Έτσι κι έγινε. Ως το Σάββατο πέρασε ο κάθε λαός και πήρε το μερτικό του. Την Κυριακή, καθώς ξεκουραζόταν ο Θεός, άκουσε απ` έξω εναγώνιες φωνές. «Θεέ μας, Θεέ μας, είμαστε κι εμείς. Μη μας ξεχνάς». Κοιτάζει ο Θεός και βλέπει τους Έλληνες. Αυτοί όπως πάντα καθυστερημένοι και μαθημένοι στις παρατάσεις. Τι φωνασκείτε; Τους είπε ο Θεός. Δεν είπαμε ως το Σάββατο; Τι να σας δώσω τώρα. Τα έδωσα όλα. Και οι Έλληνες, όπως το συνηθίζουν, άρχισαν τις διαδηλώσεις, τις διαμαρτυρίες, τα πλακάτ και τις ντουντούκες. «Εντάξει τους λέει ο Θεός. Τι να κάνω; Κράτησα το καλύτερο οικόπεδο για μένα. Σας το παραχωρώ. Και μας έδωσε τούτη τη γη. Την Ελλάδα. Το καλύτερο (Θεϊκό γαρ) οικόπεδο της γης. Αλλά και για την επιπολαιότητά τους, τους καταράστηκε να μην έχουν καλούς ηγέτες και να τρώγονται μεταξύ τους.
Πράγματι ζούμε στην ωραιότερη χώρα του κόσμου. Δες τε τα νησιά μας. Καθένα με τη χάρη του. Τις γραφικές λίμνες. Τα βουνά. Ω! τα βουνά. Ο μυθικός Όλυμπος. Το πανέμορφο Πήλιο. Τα Μετέωρα. Το Άγιο Όρος… Και σαν αχάριστος λαός, τούτη την υπέροχη γη την κατακρεουργούμε. Ασυνείδητοι εμπρηστές, καίνε τα δάση της. Αυθαιρετούν με μία άναρχη δόμηση, με εκτρώματα οικοδομών πάνω σε γραφικές ακτές, σε χωριά και πόλεις. Ασφυξία. Ρυπαίνουμε τον τόπο, που ζούμε με μπάζα, σκουπίδια και χωματερές. Τάχα βγαίνουμε στη φύση να τη χαρούμε και φεύγοντας αφήνουμε πίσω μας σκουπιδαριό, δείγμα απολίτιστου λαού…
Είχαμε την τύχη να έχουμε και μία λαμπρή ιστορία και μία πλούσια σε μνημεία και πνευματικά έργα, παρακαταθήκη των προγόνων μας. Κι εμείς αφήνουμε πάνω τους τη σφραγίδα της κακοήθους συμπεριφοράς μας. Άλλη χώρα αν είχε αυτόν τον προγονικό πλούτο, θα τον εκμεταλλευόταν και θα τον έκανε κέντρο του κόσμου. Ποιος φταίει; Μα φυσικά εμείς. Όλοι μας.
Αντιγράφω από την Εγκυκλοπαίδεια BRITANICA (1910) περιγραφή του χαρακτήρα μας. «Το πατριωτικό συναίσθημα των Ελλήνων, δυστυχώς υπόκειται στην εκμετάλλευση ιδιοτελών δημαγωγών και δημοσιογράφων, που ανταγωνίζονται στην υπερβολή των Εθνικών αξιώσεων και στην κολακεία της εθνικής ματαιοδοξίας. Σχηματίζουν ένα τμήμα της κοινωνίας, που περισσεύει ένα μορφωμένο προλεταριάτο, που προσκολλάται σε διάφορα κόμματα, με την ελπίδα της κρατικής απασχόλησης και ξοδεύει την ύπαρξή του ασκόπως, περιφερόμενο στα καφενεία και στους δρόμους, όταν το κόμμα τους είναι εκτός εξουσίας. Η εξυπνάδα τους συχνά εκφυλίζεται σε πονηριά. Η ευρηματικότητά τους σε ανειλικρίνεια. Η λιτότητά τους σε απληστία. Και η επινοητικότητά τους σε απάτη». Αυτός ο χαρακτηρισμός ίσως και πιο σκληρός, θα μπορούσε, να απεικονίσει την σημερινή μας κατάσταση. Κουτσαβακισμός, ιδιοτέλεια, καιροσκοπισμός. Ηγέτες και λαός στον ίδιο χορό.
Στις αρχές του 1947, πάνω στην έξαρση της Ζαχαριαδικής εγκληματικής ιδεοληψίας, οι Άγγλοι, καθημαγμένοι κι αυτοί από τον πόλεμο, αναφέρουν προς τις ΗΠΑ πως αδυνατούν πλέον να βοηθήσουν την Ελλάδα, στον αγώνα κατά της κομμουνιστικής επικράτησης. Τότε ο Τρούμαν για να έχει μια σαφή εικόνα, της εδώ κατάστασης, ανέθεσε σε κλιμάκιο Αμερικανών, να έλθει στην Ελλάδα και να ερευνήσει την κατάστασή μας. Και ιδού τα χάλια μας.
Αναφέρει η έρευνα: «Εδώ δεν υπάρχει κράτος σύμφωνα με τα Δυτικά πρότυπα. Αντ` αυτού υπάρχει μία ιεραρχία, ατομιστών πολιτικών. Μερικοί απ` αυτούς είναι χειρότεροι από τους άλλους. Όλοι ασχολούνται με τον προσωπικό τους αγώνα για εξουσία. Δεν έχουν χρόνο ν` αναπτύξουν οικονομική πολιτική. Έστω κι αν έχουν την ικανότητα».
Θυμόμαστε εμείς οι παλιότεροι τις «Παγωμένες πιστώσεις». Έναν πακτωλό χρημάτων, που κατέληξε στα θυλάκια των καταχραστών. Το Σχέδιο Μάρσαλ, η ΟΥΝΡΑ, η ξένη βοήθεια, η βοήθεια των Ελλήνων της διασποράς… Δεν υπήρχε Κράτος. Αν υπήρχε έπρεπε να ξανάρθουμε στην ευημερία. Πέρασαν πάνω από 70 χρόνια από τότε και βρισκόμαστε στον ίδιο παρονομαστή. Η ίδια εικόνα. Ίσως και χειρότερη. Δεν έχουμε ηγέτες. Δεν έχουμε Δημόσια Διοίκηση. Ούτε προνοιακή πολιτική. Οι ίδιοι καταχραστές. Οι ολίγοι άρχουν και πλουτίζουν. Ο λαός παίνεται και δυστυχεί. Χωρίς Παιδεία. Χωρίς Υγεία. Παντού λουκέτα και μηδενισμός. Οι Άρχοντές μας ξιφουλκούν ο ένας κατά του άλλου. Πάντα οι άλλοι φταίνε. Τρώγονται σαν τα σκυλιά, ενώ οι λύκοι καραδοκούν.
Γιατί καλέ μου Θεέ, μας έδωσες τούτη την αντίθεση; Πανέμορφη φύση, το θαυμάσιο οικόπεδο, αλλά και αχαρακτήριστους ανθρώπους;