Από τον Θρασύβουλο Καβασίδη
Στην Ελλάδα αποτελεί «παράδοση» η ανάμειξη εμφανώς ή αφανώς, είτε της επίσημης Εκκλησίας είτε μεμονωμένων ιερωμένων παντός βαθμού, στα πολιτικά πράγματα. Γι’ αυτό και οι πολιτευόμενοι φροντίζουν πάντοτε, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους, να συνωστίζονται, προκειμένου να λάβουν … την ευλογία τους - απαθανατίζοντες το γεγονός.
Η Εκκλησία, φύσει και θέσει συντηρητικός χώρος, υπήρξε πάντοτε εμπόδιο σε κάθε μεταρρύθμιση που θα προσέβαλε, έστω και ακροθιγώς τα, κατ’ αυτήν, καλώς εννοούμενα συμφέροντά της. Και γι’ αυτό επιχειρούσε πάντοτε να «βάζει πλάτη» σε κομματικούς σχηματισμούς συντηρητικούς. Η σχέση αυτή ήταν αμφίδρομη. Δεν πρέπει να ξεχνούμε τη στάση που τήρησε, όταν (1982) η πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου τόλμησε να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή νομοσχέδιο, με το οποίο επρόκειτο να καθιερώσει ως υποχρεωτικό τον πολιτικό γάμο. Σύσσωμη η Νέα Δημοκρατία συμπαραστάθηκε στην Εκκλησία, με αποτέλεσμα ο Πολιτικός Γάμος από υποχρεωτικός να καταστεί προαιρετικός και ισόκυρος προς τον Θρησκευτικό. Ή τη στάση που τήρησε η Εκκλησία όταν (1998) η Κυβέρνηση του κ. Σημίτη επιχείρησε να καθιερώσει τις νέου τύπου αστυνομικές ταυτότητες, στις οποίες δεν θα αναγραφόταν το θρήσκευμα. Και πάλι σύσσωμη η ΝΔ ακολούθησε την ίδια τακτική και μάλιστα με εκκωφαντικό τρόπο, αφού δύο οικογένειές της, των Κ. Μητσοτάκη και Κ. Καραμανλή, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες συμμετείχαν στο «δημοψήφισμα» που διενήργησε η Εκκλησία, υπό τον τότε Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο!
Φυσικά, οι νέες ταυτότητες κυκλοφόρησαν και εκδίδονται και κυκλοφορούν μέχρι σήμερα. Σημειωτέον ότι η Δεξιά τη συμπόρευσή της με την Εκκλησία ακολουθεί απαρεγκλίτως διαχρονικά με το αλήστου μνήμης τρίπτυχο: «Πατρίδα - Θρησκεία - Οικογένεια». Ακόμη και η Χούντα των συνταγματαρχών τήρησε την ίδια τακτική. Θυμηθείτε το σύνθημά της, το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», που ο Γεώργιος Παπανδρέου… ελάμπρυνε με την προσθήκη «… καθολικώς διαμαρτυρομένων»!
Κατόπιν τούτου «κρούει ανοικτάς θύρας» ο Π - Σ. Λουμάκης, ιατρός το επάγγελμα, όταν σε καθαρά προεκλογικό άρθρο του, με τίτλο «Φοβικά σύνδρομα με επιστράτευση θρησκείας και θεολογίας» («Ε» της 17ης Ιανουαρίου 2015), αναφέρει εκτός των άλλων και ότι «οι επισκέψεις και παρουσίες πολλών πολιτικών της Ν.Δ. σε Άγιο Όρος μοναστήρια, θρησκευτικές εορτές, εκδηλώσεις κλπ, πάντα με την υποχρεωτική παρουσία τηλεοπτικής κάμερας ή φωτογράφων, δεν είναι απόρροια αμιγούς ευσεβούς πόθου να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τις ιερές παρακαταθήκες της Ορθοδοξίας, αλλά ιδιοτελούς επιθυμίας να διαφημίσουν μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες το «ίματζ» (ελληνίστι «εικόνα») του πιστού ηγέτη που καλλιεργούν, ιδιότητα που ο θανάσιμος αντίπαλός τους Αλέξης Τσίπρας και άλλοι «Συριζαίοι» στερούνται και έτσι να προσελκύσουν τους χριστιανούς ψηφοφόρους». Και για να διασκεδάσει τις κατηγορίες της Ν.Δ. ο αρθρογράφος, απευθυνόμενος σε μερίδα χριστιανών «αφελών ή αθεολόγητων», παραθέτει και ως θεολόγος «κάποιες σκέψεις, βασισμένες στη Χριστιανική πίστη και θεολογία». Να, λοιπόν, τι γράφει: «Ο Θεός δεν είναι ο μίζερος, μικρόψυχος και αυταρχικός αφέντης του σύμπαντος, που απαιτεί τυφλή υποταγή και παραδοχή της ύπαρξής του από τους ανθρώπους - «υπηκόους» του».
Στα όσα πιο πάνω διατείνεται ο αρθρογράφος αξίζει ένας σύντομος σχολιασμός.
1. Όταν διακηρύσσει ο Αλ. Τσίπρας στη διαπασών ότι είναι άθεος – αναφαίρετο δικαίωμά του - δεν μπορεί να μετέρχεται τα ίδια μέσα με αυτά των αντιπάλων του «προς άγραν ψήφων». Δεν μπορεί, επειδή οσφραίνεται εξουσία, επειδή πιστεύει, δηλαδή, ότι αυτή είναι ante portas, να επισκέπτεται και αυτός το Άγιο Όρος «εν χορδαίς και τυμπάνοις» και να κλείνεται «κατά μόνας» με την εικόνα «Άξιον Εστί»! Ή να επισκέπτεται στην Αγία Έδρα τον Πάπα. Ή να παρίσταται στο λιμάνι του Πειραιά, κατά τη γιορτή των Θεοφανείων, κρατώντας στα χέρια «λευκήν περιστεράν». Ο αρθρογράφος επιχειρεί, με όσα ισχυρίζεται, να «απενοχοποιήσει» όσους θρήσκους, μηδέ του ίδιου εξαιρουμένου, ψηφίσουν τον Αλ. Τσίπρα. Ας μην ανησυχεί, λοιπόν, δεν έχει ανάγκη άφεσης αμαρτιών! Και μόνον η υπαναχώρηση από το πάγιο αίτημα της Αριστεράς, του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας, είναι ικανή να εξευμενίσει την Εκκλησία.
2. Ο Θεός τον οποίο επικαλείται ο αρθρογράφος είναι ο ίδιος ο Θεός που αναγόρευσε τον φίλο εβραϊκό λαό ως τον «περιούσιο λαό» του. Γι’ αυτό, λοιπόν, μέσω του Μωυσή, εντέλλεται: «Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου (…) ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού (…) Θεός ζηλωτής, αποδιδούς αμαρτίαις πατέρων επί τέκνα, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς τοις μισούσί με» (Έξοδος Κ΄, 2 επ.). Και είναι γνωστό ότι κάθε ζηλότυπος, πόσο μάλλον αν είναι θεός, διεκδικεί την αποκλειστικότητα σε όλα και γι’ αυτό γίνεται πέραν των άλλων και αυταρχικός και τιμωρός! Εκτός και αν ο αρθρογράφος εννοεί κάποιον άλλο Θεό και όχι το Θεό της Βίβλου.
Κατόπιν τούτου, αγαπητοί χριστιανοί, δεν ισχύει το «μετά φόβου Θεού» προσέλθετε στις κάλπες. Μπορείτε να ψηφίσετε ακόμη και άθεους!