Από τον Σίμο Αναστασόπουλο
Με τη θετική έκβαση της αξιολόγησης και την έστω ασαφή και υπό προϋποθέσεις συμφωνία για το χρέος, ένα νέο και πιθανότατα τελευταίο παράθυρο ευκαιρίας ανοίγει για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Το ζητούμενο παραμένει και αφορά την ανάπτυξη.
Τα νέα επώδυνα δημοσιονομικά μέτρα που χρειάστηκε να πάρει η κυβέρνηση, αναγκαία για να κλείσει μια διαπραγμάτευση που κράτησε πολύ και συσσώρευσε προβλήματα και κόστος στην πραγματική οικονομία, θα επιτείνουν την ύφεση που ξεκίνησε από το δεύτερο ήμισυ του 2015. Η όποια ρύθμιση του χρέους, από μόνη της δεν είναι ικανή συνθήκη για να φέρει την πολυπόθητη ανάπτυξη. Είναι σαφώς αναγκαία και σίγουρα δημιουργεί συνθήκες ανάκτησης της αξιοπιστίας στην οικονομία και την πολιτεία και βελτίωσης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας με την αναμενόμενη επαναφορά του waiver από την ΕΚΤ, αλλά δεν αρκεί.
Για την ανάπτυξη απαιτείται η αύξηση της δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα, των επιχειρήσεων, παλαιών και νέων, που θα δημιουργήσουν πλούτο για τη χώρα, νέες θέσεις εργασίας και πηγή εσόδων για την κυβέρνηση ώστε να μπορεί να συνεχίσει να συλλέγει τους φόρους που χρειάζεται για την τήρηση των συμφωνηθέντων του Μνημονίου και την επίτευξη των στόχων για τα δημοσιονομικά πλεονάσματα. Θα πρέπει όμως να γίνει κατανοητό πια ότι ο υπάρχων πλούτος εξαντλείται σε συνθήκες λιτότητας και μαζί εξαντλείται και η φοροδοτική ικανότητα πολιτών και επιχειρήσεων. Η αναδιανομή του υπάρχοντος πλούτου μόνο κοντόφθαλμες και ατελέσφορες πολιτικές μπορεί να εξυπηρετεί ενώ οι πολιτικές δημιουργίας πλούτου σε συνδυασμό με τη δίκαιη διανομή του, κινητοποιούν τα πλέον δημιουργικά στοιχεία της χώρας με θετικές και ρεαλιστικές προοπτικές εξόδου από το τέλμα της κρίσης σε συνθήκες κοινωνικής συναίνεσης. Για να μπορούμε όλοι να συνεισφέρουμε, κατά τις δυνάμεις μας όπως το Σύνταγμα σαφώς ορίζει, στα κρατικά έσοδα θα πρέπει να δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες που θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να σταθεροποιηθούν και αναπτυχθούν. Είναι αυτές οι ίδιες συνθήκες που θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και θα διαμορφώσουν ένα περιβάλλον θελκτικό για επενδύσεις.
Ας μην αυταπατώμεθα άλλο. Για να υπάρξει ανάπτυξη χρειάζονται άμεσες ξένες επενδύσεις και μάλιστα σημαντικές. Ο μόνος τρόπος να πείσουμε τις αγορές και τους επενδυτές να ξαναδούν την Ελλάδα θετικά είναι να εκπέμψουμε το σήμα ότι θέλουμε και είμαστε έτοιμοι να τους δεχτούμε. Με λόγο συνεκτικό και πειστικό και με έργα, δηλαδή με την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να αποκτήσουμε ένα σύγχρονο και ανταγωνιστικό οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον που θα λειτουργεί με σταθερότητα, διαφάνεια και κανόνες δικαίου.
Η πρόοδος του μεταρρυθμιστικού έργου απαιτεί ευρεία κοινωνική συναίνεση και την προβολή ενός υγιούς μοντέλου για την επιχειρηματικότητα με την διακήρυξη και υιοθέτηση αρχών, όπως η διαφάνεια, η αξιοπιστία, η υπευθυνότητα και η λογοδοσία, που συνιστούν σημαντικό βήμα αλλαγής νοοτροπίας γύρω από τη λειτουργία της πολιτείας και των επιχειρήσεων και θα συμβάλλουν καταλυτικά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο πολιτικο-οικονομικό σύστημα και στην αποδοχή και διεύρυνση της ιδέας της επιχειρηματικότητας μέσα στην κοινωνία.
Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση και την ικανότητα της επιχειρηματικής κοινότητας να συνεννοηθεί και να συνεργαστεί με το κράτος και την κοινωνία, ώστε να γίνει κατανοητό από όλους ότι ο μοναδικός αξιόπιστος δρόμος εξόδου από την κρίση είναι ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων που θα φέρει δίκαιη ανάπτυξη μέσα από την προσέλκυση επενδύσεων.
Η διαδρομή θα είναι μακρά και επίπονη, αλλά τα πρώτα αποτελέσματα θα φανούν πολύ γρήγορα και θα δώσουν ελπίδα, προοπτική και πίστη στην κοινή προσπάθεια.
* Ο Σίμος Αναστασόπουλος είναι πρόεδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου