Ως γνωστόν, η κοινωνία μας είναι ανομοιόμορφη και απαρτίζεται από πολίτες που, εκτός των άλλων και σε γενικές γραμμές, μπορούμε να τους κατατάξουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες• στους νομοταγείς και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς την Πολιτεία και προς τρίτους, που αποτελούν την πλειοψηφία, και στους παραβάτες των νόμων και ασυνεπείς, που αρέσκονται να ζουν παρασιτικά και σε βάρος άλλων. Αυτούς τους τελευταίους τους αποκαλούμε, λαϊκά, μπατακτσήδες και αποτελούν κοινωνική μάστιγα και πηγή προβλημάτων για τους πολλούς.
Αυτοί, εκμεταλλευόμενοι ανέκαθεν τις αδυναμίες και την ανοχή της Πολιτείας, εκ προθέσεως και συστηματικά αποφεύγουν ν’ ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους καίτοι, πολλές φορές, τα περιουσιακά τους στοιχεία τους το επιτρέπουν. Αρέσκονται, άλλωστε, να ξοδεύουν χωρίς περίσκεψη και προγραμματισμό, ν’ αυξάνουν το βιος τους με δανεικά και αγύριστα και να κοκκινίζουν, έτσι, τα δάνειά τους, να φοροδιαφεύγουν χωρίς ντροπή και να δημιουργούν υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις και αντί ν’ αναλαμβάνουν τις ευθύνες, που τους αναλογούν για τις επιλογές τους, είναι απ’ τους πρώτους, που ζητούν μέτρα προστασίας παριστάνοντας τους αναξιοπαθούντες.
Παρόλα αυτά η Ελληνική Πολιτεία, για ν’ αντιμετωπίζει τα προβλήματα, που δημιουργεί στο κοινωνικό σύνολο η ανεύθυνη παραβατική συμπεριφορά τους, αντί να βρεί τρόπους να τους συνετίσει και να τους πειθαναγκάσει ν’ αλλάξουν τακτική, με διάφορες κάθε φορά δικαιολογίες συμβιβάζεται μαζί τους και κατά τακτά χρονικά διαστήματα τους επιβραβεύει κι από πάνω.
Για του λόγου το αληθές, ενδεικτικά θα υπενθυμίσω αναφερόμενος μόνο στους νεότερους χρόνους το χάρισμα των αγροτικών χρεών, μια μορφή σεισαχθείας, επί Παπαδόπουλου, καθώς και την κοινωνικοποίηση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων επί Ανδρέα Παπανδρέου, που, ως επί το πλείστον, ανακούφισαν, κυρίως, τους μπατακτσήδες και όχι τους συνεπείς νοικοκυραίους, που είναι, συνήθως, νομοταγείς και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους. Δε θα επεκταθώ στα μνημονιακά χρόνια, γιατί θα στεναχωρήσω πολλούς, μια που κατά την περίοδο αυτή και το κράτος λειτουργεί ως μπατακτσής και τα μέτρα, που παίρνονται, δεν κάνουν διάκριση αλλά εξισώνουν τους εκ πεποιθήσεως μπατακτσήδες μ’ αυτούς, που αποτελούν δημιούργημα και θύματα των μνημονίων.
Οφείλω, γι ’αυτό, σ’ αυτό το σημείο, προκειμένου να μην υπάρξουν παρανοήσεις και παρεξηγήσεις, να επισημάνω ότι κατά την περίοδο εφαρμογής των μνημονιακών μέτρων αυξήθηκε υπέρμετρα ο αριθμός αυτών, που δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Όλοι αυτοί, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν, συλλήβδην, να χαρακτηρισθούν μπατακτσήδες, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς θέλουν ν’ ανταποκριθούν αλλά, δυστυχώς, δεν μπορούν, αφού δεν επαρκούν, πλέον, τα έσοδά τους, για να καλύψουν τις ανελαστικές δαπάνες και τις υποχρεώσεις τους, που από κεκτημένη ταχύτητα είχαν δημιουργήσει στην προ μνημονίων εποχή. Ας όψονται, γι΄ αυτό, οι πολιτικοί μας ταγοί και όσοι τους ψηφίζουμε, που αφήσαμε την κατάσταση να ξεφύγει απ’ τα χέρια μας και μια ωραία πρωία, εντελώς αιφνιδιαστικά, παραδοθήκαμε στο έλεος των δανειστών αλλάζοντας απότομα τους κανόνες του παιχνιδιού με τα εξοντωτικά μέτρα, που επιβλήθηκαν και οδήγησαν στην μείωση εισοδημάτων, στην υπερχρέωση και στο γονάτισμα πολλών υγιών νοικοκυριών και επιχειρήσεων και στην εκτίναξη της ανεργίας στα ύψη, μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον οικογενειακό κορβανά.
Ως εκ τούτου, για να διορθωθεί αυτή η κατάσταση και να λιγοστέψουν τα παράπονα και η πικρία, που νιώθουν οι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους πολίτες, θα πρέπει η Πολιτεία, όπως καλή ώρα άρχισε να κάνει η ΔΕΗ, να επιβραβεύει με κάποια ανακουφιστικά μέτρα, αποκλειστικά και μόνο αυτούς και όχι μονίμως τους μπατακτσήδες, που επιλέγουν συνειδητά να λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Μόνο, έτσι, μπορεί το σύστημα να ισορροπήσει και ν’ αποδώσει καρπούς. Διαφορετικά, θα συνεχίσουν να πληρώνουν τη νύφη τα κορόιδα, δηλ. οι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους πολίτες• και αυτό, αν μη τι άλλο, είναι άδικο.
Κώστας Γιαννούλας