Στο συνέδριο που διοργάνωσε η Διεθνής Εταιρεία της Επιστήμης των Οπωροκηπευτικών, παρουσιάσθηκαν οι εξελίξεις σε όλα τα θέματα που αφορούν την καλλιέργεια, η οποία συνεχίζει να αναπτύσσεται διεθνώς επεκτεινόμενη σε περισσότερες χώρες. Η συστηματική καλλιέργεια της ακτινιδιάς άρχισε πριν 50 περίπου χρόνια από τη Νέα Ζηλανδία, της οποίας η παρουσία παραμένει και σήμερα πολύ σημαντική. H παγκόσμια παραγωγή ακτινιδίων ανέρχεται σε 2.5 περίπου εκ. τόνους, με την Κίνα να παράγει περισσότερη από τη μισή ποσότητα. Δεύτερη παραγωγός χώρα είναι η Ιταλία ακολουθούμενη από τη Νέα Ζηλανδία, τη Χιλή και την Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια σημαντική ανάπτυξη της καλλιέργειας γίνεται στην Τουρκία και στην Περσία.
Η βασικότερη από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι η «Hayward», η οποία χαρακτηρίζεται από πράσινη σάρκα με υψηλής ποιότητας διατροφικά χαρακτηριστικά (γεύση, βιταμίνη C, χαμηλή θερμιδική αξία). Τελευταία άρχισαν να δημιουργούνται και να διαδίδονται ποικιλίες με διαφορετικά από τη Hayward χαρακτηριστικά, όπως χρώμα σάρκας κίτρινο ή κόκκινο. Επίσης σημαντική είναι η προσπάθεια ανάπτυξης του είδους kiwiberry, ενός ακτινιδίου μικρού μεγέθους (βάρους 5-20 g) με σημαντικά διατροφικά χαρακτηριστικά, όπως μεγάλη περιεκτικότητα αντιοξειδωτικών.
Στο συνέδριο αναπτύχθηκαν επίσης οι αλλαγές που επήλθαν στην προσυλλεκτική και μετασυλλεκτική διαχείριση των ακτινιδίων ιδιαίτερα της ποικιλίας Hayward. Τα συστήματα καλλιέργειας πρέπει να προσαρμοσθούν ανάλογα ιδίως για τις νέες ποικιλίες, ώστε να διασφαλίζονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Το σημαντικότερο πρόβλημα σε ό,τι αφορά τη φυτοπροστασία εξακολουθεί να είναι η προσβολή από το βακτήριο Pseudomonas syringae (PSA) που προσβάλλει και καταστρέφει τα φύλλα, τα μπουμπούκια και τα άνθη. Ιδιαίτερα ευαίσθητες σε αυτό εμφανίζονται οι νέες ποικιλίες. Η χημική καταπολέμηση είναι πολύ δύσκολη και το πρόβλημα γίνεται προσπάθεια να λυθεί με δημιουργία νέων ανθεκτικών ποικιλιών με καλά αποτελέσματα. Η βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων ακτινιδίων αποτελεί συνεχές ζητούμενο δεδομένου ότι οι απαιτήσεις των καταναλωτών αυξάνουν και επομένως οι μεταχειρίσεις που αφορούν τη φυτοπροστασία, θρέψη, λίπανση, άρδευση και χρήση αυξητικών ορμονών έχουν ιδιαίτερη σημασία. Η εκρηκτική άνοδος της παραγωγής του προϊόντος από την Κίνα αναμένεται να προκαλέσει αναταραχές στο διεθνές περιβάλλον, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τους διαμορφωτές της πολιτικής στο ακτινίδιο. Πρόσφατα ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης είχε συνάντηση με φορείς του αγροτικού χώρου στο πλαίσιο της 82ης ΔΕΘ, στην οποία διαπιστώθηκε η ανάγκη χάραξης εθνικού σχεδιασμού για την αγορά του ακτινιδίου, η οποία δυστυχώς είναι ανύπαρκτη σήμερα, δεδομένου ότι η καλλιέργεια έχει σημαντικές προοπτικές και υποσχέθηκε ότι η θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την αναγνώριση της Διεπαγγελματική Ακτινιδίου. Επίσης συζητήθηκε η δημιουργία κέντρου ακτινιδίου στην Κατερίνη, ενώ επισημάνθηκε η έλλειψη έρευνας στον τομέα του ακτινιδίου και η ανάγκη ενίσχυσής της. Σε ό,τι αφορά την παρουσία του Ινστιτούτου στο συνέδριο, παρουσιάσθηκαν οι βασικές ιδιότητες των εδαφών της περιοχής Δέλτα του Πηνειού σε σχέση με τις απαιτήσεις της καλλιέργειας. Από τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι σήμερα προκύπτει ότι υπάρχουν σοβαρά περιθώρια βελτίωσης των πρακτικών που ακολουθούνται σε θέματα λίπανσης της καλλιέργειας δεδομένου ότι τα εδάφη του Δέλτα Πηνειού είναι μεν γόνιμα, αλλά δεν έχουν τις ιδανικές ιδιότητες για την ακτινιδιά. Σε πολλές περιοχές υπάρχει σοβαρό θέμα στράγγισης των εδαφών που οδηγεί στην πρόκληση μυκητολογικών ασθενειών, ενώ σε άλλες περιοχές η περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο είναι υψηλή προκαλώντας ελλείψεις σε μεταλλικά στοιχεία. Η ποιότητα των νερών άρδευσης είναι γενικά πολύ καλή δεδομένου ότι κατά κανόνα προέρχεται από τον Πηνειό ποταμό. Συνοψίζοντας τα θέματα που πρέπει να απασχολούν τους καλλιεργητές ακτινιδίου στις περιοχές του Δέλτα του Πηνειού μπορεί να λεχθεί ότι παρά την έλλειψη ερευνητικών δεδομένων και ουσιαστικής καθοδήγησης των παραγωγών σε θέματα διαχείρισης της καλλιέργειας σε όλα τα στάδιά της (λίπανση, άρδευση, φυτοπροστασία, χρήση ορμονικών σκευασμάτων, συλλογή, μετασυλλεκτική διατήρηση κ.λπ), η καλλιέργεια εξελίσσεται καλά δίνοντας ικανοποιητικές παραγωγές και καλή ποιότητα καρπών. Οι υπερβολές στη χρήση των αυξητικών ορμονών πρέπει να αναθεωρηθούν δεδομένου ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να βλάψει μελλοντικά την ποιότητα και τη φήμη των προϊόντων της περιοχής Δέλτα του Πηνειού. Τέλος η συνέχιση της καλλιέργειας με τα νέα δεδομένα διεθνώς στην καλλιέργεια (δυναμική είσοδος της Κίνας και άλλων χωρών, όπως Τουρκία και Περσία) καθιστά μονόδρομο τη δημιουργία συλλογικών σχημάτων (ομάδων παραγωγών ή συνεταιρισμού) για την αντιμετώπιση προβλημάτων κόστους παραγωγής, εμπορίας του προϊόντος, αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών και δημιουργίας προστιθέμενης αξίας μέσω της ανάπτυξης δευτερογενών δραστηριοτήτων στο προϊόν.
* Ο Χρίστος Τσαντήλας
είναι διευθυντής του Ινστιτούτου
Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών
Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ