Αρχίζει από την περιοχή του πάρκου του Αγίου Αντωνίου, πίσω από το 404 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και καταλήγει στην οδό Υψηλάντου. Εδώ διακρίνεται ένα τμήμα της, από τη συμβολή των σημερινών οδών Ανθίμου Γαζή και Μανδηλαρά, μέχρι την Παπαναστασίου και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Η φωτογραφία αυτή προέρχεται από επιστολικό δελτάριο του Δημητρίου (Μίμη) Γεντέκου, για τον οποίο θα αναφέρουμε πιο κάτω αρκετά βιογραφικά στοιχεία. Ο φωτογράφος ανέβηκε στην ταράτσα και το δώμα που υπάρχει πάνω από το διώροφο κτίριο του Α΄ Γυμνασίου Αρρένων και από εκεί ψηλά έστρεψε τον φακό του ανατολικά και αποτύπωσε ένα μέρος της συνοικίας του Αγίου Νικολάου.
Μπροστά χαμηλά αριστερά διακρίνεται η κατάληξη της Μανδηλαρά (τότε ονομαζόταν οδός βασιλέως Παύλου) στην Ηπείρου. Παρ’ όλο που η λήψη έγινε απόγευμα ηλιόλουστης ημέρας, η κυκλοφορία είναι αραιή. Στον δρόμο διασταυρώνεται λεωφορείο με στρατιωτικό τζιπ και μόνο μα ανθρώπινη φιγούρα διακόπτει τη μονοτονία του άδειου τοπίου. Τα σπίτια είναι ισόγεια με αυλές και άφθονα δένδρα. Στο βάθος διακρίνεται ανάμεσα από τα πεύκα της αυλής του ο ναός του Αγίου Νικολάου,με το νέο τότε μεταπολεμικό καμπαναριό. Στην άκρη δεξιά επί της οδού Αγίου Νικολάου, φαίνεται μέρος από το μεγάλο τριώροφο αρχοντικό του στρατηγού Ιωάννη Άρτη, λίγο πιο πάνω η σκεπή της νεοκλασικής κατοικίας του δικηγόρου Δημητρίου Πιπινοπούλου, που ήταν στην γωνία με την Παπαναστασίου (Βασιλίσσης Σοφίας τότε) και δεξιότερα ο επάνω όροφος του αρχοντικού του Θεόδωρου Μαρκίδη. Τέλος στο βάθος μακριά διακρίνεται η σιλουέτα του Α΄ Δημοτικού Σχολείου.
Η φωτογραφία αυτή υπάγεται σε μια σειρά επιστολικών δελταρίων που κυκλοφόρησε στη Λάρισα ο καθηγητής Τεχνικών στο Β’ Γυμνάσιο της πόλεως Μίμης Γεντέκος. Η σειρά αυτή υπογραφόταν με την επωνυμία ΦΩΤΟ-ΓΕΝ. Ο Μίμης Γεντέκος γεννήθηκε το 1905 στην Αθήνα. Η καταγωγή της μητέρας του ήταν από τη Μακρινίτσα. Όμως το επάγγελμα του πατέρα του, ήταν υπάλληλος των ΤΤΤ, δηλ. ταχυδρομικός, υποχρέωνε την οικογένεια να τον ακολουθεί στις μεταθέσεις του. Τα εφηβικά του χρόνια τα πέρασε στον Τύρναβο, όπου το 1921, σε ηλικία 16 ετών, πέφτοντας από δένδρο υπέστη σοβαρά κατάγματα στη λεκάνη και το δεξιό του πόδι. Οι παλιοί Λαρισαίοι θα θυμούνται την αναπηρία του και κυρίως το δεξιό παπούτσι, του οποίου η σόλα είχε ύψος πάνω από δέκα εκατοστά, για να εξισορροπεί το ύψος του αριστερού ποδιού. Το 1924 αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Λαρίσης και από το 1925 έως το 1935 φοίτησε αρχικά στο τμήμα Ιχνογραφίας της Σχολής Καλών Τεχνών και κατόπιν μεταπήδησε στο τμήμα γλυπτικής και ζωγραφικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσοβείου Πολυτεχνείου. Το 1935 διορίσθηκε καθηγητής Τεχνικών στην Αχιλλοπούλειο Εμπορική Σχολή Τσαγκαράδας, όπου παρέμεινε και όλη τη διάρκεια της κατοχής, μέχρι το 1945.
Το 1945 διορίσθηκε καθηγητής Τεχνικών στο Β’ Γυμνάσιο Λαρίσης και παρέμεινε στην πόλη μας μέχρι το 1958. Κατά τη διάρκεια των 13 ετών παρουσίας του στην πόλη μας ξεδίπλωσε όλες τις πτυχές του πολύπλευρου ταλέντου που διέθετε, πέρα από την απλή δημοσιοϋπαλληλική του παρουσία στο σχολείο. Το Γυμνάσιο του παραχώρησε ένα χώρο στη δυτική πλευρά του Σχολικού Γυμναστηρίου, ο οποίος βρισκόταν δίπλα από τα αποδυτήρια και κοντά στο περίεργο αρχιτεκτονικά σπίτι του Λεωνίδα Μπέρτολη. Στον χώρο αυτόν ο Μίμης Γεντέκος δημιούργησε το καλλιτεχνικό του εργαστήριο γλυπτικής και ζωγραφικής, εξασφάλισε την κατοικία του και στέγασε το φωτογραφείο. Θυμάμαι ότι το 1950, καθώς το σπίτι μου βρισκόταν εκεί κοντά στην οδό Καραϊσκάκη, απαθανατίσθηκε στο φωτογραφείο του ολόκληρη η επταμελής οικογένειά μου. Όμως οι περισσότεροι πελάτες του ήταν στρατιώτες, οι οποίοι κατά την έξοδό τους στην πόλη περνούσαν αναγκαστικά έξω από το φωτογραφείο του και αρκετοί του ζητούσαν να φωτογραφηθούν σε εβδομαδιαίες φωτογραφίες, όπως ονομάζονταν τότε όσες γίνονταν σε στούντιο.
Επίσης ο εξωτερικός χώρος ήταν πολλές φορές κατειλημμένος από την εργασία του σε γλυπτές συνθέσεις. Κατασκεύαζε Ηρώα για διάφορες πόλεις, όπως επίσης προτομές και ανάγλυφα για συλλόγους και δήμους. Το πρόπλασμα ενός αγάλματος του Ρήγα Φεραίου, ύψους τριών περίπου μέτρων χωρίς τη βάση του, που για διάφορους λόγους δεν έγινε ποτέ, έστεκε πάντοτε έξω από τους χώρους του εργαστηρίου του, διατηρήθηκε και μετά τη μετάθεσή του στην Αθήνα το 1958, απλώς μετά την κατασκευή των σχολικών διδακτηρίων τοποθετήθηκε στη νοτιοανατολική γωνία του πρώην σχολικού γυμναστηρίου και καθώς είχε γίνει ο στόχος διαφόρων γκράφιτι, καταστράφηκε και τελικά απομακρύνθηκε.
Το εργαστήριό του υπήρξε φυτώριο πολλών καλλιτεχνών που υπήρξαν μαθητές του στο σχολείο και συγχρόνως εξωσχολικά παρακολουθούσαν τη δραστηριότητα του καθηγητού τους. Τις πρώτες γνώσεις γύρω από την τέχνη της γλυπτικής, της ζωγραφικής και της φωτογραφίας πήραν κοντά του ο γλύπτης Γ. Καλακαλάς και η Μάρα Καρέτσου, ο σκηνογράφος Γ. Ζιάκας, οι ζωγράφοι Χρήστος Μακρόπουλος, Νανά Τάχα, Χρ. Τζεζαϊρλίδης, ο αθλητής και ζωγράφος Δ. Μποντικούληςκαι πολλοί άλλοι.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1950 άρχισε να εκδίδει επιστολικά δελτάρια με απόψεις από τη Λάρισα. Δεν είχαν αρίθμηση και δεν γνωρίζουμε πόσες συνολικά κυκλοφόρησε. Πάντως έχω υπ’ όψιν μου περίπου δεκαπέντε. Θα πρέπει να γίνει μια έρευνα πάνω σ’ αυτό. Η πρόσφατα συγκροτηθείσα Φωτοθήκη του Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου μπορεί να ερευνήσει το θέμα, ερευνώντας τα αρχεία του που βρίσκονται στην Αγριά του Βόλου.
Ο Μίμης Γεντέκος το 1958 μετατέθηκε στην Αθήνα σε διάφορα σχολικά συγκροτήματα. Το 1985 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αγριά, όπου μετέφερε και το εργαστήριό του. Πέθανε τον Αύγουστο του 1898 σε ηλικία 93 ετών.
Από όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω μπορεί κανείς να τοποθετήσει τη χρονολογία της σημερινής φωτογραφίας στα τέλη της δεκαετίας του 1950.