Εκείνο το βράδυ, όμως, το θέμα που απασχολούσε την παρέα που είχε μαζευτεί σε ένα εστιατόριο ήταν άλλο: «Πώς φτάσαμε εδώ;». Σαν αστραπή σε έναν καθαρό καλοκαιρινό ουρανό, το σοκ του Brexit εξακολουθεί να είναι αισθητό και να κλονίζει βεβαιότητες. Γιατί δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα που προβληματίζει τους Βρετανούς. Ούτε μόνο τα κακά οικονομικά σημάδια στον ορίζοντα. Η χώρα ολόκληρη ανακαλύπτει στον καθρέφτη το αποκρουστικό πρόσωπο του φυλετικού μίσους, το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων δείχνουν να καταρρέουν, ανίκανες να διαχειριστούν ενωμένα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Είναι σαν το Brexit να άνοιξε ένα κουτί της Πανδώρας και να έθεσε υπό αμφισβήτηση τη φήμη ενός ολόκληρου λαού που ήταν ως τώρα γνωστός για τον ρεαλισμό του και τη σωφροσύνη του και ξαφνικά πήδηξε στο κενό, όπως έγραψε ένας αρθρογράφος του Economist.
Τι συνέβη λοιπόν; Στην παρέα του Sevenoaks ακούς όλες τις απόψεις. Διαπιστώνεις πρώτα απ’ όλα ότι μόνο ένας είναι γεννημένος στην Αγγλία. Διόλου περίεργο, το 12% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου προέρχεται από αλλού. Θα αλλάξει άραγε αυτό μετά την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ;
Η μετανάστευση συζητήθηκε πολύ στην προεκλογική εκστρατεία, με ευθύνη κυρίως του πρώην αρχηγού του UKIP Νάιτζελ Φάρατζ – ο οποίος μένει κοντά στο Sevenoaks. Τον Απρίλιο του 2014, μάλιστα, είχε δηλώσει ότι ο κόσμος ζηλεύει μέρη σαν το χωριό αυτό, «με τις παμπ του, την ομάδα κρίκετ και τον προσκοπικό του σύλλογο», και ότι μια μέρα μπορεί το Sevenoaks να γινόταν η πρωτεύουσα του Ηνωμένου Βασιλείου, στη θέση του Λονδίνου.
Πόσοι Βρετανοί δεν πίστεψαν τις υποσχέσεις αυτού του ανθρώπου, ο οποίος δήλωνε προεκλογικά ότι το ισοδύναμο της βρετανικής συνεισφοράς στην ΕΕ θα μπορούσε να διοχετευτεί στα ταμεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας; Την επομένη του δημοψηφίσματος, ο Φάρατζ πήρε πίσω αυτόν τον ισχυρισμό και στη συνέχεια παραιτήθηκε, πετώντας την «καυτή πατάτα» του Brexit στη νέα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι. Και δεν είναι ο μόνος που εγκατέλειψε τη μάχη, το ίδιο έκανε και ο Ντέιβιντ Κάμερον, όπως και – πρόσκαιρα – ο Μπόρις Τζόνσον, για να «ανταμειφθεί» στη συνέχεια για τις υπηρεσίες του με την τοποθέτησή του στο Υπουργείο Εξωτερικών.
«Όλη αυτή η καταστροφή είναι έργο μιας ανεύθυνης ομάδας: του Μπόρις, του Ντέιβιντ και του Τζορτζ Όσμπορν», λέει ένας από τους παρισταμένους στο δείπνο του Sevenoaks. «Υπήρξαν όλοι μέλη του Bullingdon Club. Εκεί ανέπτυξαν αυτή την αλαζονεία».
Τη δεκαετία του ’40, ο Τζορτζ Όργουελ έγραφε: «Η Αγγλία είναι η χώρα του σνομπισμού και των προνομίων, αλλά και η χώρα όπου η δύναμη του πλούτου είναι συγκεντρωμένη σε λίγα χέρια». Τίποτα δεν μοιάζει να έχει αλλάξει από τότε. Και το Bullingdon Club, που ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα και είναι γνωστό για τα ακραία καψόνια του και τα καταστροφικά του μεθύσια, συμβολίζει αυτές τις κάστες που αναπαράγονται. Την ίδια περίοδο, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, το κλαμπ αυτό φιλοξένησε λοιπόν τρεις από τους σημαντικότερους πολιτικούς ηγέτες τη χώρας, των οποίων το κύρος σήμερα αμφισβητείται έντονα.
Αλλά και η νέα πρωθυπουργός ενσαρκώνει το ίδιο κατεστημένο που απέρριψαν οι Brexiters, αυτά «τα 17 εκατομμύρια των ψηφοφόρων που το βράδυ των εκλογών κοιμήθηκαν με τη βεβαιότητα ότι θα κέρδιζε το Remain», όπως έγραψε στο Spectator η Έμιλι Χιλ, μια αρθρογράφος που παραδέχεται ότι είπε ψέματα στους φίλους της και στα ινστιτούτα δημοσκοπήσεων για το τι θα ψήφιζε. Μα όλοι λοιπόν είπαν ψέματα; Και οι ψηφοφόροι, και οι πολιτικοί; Η διαπίστωση είναι ανησυχητική, αλλά δεν αποτελεί τη μόνη αποκάλυψη αυτής της περιπέτειας. Η απροσδόκητη νίκη του Brexit απελευθέρωσε και ξενόφοβα αντανακλαστικά που μέχρι τώρα ήταν κρυμμένα. Οι ρατσιστικές επιθέσεις σε όλη τη χώρα έχουν πολλαπλασιαστεί.
«Δεν είναι κάτι καινούργιο», επισημαίνει ο Γιούσεφ ελ-Τζινγκίχι, ένας νεαρός γιατρός που γεννήθηκε στο Λονδίνο από αιγύπτιους γονείς και έχει γράψει ένα αξιόλογο βιβλίο για την κατάρρευση του ΕΣΥ. «Οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης έχουν εδώ και χρόνια θέσει στο στόχαστρο τους μετανάστες. Είναι ένας εύκολος τρόπος να αποσπάται η προσοχή της κοινής γνώμης από την πολιτική της λιτότητας που πλήττει τους πιο φτωχούς».
Πολλοί είναι όμως και οι βρετανοί αναλυτές που παρατηρούν ότι η κοινωνική κινητικότητα δεν υπάρχει πια σε αυτή τη χώρα. Το όνειρο της «αιώνιας Αγγλίας» μπορεί να πλανάται ακόμη στο Sevenoaks, αλλά στην υπόλοιπη χώρα έχει εξατμιστεί. Ίχνη του βρίσκει κανείς πλέον μόνο στο Geffrye Museum, ένα μουσείο που βρίσκεται στο Shoreditch του Λονδίνου και είναι αφιερωμένο στην ιστορία της βρετανικής μεσαίας τάξης.
(*) Η Μαρία Μαλαγαρδή, γεννημένη στην Αθήνα, είναι δημοσιογράφος της Libération
(Πηγή: Libération)