Το ποιος φταίει για την κατάντια μας αυτή δεν είναι του παρόντος. Εκείνο όμως που έφταιξε περισσότερο ήταν εκείνες οι καταραμένες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, όπου ο ευκολόπιστος ελληνικός λαός παρασύρθηκε από τα ψέματα της ενωμένης αντιπολίτευσης, ότι θα σταματούσε τη μικρασιατική εκστρατεία και θα έφερνε τα στρατευμένα παιδιά τους πίσω. Έτσι έχασε τις εκλογές το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου χωρίς καν να βγει ο ίδιος βουλευτής. Σε αυτές τις εκλογές για πρώτη και τελευταία φορά εκλέχθηκαν με το κόμμα των Φιλελευθέρων και 52 βουλευτές από την Ανατολική Θράκη που σύμφωνα με τη συνθήκη των Σεβρών είχαν ενταχθεί στην ελληνική επικράτεια. Από αυτούς 30 ήταν Έλληνες, 20 Τούρκοι και 2 Αρμένιοι.
Ο Βενιζέλος από το Παρίσι που πήγε μετά τις εκλογές δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για το μέλλον και την τύχη της Ελλάδας. Σε προσωπική συνομιλία που είχε με τον αντιστράτηγο Δημήτριο Βακά τον Νοέμβριο του 1927 στο σπίτι του στη Χαλέπα των Χανίων του ανέφερε για το θέμα της μικρασιατικής εκστρατείας ότι είχε τονίσει επανειλημμένα στους πρωθυπουργούς Ράλλη και Καλογερόπουλο τους κινδύνους του Έθνους χωρίς συμμαχική υποστήριξη, ότι υπέδειξε την αποδοχή των προτάσεων της διάσκεψης του Λονδίνου τον Ιανουάριο του 1921 και συμμεριζόμενος την ευθύνη δέχονταν να δηλώσει στον λαό ότι στο σημείο που έφτασαν τα πράγματα επιβάλλεται η εκκένωση της Μικράς Ασίας και η εγκατάσταση μαζί με τον τότε πανίσχυρο ελληνικό στρατό στην ανατολική Θράκη, λίγα χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη (βιβλ. 2, σελ 591)
Μεγάλος αριθμός Ελλήνων στρατιωτών εγκαταλείποντας τα μικρασιατικά παράλια έφτασε στα πλησιέστερα νησιά μας και κυρίως σε Μυτιλήνη και Χίο. Εκεί οι συνταγματάρχες Νικόλας Πλαστήρας, Στυλιανός Γονατάς και ο Ναύαρχος Δημήτριος Φωκάς με τη συμπαράσταση του στρατού και διαμαρτυρομένων πολιτών κηρύσσουν επανάσταση στις 11 Σεπτεμβρίου 1922. Φθάνουν στον Πειραιά με τη συμπαράσταση του υποστράτηγου Θεόδωρου Πάγκαλου, αναγκάζουν τον Κωνσταντίνο να αποχωρήσει από την Ελλάδα και την παραίτηση της κυβέρνησης του Τριανταφυλλάκου που είχε αντικαταστήσει την κυβέρνηση του Πρωτοπαπαδάκη που αμέσως μετά την κατάρρευση της στρατιάς της Μικράς Ασίας και τη Μικρασιατική Καταστροφή είχε παραιτηθεί.
Η επαναστατική αυτή κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα και αρχικά ήταν να κάνει με την Τουρκία μια συμφωνία ανακωχής, που με πρόταση της Άγκυρας έγινε στα Μουδανιά της Προποντίδας στις 20 Σεπτεμβρίου 1922 (π.ήμ.). Στη σύσκεψη οι Μεγάλες Δυνάμεις Γαλλία, Αγγλία και Ιταλία με πρόεδρο της διασκέψεως τον Άγγλο στρατηγό Χάρικτον και με αντιπροσωπεία της Τουρκίας τον Ισμέτ Πασσά. Από μεριάς της επαναστατικής κυβέρνησης της Ελλάδας συμμετείχε ο συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας, ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Μαζαράκης, ο συνταγματάρχης Πτ. Σαρρηγιάννης, ο διερμηνέας λαρ/χος Φιλότας Χατζηλάζαρος. Η πρόταση της Τουρκίας ήταν η επαναφορά της Ανατολικής Θράκης με την Ανδριανούπολη στην Τουρκία και μέχρι τον Έβρο ποταμό. Η Τουρκία φυσικά αποδέχθηκε την συμφωνία και την υπέγραψε στις 27 Σεπτεμβρίου, ενώ η Ελληνική κυβέρνηση είχε ορισμένες επιφυλάξεις, τελικά όμως αποδέχθηκε και υπέγραψε την 1η Οκτωβρίου. Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ο πρόεδρος στρατηγός Χάρικτον ρώτησε τον Πλαστήρα αν μπορούσε η Ελλάδα να διαθέσει δύναμη 40.000 στρατιωτών για την ακεραιότητα της συνθήκης των Σεβρών και την εξασφάλιση και των Αγγλικών Δυνάμεων στα Δαρδανέλια. Ο Πλαστήρας απάντησε ότι λόγω της αποσύνθεσης του ελληνικού στρατού διαθέτει μόνο 15.000. Η πραγματική όμως δύναμη του ελληνικού στρατού στην ανατολική Θράκη ήταν 50.000. Τελικά οι Άγγλοι για να εξασφαλίσουν την ακεραιότητα των δικών τους δυνάμεων αποφάσισαν την παραχώρηση της ανατολικής Θράκης στους Τούρκους, ικανοποιώντας το 1ο από τα αιτήματα της Τουρκίας. Το 2ο αίτημα ήταν να γίνει μια διάσκεψη στη Λωζάννη της Ελβετίας για την διευθέτηση των νέων συνόρων και 3ο αίτημα η αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών.
Μέχρι την έναρξη της διάσκεψης της Λωζάννης στις 8 Νοεμβρίου του 1922 (π.ημ.) η επαναστατική κυβέρνηση στην Αθήνα προχώρησε σε δίκη των υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής, μετά από απαίτηση στρατού και λαού και από τους 8 κατηγορουμένους οι 6 εκτελέστηκαν στις 15 Νοεμβρίου 1922 τα ξημερώματα. Στο μεταξύ απομακρύνθηκε ο Κωνσταντίνος από την Ελλάδα, ο οποίος παραδίδοντας στον πρωτότοκο γιο του Γεώργιο Β’ παραδέχθηκε πως είχε τυφλωθεί και πίστευε ότι οι Γερμανοί θα νικήσουν. Παραδέχθηκε ότι ο Μεταξάς και ο Στρίετ τον παρέσυραν να μην ακούσει τον Βενιζέλο και ότι οι αντιβενιζελικοί στάθηκαν η καταστροφή για τον τόπο και για τον ίδιο. Το γεγονός όμως των εκτελέσεων επηρέασε αρνητικά τις προσπάθειες του Βενιζέλου στη διάσκεψη της Λωζάννης, τον οποίο είχε ορίσει ως εκπρόσωπο της Ελλάδας η επαναστατική κυβέρνηση μαζί με τον Δημήτριο Κακλαμάνο. Ο Βενιζέλος όταν έμαθε το αποτέλεσμα της δίκης έστειλε αυθημερόν τηλεγράφημα στον Πλαστήρα για αναστολή της εις θάνατον καταδίκης των κατηγορουμένων αλλά έφτασε αργά.
Την Τουρκία εκπροσώπησε ο Ισμέτ Πασσάς που ήταν και Υπουργός Εξωτερικών. Πρόεδρος της συνέλευσης ήταν ο λόρδος Κόρζον ως εκπρόσωπος της Μ. Βρετανίας και μετείχαν η Γαλλία με τον Πουανκαρέ, η Ιταλία με τον πρωθυπουργό Μουσσολίνι και η Ιαπωνία. Επιπλέον, μετείχαν η Βουλγαρία, η Σοβιετική Ένωση, η Ρουμανία, η Σερβία, το Βέλγιο, η Πορτογαλία και οι Η.Π.Α. με παρατηρητή.
Η συνθήκη της Λωζάννης τελείωσε με τις υπογραφές των αντιπροσώπων στις 24 Ιουλίου 1923 και ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια συνέλευση στην παγκόσμια ιστορία, με μια μικρή διακοπή από τις 4/2 με 22/4 1923 λόγω των απαράδεκτων απαιτήσεων της Τουρκίας σε οικονομικά και εδαφικά ζητήματα, όπως οι οικονομικές επανορθώσεις λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, τον οριστικό καθορισμό των συνόρων κατά μήκος του ποταμού Έβρου συμπεριλαμβανομένου στο τριεθνές στην περιοχή του Καραγάτς δυτικά της Ανδριανουπόλεως και ένα χιλιόμετρο από τον Έβρο. Τελικά ο Βενιζέλος δέχθηκε να παραχωρηθεί το Καραγάτς στην Τουρκία χωρίς όμως να έχει η Τουρκία καμιά οικονομική απαίτηση από την Ελλάδα και ζήτησε την μη απομάκρυνση του Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη με τη σύμφωνο γνώμη της Μ. Βρετανίας και της Ρουμανίας καθώς υπήρχαν εκεί και εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνας ακόμα.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 59 της συνθήκης αναφέρει ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει την υποχρέωσή της για επανόρθωση των ζημιών που προκάλεσαν στην Ανατολία ο ελληνικός στρατός και η ελληνική Διοίκηση αντίθετα προς τους νόμους του πολέμου. Αλλά αναφέρει ρητά ότι η Τουρκία, λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας μετά τον πόλεμο παραιτείται οριστικά από κάθε οικονομική απαίτηση κατά της Ελλάδας.
Η Συνθήκη της Λωζάννης περιλαμβάνει 143 άρθρα και επιπλέον 19 άρθρα με τη Σύμβαση περί ανταλλαγής Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών. Στο 1ο άρθρο της σύμβασης για την ανταλλαγή των πληθυσμών αναφέρεται ότι από 1η Μάη 1923 πρέπει να γίνει η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων, ελληνικού ορθόδοξου θρησκεύματος που είναι εγκατεστημένοι σε τουρκικό έδαφος και των Ελλήνων υπηκόων μουσουλμανικού θρησκεύματος που είναι εγκαταστημένοι σε ελληνικό έδαφος. Στο 2ο άρθρο αναφέρεται η εξαίρεση για τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και για τους Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης.
Το άρθρο 14 της Συνθήκης εξαιρεί τους πληθυσμούς Ίμβρου και Τενέδου, το άρθρο 15 παίρνει τα Δωδεκάνησα από τους Τούρκους, το άρθρο 20 αναγκάζει την Τουρκία να αναγνωρίσει την προσάρτηση της Κύπρου στην Βρετανική Κυβέρνηση. Επιπλέον, παραιτείται από κάθε δικαίωμα στα κράτη της Αιγύπτου, Σουδάν, Παλαιστίνης, Ιράκ, Συρίας. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης η Τουρκία από Οθωμανική Αυτοκρατορία γίνεται Τουρκικό Κράτος.
Ο εκπρόσωπος της Μ. Βρετανίας και πρόεδρος της επιτροπής στη Συνθήκη, λόρδος Κόρζον χαρακτήρισε την αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αισχρή και χείριστη λύση. Η ελληνική αντιπροσωπεία χωρίς να έχει άλλη λύση δέχθηκε να υπογράψει τη σύμβαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών με δεδομένο ότι η Τουρκία αρνούνταν κατηγορηματικά να δεχθούν τον επαναπατρισμό των Ελλήνων προσφύγων.
Για την Ελλάδα η Συνθήκη της Λωζάννης ήταν η ταφόπλακα της μεγάλης ιδέας, ήταν η τελευταία πράξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ταφόπλακα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, του ελληνισμού της Ιωνίας, της Αν. Θράκης και του Πόντου. Ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να υπογράψει τη συνθήκη διαγράφοντας τη συνθήκη των Σεβρών το μεγαλούργημα της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών.
Βιβλιογραφία :
1. Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ, Πολιτική και Διπλωματικά Σχόλια του Κων/νου Ι. Σκαλτσά, Αθήνα 1973
2. «Η Μεγάλη Ελλάς, Ελευθέριος Βενιζέλος, Πολεμικός Ηγέτης» Δημήτρης Βακάς, Αθήνα 1964
* Ο Στέφανος Παπαγεωργίου είναι τεχνολόγος μηχανικός – ιστορικός μελετητής