Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έκλεισε και ο κύκλος των συζητήσεων σχετικά με τη διαδικασία των συνεντεύξεων που διενεργήθηκαν από το διευρυμένο ΠΥΣΔΕ Ν. Λάρισας για την επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων. Αντιθέτως, οι σχετικές συζητήσεις συνεχίζονται τόσο στον έντυπο όσο και στον ηλεκτρονικό τύπο με μεγάλη ένταση. Επειδή λοιπόν κι εγώ θεωρώ ότι κάποια «ιδιαίτερα» συμβάντα που συνδέονται άμεσα με το ανωτέρω θέμα πρέπει να γίνονται γνωστά στο ευρύτερο κοινό, ας μου επιτραπεί να αναφερθώ στη δική μου πρόσφατη εμπειρία, αναφορικά με τη διεξαγωγή της προσωπικής μου συνέντευξης.
Ειδικότερα :
Οφείλω να ομολογήσω ότι η πλειοψηφία των μελών του συμβουλίου επιλογής, ακολουθώντας με συνέπεια τη σχετική νομοθεσία (ν. 4473/17), τήρησε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα τη διαδικασία, επιδιώκοντας την προσήκουσα αξιολόγησή μου, ανεξάρτητα από την τελική βαθμολόγησή μου εξ ενός εκάστου των μελών. Αναφέρομαι όμως στην πλειοψηφία και όχι στο σύνολο, διότι συνέβη το εξής, το οποίο πέραν της τυχόν φαιδρής ή γραφικής του διάστασης, πρωτίστως χαρακτηρίζεται κατά τη γνώμη μου απολύτως απαράδεκτο αλλά και άκρως ανησυχητικό για τους όρους και συνθήκες υπό τις οποίες διεξήχθησαν οι εν λόγω συνεντεύξεις. Πιο συγκεκριμένα, ένα μέλος του διευρυμένου συμβουλίου μου απηύθυνε το ερώτημα εάν καταδικάζω οποιαδήποτε μορφή φασισμού και ναζισμού ! Ξέρετε μάλιστα ποια ήταν ή εύλογη δήθεν αφορμή της απαράδεκτης αυτής ερώτησης; το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια παρελθούσης θητείας μου ως διευθύντριας σε επαρχιακό σχολείο του Ν. Λάρισας και σε ώρες μη λειτουργίας του σχολείου, αναγράφηκαν από αγνώστους στους τοίχους του προαυλίου του σχολείου διάφορα συνθήματα, τα οποία δεν σβήστηκαν πάραυτα …
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι για το συγκεκριμένο περιστατικό ουδέποτε ρωτήθηκα ή κλήθηκα από οποιονδήποτε να απαντήσω ή να δώσω εξηγήσεις και φυσικά ουδόλως προέκυπτε από τον υπό κρίσιν φάκελό μου.
Εν τούτοις, προφανώς το εν λόγω μέλος του συμβουλίου έτυχε εκ των προτέρων κάποιας «εξωθεσμικής» (παρα)ενημέρωσης για ανύπαρκτα πολιτικά σύμβολα και εκ του λόγου τούτου, ανέδειξε και μάλιστα ανακριβώς το προαναφερθέν περιστατικό ως ακρογωνιαίο λίθο της συνέντευξής μου, με κατακλείδα την εκ μέρους του απαίτηση να αποσπάσει από εμένα δηλώσεις δημοκρατικότητας και αντίστοιχα αποταγής του φασισμού και του ναζισμού! Παρά το στιγμιαίο αιφνιδιασμό μου από την απρόσμενη διάσταση που έλαβε η συνέντευξή μου, με σαφήνεια έδωσα τις δέουσες απαντήσεις. Εντούτοις, το εν λόγω μέλος, εν είδει λαϊκού δικαστή έκρινε ότι αποδείχθηκε «παρείσφρηση φασιστικών ιδεών» και ανικανότητα «προώθησης της δημοκρατικής συνείδησης και καλλιέργειας των δημοκρατικών πιστεύω των μαθητών»! Μετά ταύτα, έχω να επισημάνω τα εξής προφανή:
Αρνούμαι και αποκρούω ως απολύτως αναπόδεικτη, αβάσιμη και προσβλητική της προσωπικότητάς μου την κρίση του εν λόγω μέλους, η οποία πιθανόν θα συνοδεύει εσαεί τον υπηρεσιακό μου φάκελο, επιφυλασσόμενη ταυτόχρονα για κάθε νόμιμο δικαίωμά μου. Παράλληλα, θέτω στην κρίση των συναδέλφων και των συμπολιτών μου την απαράδεκτη κατά τη γνώμη μου συμπεριφορά και τακτική του εν λόγω μέλους του συμβουλίου, που θύμισαν νοσηρές στιγμές παρελθόντων ετών, όταν δηλαδή η διοικητική και όχι μόνο εξέλιξη των Ελλήνων προϋπέθετε προσκόμιση δηλώσεων και πιστοποιητικών «νομιμοφροσύνης»…
Με εκτίμηση
Άλκηστη Γκαρά