Οι χώρες με ιστορία πολιτισμού όπως της Ν. Ευρώπης, Αίγυπτος, Ινδία, Πακιστάν, Σρι Λάνκα, Ταϊλάνδη, Κένυα, Τζαμάικα, Κίνα, Βιετνάμ κ.α. συμμετέχουν στις διεθνείς συμφωνίες υπέρ της κατοχύρωσης των ΠΟΠ προϊόντων, ενώ οι νέες χώρες της Αμερικής και γενικά οι Αγγλοσαξονικές χώρες δεν συμμετέχουν καθόσον εκεί κυριαρχούν οι ιδιωτικές εταιρικές σημάνσεις των brand names. Αυτή είναι η αιτία που κυρίως οι ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία αντιδρούν στην κατοχύρωση των ΠΟΠ προϊόντων και στον ΠΟΕ (Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου) και στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις των διεθνών εμπορικών συμφωνιών CETA, TTIP, κ.α.
Ακολούθησαν οι διεθνείς εμπορικές συμφωνίες της Στρέσσας Ιταλίας το 1951 και της Λισσαβόνας το 1958 με τις οποίες απαγορεύεται η κυκλοφορία απομιμήσεων ΠΟΠ προϊόντων (kind, style).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έδωσε τη δυνατότητα κατοχύρωσης των ΠΟΠ προϊόντων με τον κανονισμό 2081 του 1992. Το 1999 οι ΗΠΑ και η Αυστραλία προσέφυγαν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά της ΕΕ ισχυριζόμενοι κυρίως ότι η ΕΕ κάνει διακριτική μεταχείριση σε βάρος brand names άλλων χωρών. Ακολούθως η ΕΕ για να είναι συμβατή η νομοθεσία της με τον ΠΟΕ την τροποποιεί με τον κανονισμό 510 του 2016 και με τον τελικό 1151 του 2012 απαγορεύει τις απομιμήσεις δίνοντας τη δυνατότητα ίσης μεταχείρισης και κατοχύρωσης ΠΟΠ προϊόντων και τρίτων χωρών.
Βάσει των στατιστικών στοιχείων του 2016 στην ΕΕ έχουν κατοχυρωθεί 3.315 αγροτικά προϊόντα εκ των οποίων 2000 είναι κρασιά και 1315 είναι τρόφιμα (229 τυριά, 326 κρέατα, 130 λάδια, 373 φρούτα, λαχανικά και δημητριακά, κ.α.).
Οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης λόγω της υψηλότερης βιοποικιλότητας και της ιστορικής τους παράδοσης στον τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης των τοπικών κοινωνιών τους έχουν σήμερα τα περισσότερα κατοχυρωμένα ΠΟΠ προϊόντα στην ΕΕ (Ιταλία 926, Γαλλία 740, Ισπανία 353, Ελλάδα 270, Πορτογαλία 203, Γερμανία 164, Ουγγαρία 83, Βουλγαρία 65, Ρουμανία 63 και ακολουθούν οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ με κάτω από 50 η κάθε μία).
Σε επίπεδο ΕΕ το 60% των πωλήσεων ΠΟΠ προϊόντων γίνεται στην εγχώρια αγορά, 20% εξάγεται σε άλλες χώρες της ΕΕ και 20% σε τρίτες χώρες. Η συνολική αξία των εξαγόμενων ΠΟΠ προϊόντων της ΕΕ σε τρίτες χώρες ανέρχεται σε 12 δισ. ευρώ, ήτοι σε 15% των εξαγωγών τροφίμων της. Οι χώρες που εισάγουν ΠΟΠ προϊόντα της ΕΕ είναι οι ΗΠΑ το 30%, Ελβετία, Σιγκαπούρη από 7%, Καναδάς, Κίνα, Ιαπωνία από 6%, Ρωσία 4%, κ.α., γεγονός που τα καθιστά σημαντικό κεφάλαιο τις διμερείς εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της φυσικής βιοποικιλότητας, του παραδοσιακού τρόπου παραγωγής και γαστρονομικής κατανάλωσης και της σύνδεσής της υψηλής ποιότητάς τους και διατροφικής αξίας τους που συγγενεύει με τη βιολογική παραγωγή υγιεινών προϊόντων (λόγω των φυσικών, χημικών, μικροβιολογικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών τους) με τον πολιτισμό, τον αγροτουρισμό και οικοτουρισμό των τοπικών κοινωνιών της Νοτίου Ευρώπης και της Ελλάδας αποτυπώνεται στα ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντα. Η εμπορική διακίνησή των ΠΟΠ προϊόντων στην παγκόσμια αγορά αντιμετωπίζει τον αθέμιτο ανταγωνισμό των υποβαθμισμένων ποιοτικά προϊόντων που είτε παράγονται από μεταλλαγμένους σπόρους και ζωοτροφές, είτε από ορμονούχα και χημικά πρόσθετα της βιομηχανίας των Πολυεθνικών εταιρειών.
Ο 21ος αιώνας θα είναι μια εποχή σύγκρουσης ανάμεσα στην κοινωνική συμμαχία παραγωγών και καταναλωτών που διεκδικούν όρους δίκαιου εμπορίου και υπερασπίζονται την αρχή της πρόληψης, της ποιοτικής σήμανσης και διακριτότητας των ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντων και στις επιδιώξεις των Πολυεθνικών που επιδιώκουν την απορύθμιση των αγορών, την κερδοσκοπία και την εταιρειοκρατία.
Τα ΠΟΠ προϊόντα όταν διακινούνται στο διεθνές εμπόριο δεν είναι απλά εμπορεύματα, αλλά ενσωματώνουν τη βιοποικιλότητα, τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής, την τεχνογνωσία και τον πολιτισμό των τοπικών κοινωνιών όπου παράγονται.
Γι’ αυτό θεωρούμε οπισθοδρόμηση στις εμπορικές συμφωνίες ΕΕ-χωρών Ν. Αφρικής και ΕΕ – Σιγκαπούρης και στη CETA ΕΕ-Καναδά την κατοχύρωση μόνο 143 ΠΟΠ προϊόντων από τα 1315 τρόφιμα της ΕΕ και μόνο 16 της χώρας μας από τα 101 ΠΟΠ τρόφιμά της. Δεν κατοχυρώνουν το σημαντικότερο ΠΟΠ προϊόν της χώρας μας τη Φέτα, ενώ παράλληλα δίνουν το δικαίωμα στους Καναδούς παραγωγούς να παράγουν και εξάγουν ‘Feta made in Canada’ από αγελαδινό γάλα και μεταλλαγμένες ζωοτροφές. Οι επιπτώσεις αυτής της ρύθμισης εκτός από το ότι θα πλήξει τους Έλληνες παραγωγούς ΠΟΠ Φέτας, ενέχει τον κίνδυνο να καταστεί η Φέτα Κοινή Ονομασία στο διεθνές εμπόριο και να χάσει αργότερα και τον ΠΟΠ χαρακτήρα της και στην ΕΕ, αν δεν την υπερασπιστούμε από κοινού καταναλωτές, παραγωγοί και η Ελληνική Βουλή που πρέπει να πάρει απόφαση με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης για πλήρη κατοχύρωσή της ΠΟΠ Φέτας, καθώς και η ΕΕ σε όλες τις διεθνείς συμφωνίες. Υπαρκτό κίνδυνο που αναγνωρίζει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έγγραφη απάντησή της που έστειλε σε υπόμνημα διαμαρτυρίας της Κοινής Επιτροπής Υπεράσπισης της ΠΟΠ Φέτας των 37 φορέων της χώρας μας της 3/5/2017.
Θα ακολουθήσουν στην επόμενη 3ετία διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τις άλλες χώρες στα πλαίσια των κοινών ‘επιτροπών ρυθμιστικής συνεργασίας’ για να καθοριστεί κοινό νομοθετικό πλαίσιο επί των προδιαγραφών ποιότητας και των υγειονομικών μέτρων φυτικής και ζωικής παραγωγής.
Το Ευρωπαϊκό και Ελληνικό κίνημα πρέπει να επαγρυπνεί για να αποτρέψει ρυθμίσεις που θα επιχειρηθούν για απελευθέρωση εισαγωγών των μεταλλαγμένων, ορμονούχων και χημικών πρόσθετων στα τρόφιμα του Ευρωπαϊκού χώρου και να προωθήσει τις συνεταιριστικές ομάδες παραγωγών, τις διεπαγγελματικές οργανώσεις, τις Αγροδιατροφικές συμπράξεις και την συνεργασία τους με τα Πανεπιστήμια και την Αυτοδιοίκηση.
Του κ. Γιώργου Εμμανουήλ (*)
(*) Ο κ. Γιώργος Εμμανουήλ, είναι μέλος της κοινής επιτροπής φορέων υπεράσπισης της Φέτας και των ΠΟΠ προϊόντων και του Δικτύου φορέων και πολιτών Stop ttip, ceta, tisa