Οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να τον στηρίζουν όσο ψηφίζει νόμους και συνεργάζεται μαζί τους στη λήψη μέτρων που κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να πάρει. Ο πολιτικός που λίγο καιρό πριν κατηγορούσε τους αντιπάλους του ότι απεργάζονται για τους Έλληνες μια μοίρα που θα καθηλώσει τις αμοιβές τους, ότι θα τους φέρει «μισθούς Βουλγαρίας», κατάφερε, στον ενάμιση χρόνο που κυβερνά, όχι μόνο να οδηγήσει τη χώρα στη μεγαλύτερη ύφεση της μεταπολιτευτικής ιστορίας της, όχι μόνο να συνεχίζουν ανθηρές επιχειρήσεις να βάζουν λουκέτο αλλά και οι εργαζόμενοι να χάνουν συνεχώς τμήματα των μισθών τους – ενδεικτική είναι η πρωτοσέλιδη αναφορά στην «Καθημερινή» της Κυριακής ότι οι ογδόντα στους εκατό εργαζόμενους έχουν δηλώσει εισοδήματα κατώτερα των χιλίων ευρώ τον μήνα, κάτι που επιβεβαιώνει την καταβαράθρωση της μεσαίας τάξης, πλέον και των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι είχαν έως σήμερα τις λιγότερες απώλειες στα εισοδήματά τους, βεβαίως και πολλών χαμηλοσυνταξιούχων.
Αυτή η κατάληξη, ήδη, έχει αρχίσει και διαγράφει τις πολιτικές εξελίξεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ, βυθιζόμενος στην αναξιοπιστία λόγω της επιπλέον δυστυχίας που έφερε στη χώρα, προσηλωμένος απλώς στην κατάληψη του κράτους και στον διορισμό των δικών του στελεχών, μπορεί να έχει τη στήριξη των εταίρων, χάνει όμως τους δικούς του ψηφοφόρους. Και πλέον το δείχνουν με ιδιαίτερη έμφαση οι δημοσκοπήσεις. Πολλοί από τους ψηφοφόρους του, μάλιστα, δεν φεύγουν πλέον μόνο προς τα αριστερά του, αλλά επιστρέφουν στα κόμματα του παλαιού δικομματισμού – κυρίως όμως στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Υπό κανονικές συνθήκες, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα συρρικνώνονται συνεχώς όσο περνάει ο καιρός και η Ελλάδα θα παίρνει τα χαρακτηριστικά μιας χώρας ζόμπι, που αδυνατεί να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα, με μια κυβέρνηση η οποία στην ουσία σκοτώνει την επιχειρηματικότητα.
Τι μένει; Ένα κοινοβουλευτικό ατύχημα. Μια μέρα, τρεις βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, πιεσμένοι από τους ψηφοφόρους τους, απειθαρχούν στη γραμμή και καταψηφίζουν ένα (μνημονιακό ή άλλο) νομοσχέδιο. Η κυβέρνηση καταρρέει και, στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, δεν βρίσκει ούτε την ψήφο της. Game over.
Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει ότι αν παίξει το παιχνίδι με τους σημερινούς κανόνες του κοινοβουλευτισμού, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στη συρρίκνωση. Το κόμμα του θα έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου – αλλά ο ίδιος μπορεί να έχει ακόμα περισσότερους μπελάδες, διότι εκκρεμούν η πολιτική αλλά ενδεχομένως και η δικαστική διερεύνηση της διαπραγμάτευσης που μας έφερε στο τρίτο μνημόνιο, τα capital controls ως αποτέλεσμα του άφρονος και τυχοδιωκτικού περυσινού δημοψηφίσματος και, επίσης, οι διάφορες καταγγελίες από στελέχη της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (εσχάτως επανήλθε ο στενός συνεργάτης του Γιάνη Βαρουφάκη, Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ) ότι είχαν εκπονήσει εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης, στο οποίο περιλαμβανόταν η κάθοδος του στρατού στους δρόμους για να διασφαλίσει την τάξη. Δηλαδή, πραξικόπημα.
***
Την εκλογική συντριβή, αλλά και την αποφυγή διερεύνησης της πολιτείας του, ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει καλά ότι έναν δρόμο έχει για να τα αποφύγει: την αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού. Προσπάθησε να το κάνει με την εισαγωγή ενός νέου εκλογικού συστήματος, πιο κοντινού στην απλή αναλογική. Για να μπορεί, όμως, ένα τέτοιο σύστημα να περάσει από τη Βουλή, χρειάζεται να συγκεντρώσει τα 2/3 των ψήφων του Κοινοβουλίου, 200 ψήφους. Με δεδομένο ότι θα ψηφίσουν το κόμμα του Λεβέντη, το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή (!), ο Αλέξης Τσίπρας χρειαζόταν και ψήφους από τη ΝΔ, το Ποτάμι ή το ΠΑΣΟΚ. Η ΝΔ το απέκλεισε από την αρχή, το Ποτάμι ακολούθησε αμέσως, η Φώφη Γεννηματά επέλεξε να πει και εκείνη όχι – και μόνο ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, βουλευτής επικρατείας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης (στην οποία πήγε ως εκπρόσωπος ενός κοινωνικού χώρου της ανανεωτικής Αριστεράς που θα συνέβαλε στη σοσιαλδημοκρατική Κεντροαριστερά), επέλεξε να ψηφίσει υπέρ του εκλογικού νόμου. Αλλά και πάλι, οι 200 ψήφοι δεν συγκεντρώνονται.
Οπότε;
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν το βάζει κάτω. Προσπαθεί να εκμεταλλευθεί (ή να προκαλέσει) μια πολιτική διαφωνία εντός της ΝΔ και ποντάρει ιδίως στις αντιρρήσεις για την πολιτική Κυριάκου Μητσοτάκη της κρατικιστικής πτέρυγας του κόμματος, που εκπροσωπούσαν οι καραμανλικοί (και ο βαρύτατα ηττημένος δις τέως αρχηγός, Βαγγέλης Μεϊμαράκης).
Αλλά το πιθανότερο είναι ότι ούτε έτσι θα εξασφαλίσει τις 200 ψήφους. Βάζει τότε σε εφαρμογή ακόμα ένα σχέδιο.
***
Το νέο σχέδιο του Αλέξη Τσίπρα για το μέλλον του ίδιου, της παράταξής του, αλλά και της χώρας (με αυτή τη σειρά ιεραρχεί τα προβλήματα ο Έλληνας πρωθυπουργός), το εξέθεσε ο ίδιος στους δημοσιογράφους που τον είχαν συνοδεύσει στην Κίνα, σε όσους τελοσπάντων θεωρεί φιλικούς προς αυτόν. Και έχει τον κωδικό: δημοψήφισμα. Ο πρωθυπουργός, ενόψει μιας συνταγματικής αναθεώρησης, διαρρέει ότι μπορεί να κάνει δημοψήφισμα διεκδικώντας, στο όνομα της άμεσης δημοκρατίας, να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τον λαό. Ύστερα, θα μπορούσε να προωθήσει την εκλογή του Κώστα Καραμανλή (διασπώντας, στην πράξη, τη ΝΔ – διαίρει και βασίλευε) ή και του εαυτού του.
Μπορεί; Θεωρητικά ναι. Αν και πολλοί συνταγματολόγοι το θεωρούν αντισυνταγματικό, έχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσει θετικές γνώμες άλλων καθηγητών συνταγματικού δικαίου. Είτε η αλλαγή του εκλογικού νόμου είτε η προσπάθεια εκλογής του Προέδρου από τον λαό, όμως, κατά πολλούς καθηγητές, αλλά και κατά τον Ευάγγελο Βενιζέλο, συνιστά «κρίση νομιμοποίησης και αντιπροσωπευτικότητας», συνεπώς είναι απόπειρα συνταγματικού πραξικοπήματος. Ο Αλέξης Τσίπρας ποντάρει το πολιτικό του μέλλον στην υπονόμευση της πολιτικής σταθερότητας.
Αν κερδίσει και αυτή την παρτίδα, η χώρα θα συρθεί σε έναν βαθύτερο και καταστροφικότερο διχασμό.