογραφία», Κωνσταντίνος Κομνηνός, εκδ .Σύγχρονο Βιβλίο, Αθήνα,1965
2. «Το τιμωρό χέρι του λαού. Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944», Ιάσονας Χανδρινός, εκδ.Θεμέλιο, Αθήνα,2012
3. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ – ΤΟΜΟΣ ΙΣΤ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ,2000
4. Ιστορικά Ελευθεροτυπίας – Τόμος 1ος – Τεύχος 7 – Αθήνα,1999
Από τον Στέφανο Παπαγεωργίου