Θα μπορούσε, επίσης, να ξεπερασθεί πιο γρήγορα, αν κόμματα, φορείς και μαζί τους ο λαός καταλήγαμε σ’ ένα πακέτο μέτρων και βάζαμε πλάτη όλοι μαζί, προκειμένου να υπάρξει διορθωτική πορεία ή αν, με συνέπεια και χωρίς πισωγυρίσματα, εφαρμόζαμε, όσα υπογράφαμε και ψηφίζαμε. Αλλά δεν το κάναμε.
Φοβηθήκαμε, βλέπετε, οι μεν πολιτικοί μας ταγοί το περίφημο εκείνο πολιτικό κόστος και, ενώ τα μαύρα σύννεφα μας έζωναν από παντού, ως στρουθοκάμηλοι εθελοτυφλούσαν και συνέχιζαν οι εκάστοτε αντιπολιτευόμενοι να υπονομεύουν τους εκάστοτε κυβερνώντες, να χαϊδεύουν αυτιά και να τάζουν λαγούς με πετραχήλια, ο δε λαός, ως συνήθως, για να μη χαλάσει τη ζαχαρένια του, άλλαζε τις κυβερνήσεις σαν τα πουκάμισα και δεν ήθελε να ακούσει για προληπτικά και επώδυνα μέτρα.
Μ’ αυτά και άλλα η κρίση στρογγυλοκάθισε στη χώρα μας και δε λέει να ξεκολλήσει, παρότι οι Έλληνες ξεζουμιστήκαμε από τα απανωτά μνημόνια και τα επώδυνα μέτρα, που τα συνοδεύουν. Όπως, όμως, και να το κάνουμε, αργά η γρήγορα, κατά τη διάρκεια της θητείας της σημερινής ή μιας άλλης κυβέρνησης η κρίση, όπως και άλλες κρίσεις στο παρελθόν, σιγά-σιγά, θα υποχωρήσει και θα ξανααποκτήσει η χώρα μας το βηματισμό της και την κανονικότητά της ∙ θα μας μείνει αμανάτι, όμως, θέλουμε δε θέλουμε, έτσι όπως τα καταφέραμε, η υποθήκευσή της και η υποταγή στους δανειστές για πολλές δεκαετίες ακόμα.
Καίτοι, όμως, είναι νωρίς ακόμη, όπως δείχνουν οι εξελίξεις, για να νιώσουμε οι Έλληνες στην τσέπη μας τις συνέπειες από την υποχώρηση της κρίσης, άρχισαν, ήδη, κάποιοι να αναρωτιούνται, σε ποιους θα πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα, όταν, οψέ-ποτέ, συμβεί κάτι τέτοιο. Και επειδή προβλέπω, ότι η επόμενη αντιπαράθεση μεταξύ κομμάτων θα έχει να κάνει, προσεχώς, μ’ αυτό το θέμα, θα επιχειρήσω να εκφράσω τη δική μου άποψη γι’ αυτό.
Αν, π.χ., η κρίση είχε ξεπεραστεί αμέσως μετά τη λήξη ισχύος του πρώτου μνημονίου, θα ξέραμε, σε ποιους θα αποδίδαμε τα εύσημα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, έχουν μεσολαβήσει τρία μνημόνια. Αν εξαιρέσουμε Κ.Κ.Ε, Χρυσή Αυγή και ΛΑ.Ε, έχουν εμπλακεί, έμμεσα ή άμεσα, σ’ αυτά οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου, οι συγκυβερνήσεις Παπαδήμου και Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη κατόπιν και τώρα, αυτή των Τσίπρα-Καμμένου. Όλοι αυτοί, με τις υποδείξεις και την καθοδήγησή των δανειστών έβαλαν το χεράκι τους και με τα μέτρα, που υιοθέτησαν, συνέβαλαν και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης. Καμιά, ωστόσο, από αυτές, που προανέφερα, δεν τόλμησε να ακυρώσει τα μέτρα της προηγούμενης και να ξεκινήσει από την αρχή, γιατί ο μπάστακας, που λέγεται Τρόικα ή θεσμοί, παραμόνευε, και έχτιζαν πάνω σε αυτά.
Και όχι μόνο αυτό ∙ αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα των εκλογών, που μεσολάβησαν, και των δημοσκοπήσεων, όλοι οι κομματικοί οργανισμοί, που έχουν εμπλακεί και ακολουθήσει μνημονιακή πολιτική, πλήρωσαν ακριβά το τίμημα, αφού συρρικνώθηκαν, διασπάστηκαν και είδαν τα ποσοστά τους να εξανεμίζονται και την απήχησή τους στον κόσμο να συρρικνώνεται επικίνδυνα για τη μελλοντική τους πορεία.
Ως εκ τούτου, άμα με το καλό επιστρέψουμε στην κανονικότητα και στις αγορές, μερίδιο στα εύσημα πρέπει, κατά την άποψή μου, να έχουν, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο, όλες οι μνημονιακές δυνάμεις, ακόμη και αυτές, που αταλάντευτα και με συνέπεια στάθηκαν απέναντι στα μνημόνια, μια που η ασκούμενη, κάθε φορά, κυβερνητική πολιτική αποτελεί την κοινή συνισταμένη δράσης όλων των κομματικών και συνδικαλιστικών μηχανισμών.
Θα τολμούσα, μάλιστα, να πω, ότι το μεγαλύτερο μερίδιο των ευσήμων θα πρέπει να αποδοθεί στον ίδιο το λαό, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και κυρίως με την ανοχή του και τον οβολό του έβαλε πλάτη στην όλη προσπάθεια, παρότι είδε και βλέπει, αυτά τα χρόνια, το εισόδημά του και τα εργασιακά του δικαιώματα, που αποκτήθηκαν στο παρελθόν με αγώνες και θυσίες, να συρρικνώνονται επικίνδυνα και το βιοτικό του επίπεδο και την αξιοπρέπεια του να φθάνουν σε επίπεδα εξευτελιστικά.
Ας βγούμε, όμως, πρώτα με το καλό από την κρίση και μετά βλέπουμε.
* Από τον Κώστα Γιαννούλα