Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι συνήθως οι άνθρωποι που το υποστηρίζουν είναι αυτοί που είχαν υποστεί οι ίδιοι τέτοια μεταχείριση στην παιδική τους ηλικία. Αυτή η δυναμική της επανάληψης ευθύνεται για το φαύλο κύκλο της κακοποίησης στην παιδική ηλικία.
Η απειλή και η τιμωρία είναι κακοποιητικοί τρόποι χειρισμού απέναντι στο παιδί. Ο γονιός χρησιμοποιεί αυτούς τους τρόπους προκειμένου να ακουστεί ή και να επιβληθεί, ειδικά όταν νιώθει ότι χάνει τον έλεγχο στη σχέση του με το παιδί. Εντούτοις αυτό που χρειάζεται ο ενήλικας είναι η εφαρμογή ορίων στα παιδιά, ξεκάθαρων δηλαδή οδηγιών για το τι επιτρέπεται ή όχι να κάνει το παιδί, χωρίς διαπραγμάτευση. Όσο πιο σταθερός ο ενήλικας στα όρια που θέτει, τόσο μεγαλύτερη η συμμόρφωση του παιδιού σε αυτά. Η παραπάνω διαχείριση δεν αφήνει χώρο για οποιαδήποτε απειλητική συμπεριφορά απ’ τον ενήλικα στο παιδί.
Το δύσκολο βέβαια κομμάτι για το γονιό είναι η διακοπή, η διατάραξη αυτής της αλληλουχίας γενεών κακοποιημένων και κακοποιητών ανθρώπων. Κι αυτό γιατί οι άμυνες που προτείνουμε σε επώδυνες για μας καταστάσεις είναι πολύ ισχυρές. Ένας υπέρμαχος της θεωρίας υπέρ του ξύλου στα παιδιά μου είπε ότι καλά του έκανε ο πατέρας του όταν, μικρός, ήταν ζωηρός και τον έδενε με την τριχιά στο δέντρο για να τον χτυπήσει. Ταυτίζεται λοιπόν έτσι μέσω της προβολής με τον πατέρα του, τον δικαιολογεί και συνεχίζει τέτοιες συμπεριφορές και στο δικό του παιδί.
Αλλά και η ψυχική κακοποίηση δεν είναι λιγότερο σημαντική. Πολλές φορές στην καθημερινότητα μπερδεύουμε το σεβασμό με το φόβο, την υπακοή με την υποταγή, την ευγένεια με την απόσυρση. Δεν είναι καθόλου λίγο για ένα παιδί να ακούει χαρακτηρισμούς του στιλ: είσαι ανίκανο, δεν κάνεις για τίποτα, βλάκας είσαι; και άλλα τέτοια. Μαθαίνει να μην εμπιστεύεται καθόλου τα θετικά του στοιχεία, αντίθετα αυτομαστιγώνεται για τα λιγότερο δυνατά.
Βλέπουμε με κατανόηση (και συμπάθεια) πολλές φορές γονείς να βγαίνουν εκτός εαυτού με τα καμώματα των παιδιών τους. Μέχρι ποιο σημείο όμως μπορούμε να φτάσουμε ώστε η συμπεριφορά μας να μη χαρακτηριστεί κακοποιητική είτε λόγω απειλών, τιμωριών ή και βίας; Το κλειδί σε αυτό είναι να εξασκηθούμε στην τέχνη της ενσυναίσθησης, δηλαδή στο να βλέπουμε τα πράγματα και από τη σκοπιά του άλλου, στην προκειμένη περίπτωση, του παιδιού. Αρκεί να φανταστούμε πόσο γιγάντιοι κι ενδεχομένως παντοδύναμοι φαντάζουμε στα μάτια του. Κοντά σε αυτό, ή μάλλον μέρος αυτού, είναι και ο τρόπος με τον οποίο το παιδί τείνει να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ισότιμο των ενηλίκων. Όχι ίδιο με τους ενήλικες, αλλά ίσο. Οι μεγάλοι οφείλουμε να ενσωματώσουμε αυτή την υπαρξιακή ισοτιμία και να μην την αντιλαμβανόμαστε ως απειλή απέναντι σε αυτά που μας συγκροτούν, τουτέστι τις επιθυμίες μας. Οι σχέσεις μας με τα παιδιά λοιπόν, πρέπει να μοιάζουν με τις σχέσεις με τους άλλους ενήλικες.
Γενικώς, έχουμε πάντα κατά νου:
1. Απαγορεύεται κάθε είδους σωματική βία (αντιλήψεις και στάσεις του είδους «μια στον πισινό δεν πειράζει και τόσο», ή « κι εμείς φάγαμε ξύλο, δεν πάθαμε τίποτα», δεν αντανακλούν τόσο την πραγματικότητα, όσο το πόσο βαθιά ριζωμένες είναι αυτές μέσα μας).
2. Δε χρησιμοποιούμε ποτέ μειωτικές εκφράσεις και χαρακτηρισμούς («είσαι άχρηστο», «είσαι χαζό» κλπ). Η υποτίμηση λειτουργεί στο παιδί «δηλητηριαστικά» για τη συγκρότηση της αυτοεικόνας του και της αυτοεκτίμησής του.
3. Καλό είναι να μη γίνονται συγκρίσεις. Ως ενήλικες γονείς ίσως είναι πολλές φορές φυσικό να θελουμε να βλέπουμε τα παιδιά μας να τα καταφέρνουν σε πολλούς τομείς (ακόμα και -ίσως ιδίως- σε αυτούς που εμείς είμαστε ελλειμματικοί). Αλλά αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα μόνο την απόσυρση του παιδιού ή τη μειωμένη αυτοεκτίμησή του.
Είναι δεδομένο ότι το να σπάσει ο φαύλος κύκλος της βίας στα παιδιά, τόσο σωματικής όσο και ψυχολογικής, είναι κάτι πολύ δύσκολο. Μπορούμε όμως να προσπαθούμε κρατώντας σκέψεις όπως οι παραπάνω και φροντίζοντας να απεκδύουμε τα λάθη του παρελθόντος από το μανδύα της «διαπαιδαγώγησης».
* Ο Χρήστος Κουρλός είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής