που λαμβάνουν. Η λογική του ενιαίου μισθολογίου «ένας εργοδότης - ένας τρόπος υπολογισμού του μισθού για τους υπαλλήλους του» θα σήμαινε κανονικά την άμεση κατάργηση αυτών των ανισοτήτων και τον ορθολογικότερο υπολογισμό των μισθών. Αυτό όμως δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Αντιθέτως το σύστημα μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων χαρακτηρίζεται από πολλούς δαιδαλώδες, άδικο, μη αξιοκρατικό και σπάταλο.
Η εφαρμογή των μνημονίων από το 2010 επέβαλε σημαντικές μειώσεις στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά όχι με ενιαίο τρόπο. Σε αρκετούς οι μειώσεις ξεπέρασαν το 35%. Εντούτοις σύμφωνα με στοιχεία του Σ.Ε.Β το 2016, ο μέσος μηνιαίος καθαρός μισθός έχει μειωθεί περίπου κατά 14,6%. Συμπέρασμα: οι περικοπές δεν έγιναν με τον ίδιο τρόπο για όλους, αλλά κάποιοι ευνοήθηκαν ενώ κάποιοι άλλοι έχασαν πολύ περισσότερα, ανάλογα με το υπουργείο ή την υπηρεσία όπου εργάζονται. Η διόρθωση των κακώς κειμένων θα μπορούσε να γίνει και μάλιστα χωρίς να επιβαρυνθεί η συνολική μισθολογική δαπάνη που καταβάλλει σήμερα το Δημόσιο ούτε κατά ένα ευρώ, με τη δημιουργία μιας Εξίσωσης Υπολογισμού Μισθού Δημοσίου Υπαλλήλου (Ε.Υ.ΜΙ.Δ.Υ).
Η εξίσωση (Ε.Υ.ΜΙ.Δ.Υ.) θα εφαρμόζεται για όλους τους υπαλλήλους πραγματώνοντας ένα δικαιότερο ενιαίο μισθολόγιο, όπου ο μισθός κάθε υπαλλήλου θα υπολογίζεται με συγκεκριμένα κριτήρια (σπουδές, χρόνια υπηρεσίας, παραγωγικότητα, αποτελεσματικότητα κ.α.) και δεν θα είναι απλά θέμα τύχης, ανάλογα με το ποιο υπουργείο ή υπηρεσία ή Δημόσιο οργανισμό ή Ν.Π.Δ.Δ. έτυχε ή / και επέλεξε να εργάζεται. Η μαθηματική εξίσωση υπολογισμού του μισθού κάθε δημόσιου υπαλλήλου θα βάλει τέλος στις μισθολογικές ανισότητες, θα βοηθήσει στη δικαιότερη αναπροσαρμογή των μισθών είτε προς τα κάτω σε περιόδους κρίσης είτε προς τα πάνω σε περιόδους ανάκαμψης και επιπλέον θα βοηθήσει στην κινητικότητα στο Δημόσιο, αφού κάθε υπάλληλος θα επιδιώξει να βρεθεί σε εκείνη τη θέση στο Δημόσιο που είναι πιο κοντά στις σπουδές του, στα προσόντα του και στην προϋπηρεσία του.
Η μαθηματική εξίσωση που προτείνω με ακρωνύμιο (Ε.Υ.ΜΙ.Δ.Υ) θα μπορούσε να περιλαμβάνει τρεις όρους:
Ο πρώτος όρος Β θα είναι ο βασικός μισθός για την κάλυψη των βασικών αναγκών του πολίτη. Το ακριβές αυτό ποσό θα είναι θέμα μελέτης, αλλά δεν μπορεί το 2017 στην Ευρώπη ένας άνθρωπος να δουλεύει με πλήρη απασχόληση και να μην έχει ως μισθό το ελάχιστο ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των βασικών του αναγκών.
Ο δεύτερος όρος της εξίσωσης θα περιλαμβάνει τα γενικά κριτήρια μισθολογικής κατάταξης τα οποία πρέπει να είναι αντικειμενικά. Ενδεικτικά θα πρότεινα:
I) η διάρκεια σπουδών (ΔΣ) που προβλέπεται για την απόκτηση των τυπικών προσόντων διορισμού.
II) ο χρόνος προϋπηρεσίας (ΧΠ) στο συγκεκριμένο αντικείμενο στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Παντού στον κόσμο αλλά και στην ιδιωτική οικονομία η εμπειρία πληρώνεται.
III) ο βαθμός επικινδυνότητας (ΒΕ) για την υγεία ή τη ζωή του εργαζόμενου ακολουθώντας διεθνείς μελέτες.
IV) ο βαθμός αξιολόγησης (ΒΑ) του υπαλλήλου. Η διαδικασία αξιολόγησης θα πρέπει να γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια, να είναι αυστηρά δομημένη και χωρίς να έρχεται σε επαφή ο αξιολογούμενος με τον αξιολογητή τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια εφαρμογής.
Ο τρίτος όρος της εξίσωσης θα περιλαμβάνει τα επιδόματα/παροχές του Κράτους προς τους εργαζόμενους του είτε για να οργανώσουν καλύτερα τη δουλειά τους είτε για να τους αναγνωρίσει την επιπλέον ευθύνη που φέρουν από κάποιους άλλους. Τα επιδόματα θα πρέπει να είναι προσεκτικά σχεδιασμένα με αυστηρά κριτήρια και θα μπορούν να διεκδικηθούν από όλους τους Δημόσιους υπαλλήλους που πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να πάψουν να αποτελούν προσαύξηση στο μισθό ορισμένων κλάδων που έχουν προνομιακή πρόσβαση στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία. Το επίδομα της θέσης ευθύνης θα πρέπει να συναρτάται και με τον αριθμό των διοικούμενων-υφιστάμενων.
Και οι τρεις όροι της εξίσωσης θα πολλαπλασιάζονται με ένα αριθμό που τον ονομάζω Συντελεστή Δημοσιονομικής Προσαρμογής (ΣΔΠ) ώστε ο μισθός του κάθε υπαλλήλου να είναι αυτόματα προσαρμοσμένος στις δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας.
Συνδυάζοντας τους τρεις παραπάνω όρους η μη αναλυτική μορφή για την Εξίσωση Υπολογισμού του Μισθού του Δημοσίου Υπαλλήλου (Ε.Υ.ΜΙ.Δ.Υ.) είναι η παρακάτω:
Όπου:
Μ είναι ο μισθός του δημοσίου υπαλλήλου
Β είναι ο βασικός μισθός για την κάλυψη των βασικών αναγκών του πολίτη
λ αριθμητικός συντελεστής που καθορίζει μέχρι πόσες φορές πάνω από τον βασικό μισθό μπορούν να φθάσουν τα γενικά κριτήρια μισθολογικής κατάταξης του κάθε υπαλλήλου
ΣΔΠ είναι ο συντελεστής δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε ο τελικός μισθός του κάθε υπαλλήλου να είναι προσαρμοσμένος στις δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας, θα είναι ενιαίος για όλους τους εργαζόμενους και θα υπολογίζεται αφού αθροιστούν οι μισθοί όλων των υπαλλήλων και η επί τοις εκατό απόκλιση του αθροίσματος αυτού από την προβλεπόμενη ετήσια μισθολογική δαπάνη που μπορεί να πληρώσει το Ελληνικό Δημόσιο στους εργαζόμενους του.
Για να εμπιστευθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι το Κράτος και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους θα πρέπει να νιώθουν ότι ο εργοδότης, η Πολιτεία, τους τιμά και τους πληρώνει το καλύτερο που μπορεί, ανάλογα με τις δυνατότητές της, εφαρμόζοντας δίκαια, ενιαία αντικειμενικά κριτήρια. Η διαμόρφωση ενός κράτους συμμάχου της κοινωνίας, που θα παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες, θα είναι δίκαιο, ευέλικτο, αξιόπιστο, λειτουργικό και ενιαίο, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της χώρας αλλά και για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, ελληνικών και ξένων. Η αρχή γι’ αυτό θα μπορούσε να γίνει με την Εξίσωση Υπολογισμού του Μισθού του Δημοσίου Υπαλλήλου (Ε.Υ.ΜΙ.Δ.Υ.).Του Στέλιου Ορφανάκη*
* Ο Στέλιος Ορφανάκης είναι καθηγητής (M.Sc) Φυσικών και Θετικών Επιστημών στη Δημόσια Εκπαίδευση, έχει εξειδικευθεί στην Τραπεζική Διοίκηση και σε Παράγωγα Προϊόντα, έχει δουλέψει και ως επενδυτικός σύμβουλος στην Ιδιωτική Τραπεζική (Alpha Private Bank – Όμιλος ALPHABANK).