Εξ αιτίας, όμως, του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, των αδυναμιών του δημόσιου σχολείου και προπάντων της απώλειας χιλιάδων ωρών κάθε χρόνο λόγω απεργιών, καταλήψεων και καθυστέρησης στην κανονική και ομαλή λειτουργία, πολύ σπάνια θα συναντήσει κανείς μαθητή και γονιό, προπάντων Λυκείου, που να μην θεωρεί το φροντιστήριο εντελώς απαραίτητο, αν επιθυμεί υψηλές επιδόσεις και επιτυχίες. Το τίμημα αυτής της κατάστασης; Η υπερφόρτωση του μαθητικού προγράμματος και η πληρωμή, αρκετές φορές, ιδιαίτερα μεγάλων ποσών στην παραπαιδεία κι ας μην τα σηκώνει ο οικογενειακός κορβανάς. Τόσο πολύ απαραίτητο θεωρείται το φροντιστήριο.
Μερικοί, όμως, σαν και εμένα, που έζησα επί δεκαετίες το δημόσιο σχολείο από μέσα, έχουν διαφορετική άποψη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μηδενίζουν την αξία του φροντιστηρίου∙ μόνο που αυτή εξαρτάται από προϋποθέσεις, που θα φανούν παρακάτω.
Κατ’ αρχήν, δεν πρέπει να ξεχνούν μαθητές και γονείς το πιο σημαντικό∙ ότι οι υψηλές βαθμολογίες και το άριστα, καθώς και οι πραγματικές επιτυχίες, όταν υπάρχει ανταγωνισμός, στηρίζονται προπάντων στο μεράκι, στην αποφασιστικότητα, στον αγώνα, στις θυσίες και στη συστηματική μελέτη εκ μέρους του ίδιου του μαθητή∙ χωρίς αυτόν, γονείς, δάσκαλοι και φροντιστές ματαιοπονούν ή πετυχαίνουν ελάχιστα. Άλλωστε, γνώση, που κατακτιέται με έρευνα και ατομική προσπάθεια, είναι πιο στέρεα και πιο ανθεκτική στο χρόνο. Αν, μάλιστα, καταφέρει ο μαθητής με την αυτογνωσία του να αποκαλύπτει τις αδυναμίες του και να ζητά από τον καθηγητή του τη βοήθεια του, για να συμπληρώνει τα κενά του, τότε μπορούμε να μιλάμε για το καλύτερο αποτέλεσμα.
Δεν πρέπει να ξεχνούν, επίσης, ότι είναι μεν χρήσιμο το φροντιστήριο υπό τις παρούσες συνθήκες, όταν χρησιμοποιείται, για να συμπληρώνονται κενά, αλλά δεν μπορεί να υποκαθιστά το σχολείο, το οποίο εκτός των άλλων είναι και ο βασικός φορέας αγωγής, απαραίτητης για τη διάπλαση της προσωπικότητας του μαθητή, ενώ το φροντιστήριο είναι, κυρίως, πάροχος εξειδικευμένης γνώσης και μάλιστα έναντι αδράς αμοιβής, κυρίως όταν παρέχεται ιδιαιτέρως και κατά μόνας.
Πέραν όλων αυτών το φροντιστήριο, όταν προτρέχει του σχολείου, όπως συμβαίνει συνήθως, ακυρώνει, εν πολλοίς, τον δάσκαλο και το μάθημά του, αφού , κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθίσταται ανούσιο και ο μαθητής αδιάφορος, πολύ περισσότερο όταν ο καθηγητής του σχολείου δεν έχει τον τρόπο να συναρπάσει και να κερδίσει την προσοχή των μαθητών για κάτι, που ήδη γνωρίζουν. Και όχι μόνο αυτό, φθάσαμε στο σημείο κάποιοι εκπαιδευτικοί να θεωρούν δεδομένο ότι όλοι οι μαθητές προετοιμάζονται στα φροντιστήρια και, για να μην επαναλαμβάνονται, προσαρμόζουν το μάθημα τους σε αυτά τα δεδομένα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ελάχιστους, που δεν πάνε φροντιστήριο.
Και κάτι ακόμη ∙ παρότι δόθηκε στο παρελθόν μεγάλος αγώνας και έγινε πραγματικότητα η πρωινή λειτουργία όλων των σχολείων και η κατάργηση της διπλής βάρδιας, η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών καθιέρωσε δύο βάρδιες ή καλύτερα τρείς ∙ μία το πρωί υποχρεωτικά στο σχολείο, μία απογευματινή στο φροντιστήριο ή στο σπίτι με τον ιδιαιτερά του και μια νυχτερινή για μελέτη και εμπέδωση, όσων έμαθε. Και αυτό, αν μη τι άλλο, είναι εξουθενωτικό και επώδυνο για ένα παιδί, οπότε και δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής των γονέων.
Καλά θα κάνει, γι’ αυτό, η Πολιτεία να σταματήσει, επιτέλους, τους πειραματισμούς, τα μπαλώματα, τους αιφνιδιασμούς, τους πανηγυρισμούς για τα αυτονόητα και τις αποπροσανατολιστικές συζητήσεις και με σοβαρότητα, ρεαλισμό, συναίνεση και συνέπεια να αναβαθμίσει ουσιαστικά το δημόσιο σχολείο και τους λειτουργούς του, προκειμένου να γίνει πιο αποτελεσματικό και πιο ελκυστικό και να κερδίσει την απολεσθείσα εμπιστοσύνη μαθητών, γονιών και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας γενικότερα.
Δεν πρέπει να ξεχνούν οι υπεύθυνοι της Πολιτείας, παλαιοί και νέοι, αλλά και η εκπαιδευτική κοινότητα ότι το φροντιστήριο δικαιολογεί την παρουσία του μόνο μέσα σ’ ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον κι, αν επιθυμούν να περιορίσουν την απήχησή του, πρέπει, αφ’ ενός, ν’ αντιμετωπίζουν το δημόσιο σχολείο με τους ίδιους κανόνες και όχι με τη λογική της ήσσονος προσπάθειας και κατάργηση της αριστείας, που οδηγούν σε ισοπεδωτικές καταστάσεις. Δεν επιτρέπεται, αφ’ ετέρου, να κλείνουν τα μάτια τους, για λόγους σκοπιμότητας, στο όνειδος των ιδιαιτέρων μαθημάτων, που, καίτοι απαγορεύονται δια νόμου, παρέχονται έναντι αδράς και μάλιστα μαύρης αμοιβής από καθηγητές του δημόσιου σχολείου, ούτε να προωθούν και να υποθάλπουν τα κοινωνικά φροντιστήρια, γιατί έτσι μπερδεύουν και στηρίζουν τον θεσμό των φροντιστηρίων.
Αντί όλων αυτών μπορεί και πρέπει να στηρίζουν έμπρακτα και να επεκτείνουν τον θεσμό της ενισχυτικής διδασκαλίας, εντάσσοντάς τον, αν είναι δυνατόν, στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου. Αν καθίσουν με τα χέρια σταυρωμένα, θα συνεχίσουμε, δυστυχώς, να ματαιοπονούμε και να τρέχουμε ως κοινωνία στα φροντιστήρια, για να σώζεται η κατάσταση.