* Από τον Βασίλη Πλατή
Με αφορμή την πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ και το ζήτημα των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων που επανήλθε το τελευταίο διάστημα στην επικαιρότητα και καλλιέργησε προς στιγμή αρνητικό κλίμα στο εσωτερικό της χώρας μας για τη Γερμανία και τους πολίτες της, επιχειρούμε μία σύντομη αναδρομή στο παρελθόν των ελληνο-γερμανικών σχέσεων εστιασμένη σε σημαντικά πολιτικά γεγονότα, ώστε να κατανοηθεί καλύτερα το παρόν.
Η αφετηρία των σχέσεων αυτών βρίσκεται στις αρχές του μακρινού 1833, όταν ο ενήλικος ακόμη Όθων, πρίγκιπας της Βαυαρίας, κατέπλευσε στο Ναύπλιο για να ασκήσει μετά από δύο χρόνια που ενηλικιωνόταν τα καθήκοντα του πρώτου μονάρχη του αρτισύστατου ελληνικού κράτους. Ο μοναρχικός «βίος» του Όθωνα στην Ελλάδα αλλά και της τριμελούς βαυαρικής αντιβασιλείας που άσκησε την εξουσία πριν την ενηλικίωσή του είναι σε γενικές γραμμές γνωστός, με «φωτεινές» ωστόσο εξαιρέσεις τις μεταρρυθμίσεις που επέφεραν οι Βαυαροί στη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση, τον πολιτισμό και την εκκλησία.
Ο γερμανικός παράγοντας διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον εθνικό διχασμό που προκλήθηκε στην Ελλάδα με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς ο βασιλιάς Κωνσταντίνος προέκρινε να τηρήσει η χώρα ουδετερότητα και αντέδρασε πεισματικά στην επιμονή του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου να συστρατευτεί η Ελλάδα στο πλευρό των Αγγλογάλλων (Αντάντ) και εναντίον των Γερμανών (Κεντρικές Δυνάμεις). Η ουδετερότητα που προσπάθησε να επιβάλει την περίοδο εκείνη ο Κωνσταντίνος ευνοούσε καταφανέστατα τους Γερμανούς και τους συμμάχους τους και είχε ως συνέπεια η Καβάλα να παραδοθεί στους Βούλγαρους χωρίς να προηγηθεί καμία αντίσταση από το Δ΄ Σώμα Στρατού, οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες του οποίου συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο στη Γερμανία!
Ακολούθησε ο σχηματισμός της προσωρινής κυβέρνησης Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και τα ζοφερά γεγονότα του εθνικού διχασμού. Την ίδια περίοδο, οι Γερμανοί ήταν οι βασικοί υποκινητές των διωγμών ελληνικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, προκειμένου να προασπίσουν τα συμφέροντα των συμμάχων και εμπορικών εταίρων τους Τούρκων.
Αντίθετα, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και της οικονομικής κρίσης που ενέσκηψε μεταξύ των ετών 1929 και 1932, η Γερμανία ήταν ο κύριος προορισμός πολλών ελληνικών εξαγωγικών προϊόντων, πρωτίστως των ελληνικών καπνών, στο πλαίσιο βέβαια διμερών συμφωνιών (κλήριγκ). Οι εμπορικές αυτές ανταλλαγές εντάθηκαν κατά την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, με κύριο πρωταγωνιστή από ελληνικής πλευράς τον ιδρυτή της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας Πρόδρομο Μποδοσάκη Αθανασιάδη (πιο γνωστό ως Μποδοσάκη) και συνεχίστηκαν έως το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τις «πληγές» της Ελλάδας από τις γερμανικές θηριωδίες του Πολέμου και της Κατοχής αποδεικνύει ο αριθμός των μαρτυρικών πόλεων και χωριών και οι χιλιάδες Έλληνες που βρήκαν τότε φρικτό θάνατο. Τα γεγονότα της περιόδου αυτής προβλήθηκαν με μεγάλη συχνότητα τελευταία από τον τύπο και τους τηλεοπτικούς σταθμούς της χώρας.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι οικονομικές σχέσεις που αναπτύχτηκαν συνέβαλαν σημαντικά στο να λησμονηθεί το παρελθόν. Οι Έλληνες μετανάστες που βρέθηκαν στη Γερμανία από τη δεκαετία του εξήντα και εξής συνδέθηκαν με το «οικονομικό θαύμα» που επέτυχε η χώρα και την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης στη μεταπολεμική εποχή. Από την άλλη πλευρά, η τότε Δυτική Γερμανία, δια του καγκελαρίου της Χέλμουτ Σμιτ, διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στις διεργασίες για την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΟΚ) παρακάμπτοντας τις αιτιάσεις της Κοινότητας για διαρθρωτικές αλλαγές στην ελληνική οικονομία, οι οποίες θα απαιτούσαν την ανάληψη μεγάλης δαπάνης από τους ευρωπαίους εταίρους.
Κατά την περίοδο, ωστόσο, της οικονομικής κρίσης των τελευταίων έξι ετών, η οικονομική δυσπραγία της Ελλάδας από τη μια μεριά και ο γερμανικός ηγεμονισμός από την άλλη οδήγησαν σε όξυνση των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών. Η αναψηλάφηση της ιστορίας προβάλλει την ανάγκη να παραμεριστούν οι εχθρότητες του παρελθόντος και να «πρυτανεύσει» η κοινή «ευρωπαϊκή λογική» με όρους αλληλεγγύης και αλληλοκατανόησης.
* Ο Βασίλης Πλατής, είναι φιλόλογος-δρ. Ιστορίας του Α.Π.Θ.