Διήγημα

Η μοναξιά

Δημοσίευση: 14 Σεπ 2017 22:34

Της Καλλίτσας Γκουράβα Δικτά*

Η Μαρίνα εκείνο το πρωινό σηκώθηκε κακόκεφη. Έσυρε τα βήματά της ως το μπάνιο, έκανε ένα γρήγορο δροσερό ντουζάκι, μήπως και συνέλθει και κατευθύνθηκε προς την κουζίνα. Έφτιαξε έναν δυνατό καφέ, πήρε ένα κουλουράκι και κάθισε στην πίσω βεράντα. Όταν δεν είχε καλή διάθεση, εκείνη η βεράντα ήταν το καταφύγιό της. Ήταν σχεδόν απομονωμένη.

Τα πανύψηλα φυτά στην πίσω αυλή την έκρυβαν εντελώς. Ζούσε σε μια διώροφη μονοκατοικία μόνη της. Πολλές φορές σκέφτηκε να νοικιάσει το κάτω διαμέρισμα, να έχει και ένα επιπλέον εισόδημα, αλλά αμέσως το μετάνιωνε. Δεν ήθελε φασαρία, παρόλο που η μοναξιά την έπνιγε. Μερικές φορές κάκιωνε τον εαυτό της, που δεν ήξερε τι ήθελε. Η φασαρία την ενοχλούσε, αλλά και η μοναξιά την πείραζε. Τελικά έπεισε τον εαυτό της, να βάλει ένα ενοικιαστήριο στην εφημερίδα. Φοβόταν ότι θα τρελαθεί στο τέλος, κλεισμένη μέσα στους τέσσερις τοίχους. Η Μαρίνα ήταν καθηγήτρια φιλόλογος και είχε συνταξιοδοτηθεί πριν από τρία χρόνια. Στην αρχή απολάμβανε την ξεκούραση, αλλά μετά από λίγο καιρό η ζωή της είχε γίνει μονότονη. Δεν ήξερε πώς να γεμίσει τις ώρες και το κενό μέσα της. Μοναδική της συντροφιά και απασχόληση ο Φλοξ, ο μαύρος σκύλος της, ο φόβος και ο τρόμος της γειτονιάς. Κάτι ήταν και αυτό. Κάθε πρωί τον πήγαινε μια βόλτα ως το κοντινό πάρκο, να πάρει τον αέρα του κι αυτός κι εκείνη και ύστερα στο σπίτι… απραξία και βαριεστιμάρα. Εκείνο το πρωινό ο Φλοξ γρύλιζε στην καλύβα του, περίμενε να τον πάρει η φίλη του να κάνουν την καθιερωμένη βόλτα, αλλά η Μαρίνα εκείνη την ημέρα δεν ήθελε να βγει απ` το σπίτι της. Ήπιε ανόρεχτα τον καφέ της, κατέβηκε στην είσοδο, πήρε την εφημερίδα που της την άφηναν κάθε πρωί και …χάθηκε μέσα στις σελίδες της. Πέρασε ώρα πολλή, κουράστηκε, την ακούμπησε στο τραπεζάκι, έκλεισε τα μάτια και αφέθηκε στις σκέψεις της. Η Μαρίνα καταγόταν από ένα ορεινό χωριό της Θεσσαλίας. Εκεί πέρασε τα ξέγνοιαστα παιδικά της χρόνια. Έπειτα κατέβηκε στην πόλη, όπου τελείωσε Γυμνάσιο και Λύκειο και ύστερα αφού πραγματοποίησε το όνειρό της να περάσει στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης, εγκαταστάθηκε εκεί. Στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου έκανε στενή παρέα με ένα ωραίο μελαχρινό αγόρι, το Δημήτρη. Αυτή η φιλία εξελίχθηκε σ` έναν δυνατό έρωτα. Ήταν αχώριστοι όλη την ημέρα. Όμως ο Δημήτρης δεν πέρασε στη Φιλοσοφική, όπου είχε δηλώσει για να είναι μαζί με την αγαπημένη του και ούτε κάπου αλλού. Έτσι οι δρόμοι τους χώρισαν… προσωρινά πίστευαν και οι δύο, γιατί ο Δημήτρης είχε σκοπό να ξαναδώσει την επόμενη χρονιά. Όμως η τύχη ή ο Θεός, όπου πιστεύει ο καθένας, θέλησαν να μην πετύχει ούτε την επόμενη χρονιά. Ανήκε σε μια πολλή φτωχή οικογένεια και μετά απ` τις απανωτές αποτυχίες, αναγκάστηκε να δουλέψει. Σερβιτόρος στην αρχή και ύστερα στην οικοδομή. Οι γονείς της Μαρίνας που ήξεραν τον δεσμό τους, δεν το είδαν με καλό μάτι αυτό. Παρότρυναν την κόρη τους να διακόψει και να κοιτάξει να …βρει κάτι που να της ταιριάζει όταν θα ερχόταν η ώρα, μικρή ήταν ακόμα. Μάλιστα ο πατέρας ήταν πολύ αυστηρός. «Δεν θα ξοδεύω εγώ τα λεφτά μου για τις σπουδές σου για να πάρεις έναν …μπετατζή!» Είπε. Τέτοιος ρατσισμός…! Πάγωσε η Μαρίνα. Η σχέση άρχισε να φθίνει. Αραίωσαν οι επισκέψεις της Μαρίνας στην πόλη τους και κατά συνέπεια και του Δημήτρη στη Θεσσαλονίκη. Έπειτα από πολλή σκέψη, εκείνος αποφάσισε να φύγει για το εξωτερικό. Όχι για σπουδές βέβαια, δεν είχαν τη δυνατότητα οι γονείς του, αλλά για να δουλέψει και να …ξεχάσει. Και τα χρόνια κύλησαν, σαν το ποτάμι, σαν τη βροχή, χωρίς να …γυρίσουν να κοιτάξουν πίσω τους. Η Μαρίνα ποτέ δεν ξέχασε τον Δημήτρη κι ούτε θέλησε να κάνει άλλη σχέση. Έμεινε μόνη της, αφού οι γονείς της συγχωρέθηκαν πριν μερικά χρόνια. Η σκέψη της εκείνο το πρωινό ήταν στα περασμένα κι αξέχαστα. Εκεί στην πίσω βεράντα, πέρασε όλη η ζωή από μπροστά της. Το τηλέφωνο χτύπησε, μια-δυο-τρεις φορές και την έφερε πίσω στην πραγματικότητα, Το σήκωσε. «Εμπρός… ποιος είναι;» «Διάβασα στην εφημερίδα ότι νοικιάζετε ένα διαμέρισμα… Έτσι είναι;» Ακούστηκε μια αντρική φωνή. «Ναι ακριβώς, σας ενδιαφέρει;» «Ναι, μπορώ να περάσω να το δω;» «Ασφαλώς, ελάτε όποτε θέλετε, εδώ θα είμαι, τη διεύθυνση την έχει η εφημερίδα, την είδατε φαντάζομαι». «Ναι, ναι γεια σας…» Σε μια ώρα περίπου χτυπούσε το κουδούνι της πόρτας. Άνοιξε και… μπροστά της στεκόταν ένα ζευγάρι. «Καλημέρα…» Η Μαρίνα ένιωσε κάτι σαν ζαλάδα, βλέποντας εκείνον τον άντρα. Η μηχανή του χρόνου έτρεξε πίσω… μα ναι, δεν έκανε λάθος, αυτός ήταν ο Δημήτρης. Την κοίταξε κι εκείνος. «Συγγνώμη… κάτι μου θυμίζετε… μήπως είστε η Μαρίνα; Ταράχτηκε.. άρχισε να μπερδεύει τα λόγια του κι αμέσως έσπευσε να κάνει τις συστάσεις, πριν να περιμένει την απάντησή της. «Να σας συστήσω τη γυναίκα μου…» Έδωσε το χέρι της ανόρεχτα, ένας κόσμος γκρεμίστηκε μέσα στην ψυχή της ηλικιωμένης γυναίκας και έγινε χίλια κομμάτια…Το ζευγάρι έφυγε, αφού είδε το διαμέρισμα και έκλεισε η συμφωνία και η Μαρίνα έπεσε στο κρεβάτι της και αναλύθηκε σε δάκρυα… * Η Καλλίτσα Γκουράβα Δικτά είναι συγγραφέας

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass