Ο καιρός είναι ακόμη καλός, μιας που ο χειμώνας δεν έχει μπει για τα καλά και είναι ευκαιρία για συναντήσεις με παλιούς γνώριμους στην πλατεία όπου το κεντρικό θέμα συζήτησης δεν είναι άλλο παρά η μείωση των συντάξεων! Όλες αυτές οι, όχι και τόσο τυχαίες, συναντήσεις με μεταφέρουν λίγους μήνες πριν σε μια άλλη πλατεία της πόλης μας: την πλατεία Λαμπρούλη που είναι γνωστή ως πλατεία Φρουρίου. Εκατοντάδες παιδιά και νέοι έχουν καταστήσει την πλατεία αυτή ως σημείο συνάντησης και αναψυχής για όλο το καλοκαίρι, όπου το μόνο που χρειάζονται είναι ένα παγκάκι, μια μπύρα από το περίπτερο και τους φίλους τους.
Οι παραπάνω ενθυμίσεις που είναι υπαρκτές, λίγο-πολύ, σε όλους τους Λαρισαίους, δεν υποδηλώνουν τίποτα διαφορετικό από το γεγονός πως η Λάρισα είναι μια ζωντανή πόλη. Παρότι πολλοί μελετητές μιλούν συνεχώς για την παρακμή του δημόσιου χώρου, οι συμπολίτες μας φροντίζουν να τους διαψεύσουν. Αν και αποτελεί μια μεγάλη αγορά, το κέντρο της δεν αντιμετωπίζεται ως ένα ανοικτό εμπορικό κέντρο όπου το «δικαίωμα του πολίτη» μετατρέπεται σε «δικαίωμα του πελάτη». Η γοητεία του δημόσιου αστικού χώρου της καταφέρνει να κεντρίσει το ενδιαφέρον των κατοίκων της σε υψηλότερα επίπεδα από τον ψηφιακό χώρο των διαφόρων κοινωνικών μέσων (social media), που συχνά αναφέρονται σε πραγματικούς χώρους των πόλεων. Ο συνεχής εκσυγχρονισμός του, μέσα από διάφορες αστικές παρεμβάσεις, φαίνεται πως εξελίσσει την εικόνα του εναρμονίζοντας τα ιστορικά στοιχεία του, όπως η παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Αχιλλίου και το Α’ Αρχαίο Θέατρο, που σιωπηρά εξιστορούν τον πολιτισμό μιας Λάρισας που συνεχίζει να υπάρχει στο βάθος των αιώνων.
Κάθε δρόμος και μια ιστορία και κάθε ιστορία, πολλές αναμνήσεις. Από το μικρό γραφικό στενάκι της οδού Απόλλωνος μέχρι τους κεντρικούς δρόμους που ορίζουν την Κεντρική πλατεία της πόλης, όλοι έχουν κάτι να θυμούμαι, κάτι που συνιστά τη συλλογική μνήμη της πόλης, που σχετίζεται σημαντικά με το συμβολικό και παιδαγωγικό ρόλο των πόλεων. Και παρότι η πόλη μας δε χαρακτηρίζεται από πολλά μεγαλοπρεπή κτίρια με ιδιαίτερη πλαστικότητα των εξωτερικών τους μορφών, εντούτοις, η μορφή της καταφέρνει να μεταφέρει στους περαστικούς μηνύματα σχετικά με την ανάπτυξη κόμβων πολιτισμικής συνάντησης και επικοινωνίας.
Ίσως, όμως, πέρα από μια νοοτροπία αυτό που καθιστά την πόλη μας τόσο ζωντανή είναι η σχετικά συμπαγής μορφή της. Είναι μια πόλη που δεν έχει ξεστρατίσει ιδιαίτερα από τις αξίες της ως πεδίο συλλογικότητας. Οι κοινωνικές σχέσεις που διαπλάθονταν άλλοτε στο δρόμο της γειτονιάς, μετέπειτα στην καφετέρια και σήμερα, ξανά, στο δρόμο και την πλατεία μπορούν να λειτουργήσουν ευκολότερα ως μέσο προώθησης της κοινωνικής συνοχής και ευημερίας σε μια περίοδο κρίσης, όπου ο κόσμος τείνει να μειώσει το μέγεθος της κατοικίας του και τις αποστάσεις που καθημερινά διανύει και ο εμβληματικός δημόσιος χώρος μετατρέπεται σε εντυπωσιακό «σκηνικό» σαλόνι μεσοαστικού ελληνικού νοικοκυριού που ο καθένας μας μπορεί να τον χαρεί ενεργά και όχι να τον αντιμετωπίσει ως μια άχαρη διαδρομή και σημείο ολιγόλεπτης συζήτησης.
Παρότι, ο ελληνικός αστικός χώρος δεν φαίνεται να απειλείται, εντούτοις, οι επιρροές για τη μετατόπιση από το αστικό ενδιαφέρον στο παγκόσμιο είναι σχετικά εμφανείς, κυρίως μέσω του διαδικτύου, της ελαχιστοποίησης των χρονοαποστάσεων μέσα από την εξέλιξη της τεχνολογίας και των εντεινόμενων ανησυχιών γύρω από παγκόσμιας σημασίας ζητήματα. Κάτι τέτοιο δεν είναι κατ’ ανάγκην μια δυσοίωνη εξέλιξη αλλά μια μεταλλαγή του τρόπου σκέψης και ζωής των σύγχρονων ανθρώπων, όπου η αστική συνείδηση μετατρέπεται σε πλανητική. Το ερώτημα που εγείρεται είναι ποιος τόπος θα στεγάσει το σύγχρονο άνθρωπο; Μπορεί ο δημόσιος χώρος, ακόμη και σήμερα, να ικανοποιήσει τις ανάγκες του και να μείνει το ίδιο ή περισσότερο ζωντανός, διατηρώντας τον χαρακτήρα του πολιτικού χώρου και ενσαρκώνοντας την αριστοτέλειο προσέγγιση περί της κοινωνικής φύσης του ανθρώπινου όντος;
Το παράδειγμα της πόλης μας δίνει ψήφο υπέρ του δημόσιου χώρου της συμπαγούς πόλης. Στην ίδια λογική, οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις προωθούν έργα για την ανάπτυξη κοινωνικών χώρων στα κέντρα τους και η βιώσιμη αστική κινητικότητα, εκτός από μέσο βελτίωσης της βεβαρημμένης κατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος, αναδεικνύεται σε μέσο ενίσχυσης της αστικότητας και της κοινωνικότητάς τους. Η συμπαγής πόλη, ίσως, είναι η λύση. Ίσως είναι η ευκαιρία να προσεγγίσουμε με μεγαλύτερη προσοχή την ιστορική κληρονομιά των πόλεών μας αλλά και το γείτονά μας. Μπορεί να μην υπάρχει λόγος η πλαστική καρέκλα να βγει ξανά στο δρόμο για την καθιερωμένη απογευματινή συζήτηση, η ανάδειξη του δημόσιου χώρου στην προσωπική μας συνείδηση είναι ίσως το κλειδί για την έξοδο από την κρίση, τουλάχιστον σε κοινωνικό επίπεδο.