Εν τούτοις, επειδή οι χαρακτήρες των παιδιών διαμορφώνονται όχι μόνο μέσω των γονιδίων, που κληρονομούν, αλλά και μέσω της αγωγής, που δέχονται, αρχικά, στο οικογενειακό τους περιβάλλον, και επειδή οι γονείς, κατά κανόνα, αγαπούν και θέλουν το καλό των παιδιών τους, χρειάζεται πάρα πολύ μεγάλη προσοχή εκ μέρους τους, στο πώς ανατρέφουν και πώς διαπαιδαγωγούν τα παιδιά τους, πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν δεν ξέρουν, πώς να παίζουν σωστά το ρόλο τους. Πρέπει, γι΄ αυτό, να γνωρίζουν ότι, σύμφωνα με την εμπειρία, η αγωγή πολλών παιδιών επηρεάζεται αρνητικά από δύο ακραίες συμπεριφορές· την υπερπροστασία ή την ασυδοσία.
Ξεκινώντας απ΄ την πρώτη θα έλεγα ότι, πολλές φορές χωρίς ο γονιός να το αντιλαμβάνεται, μ΄ αυτή του τη συμπεριφορά στερεί απ΄ το παιδί του κάθε δημιουργική πρωτοβουλία και με τα πολλά “μη” και “πρέπει” το κάνει μαμόθρεφτο και του στέκεται εμπόδιο στην προσπάθεια ν΄ ανακαλύψει τον εαυτό του και τα θέλω του, ν΄ αποκτήσει τη δυνατότητα ν΄ αυτενεργεί, να είναι υπεύθυνο για τις πράξεις του, να χαίρεται με τις επιτυχίες του και να λυπάται με τις αποτυχίες του. Πέραν τούτου και κάτω απ΄ αυτές τις συνθήκες, ένα παιδί αργεί να ωριμάσει και, όταν ενηλικιωθεί, δυσκολεύεται ν΄ αυτονομηθεί και ν΄ αντιμετωπίζει μόνο του τους κινδύνους, που εγκυμονούν γύρω του. Όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί έμαθε να λειτουργεί μόνο με τα δεκανίκια των γονιών του και όχι στηριγμένο στις δικές του δυνάμεις.
Στον αντίποδα των υπερπροστατευτικών γονέων, που δεν αφήνουν τα παιδιά τους ν΄ ανασάνουν, βρίσκονται αυτοί, που, είτε από άγνοια, είτε από επιλογή, είτε από αδιαφορία δεν παρεμβαίνουν καθόλου αφήνοντας την αγωγή των παιδιών τους στο έλεος της ασυδοσίας χωρίς περιορισμούς και “ πρέπει” και επιτρέποντας τα πάντα. Και σ΄ αυτή την περίπτωση τα παιδιά ή δυσκολεύονται να βρουν το δρόμο τους ή χάνονται κάποια στιγμή μέσα στους δαιδαλώδεις δρόμους του λαβυρίνθου της ζωής.
Γι΄ αυτό και δεν πρέπει, αφενός, να ξεχνούν οι γονείς ότι ένα παιδί δεν είναι ρομπότ, οπότε και δεν ενδείκνυται ν΄ αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Η λέξη παιδί είναι παράγωγο του ρήματος παίζω, οπότε το παιχνίδι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. Για να φάει και να ευχαριστηθεί το φαγητό του, πρέπει, προηγουμένως, να πεινάσει. Για να μάθει να προσπαθεί, να παίρνει πρωτοβουλίες και ν΄ αυτενεργεί, πρέπει να ενθαρρύνεται. Για να διαβάζει, να είναι επιμελές, μελετηρό και καλός μαθητής πρέπει να το ενστερνιστεί και να επιλέξει το δρόμο του και τη μελλοντική σταδιοδρομία του το ίδιο το παιδί, ενώ, για να σηκώνεται, όταν πέφτει, και ν΄ αντιμετωπίζει δύσκολες καταστάσεις, πρέπει να πάθει, για να μάθει και κάτω, πάντα, απ΄ τη διακριτική μόνο παρουσία του γονιού του.
Αφετέρου, δεν πρέπει να ξεχνούν οι γονείς, ότι ο γάμος και η οικογένεια είναι ζυγός, έχει υποχρεώσεις και δεσμεύσεις με πρώτη και καλύτερη την ανατροφή των παιδιών, που με τη σειρά της θέλει χρόνο, παρουσία και στήριγμα τους ίδιους τους γονείς, αφού κανένα παιδί δεν είναι γεννημένο, για να ξέρει τα πάντα, οπότε κάποιος πρέπει να τα διδάξει είτε με λόγια είτε με πράξεις. Καλύτερος δάσκαλος γι΄ αυτόν τον ρόλο δεν είναι κανένας άλλος παρά μόνο ο γονιός.
Ως εκ τούτου, το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι συνειδητοποιημένοι γονείς είναι ν΄ αποφεύγουν και την υπερπροστασία και την ασυδοσία. Πάντα πρέπει οι ίδιοι να βρίσκονται δίπλα στα παιδιά τους, όταν είναι ανήλικα, στην αρχή περισσότερο και σιγά – σιγά λιγότερο. Να θέτουν όρια και τα “μη”, που είναι απαραίτητα, να παρακολουθούν διακριτικά την πορεία τους και να παρεμβαίνουν είτε, όταν τους ζητηθεί, είτε όταν καταλάβουν, ότι είναι απαραίτητη η παρέμβασή τους, αφήνοντας, όμως, πάντα μεγάλα περιθώρια στις επιλογές των παιδιών τους. Πρέπει , κατά την άποψή μου, να λειτουργούν ως προγυμναστές, που σκοπό έχουν να μάθουν στα παιδιά τους, πώς να κολυμπούν μόνα τους, όταν ενηλικιωθούν και φύγουν απ΄το πατρικό τους σπίτι, μέσα σε μια κοινωνία – θάλασσα, που είναι γεμάτη κακοτοπιές, τρικυμίες, κινδύνους και ακαθαρσίες, με την ικανότητα να τις προσπερνούν χωρίς να λαβώνονται και χωρίς να λερώνονται αλλά να προχωρούν αλώβητα χωρίς τη δική τους παρουσία και προστασία.
Δύσκολο έργο, σίγουρα, αλλά, αξίζει τον κόπο και αποδίδει, πιστέψτε με, γλυκούς καρπούς.
Από τον Κώστα Γιαννούλα