Του Αραγκάτς Αχογιάν
«Περισσότερα από 100 χρόνια έχουν περάσει από την πανανθρώπινη τραγωδία, όταν στην Οθωμανική Τουρκία ξεκίνησε η μαζική και οργανωμένη πολιτική της γενοκτονίας ενάντια στις μη-τουρκικές εθνότητες των Αρμενίων, Ελλήνων, Ασσυρίων, Εζίντι και Αλεβίτες του Ντερσίμ.Τουλάχιστον υπό τα τρία τουρκικά καθεστώτα: Χαμιτικό, Νεοτουρκικό και Κεμαλικό, οι μη- τουρκικοί λαοί που κατοικούσαν στη Μικρά Ασία υπέστησαν στοιχειωμένο και διοικούμενο από την κεντρική εξουσία αφανισμό –τη γενοκτονία. Αυτή η πικρή αλήθεια είναι ένα μη αναστρέψιμο γεγονός, όχι μόνο για μας, τους κληρονόμους, αλλά και για όλη την ανθρωπότητα, συμπεριλαμβανομένων και των Τούρκων και είναι περιττό να καταβάλλουμε και άλλες προσπάθειες για να αποδείξουμε αυτό το γεγονός.
Δυστυχώς, όμως στη σημερινή Τουρκία λίγα πράγματα έχουν αλλάξει, εκεί, είμαστε μάρτυρες όταν κάθε φορά γίνεται αναφορά σε πανανθρώπινες αξίες και τη θρησκευτική ανεκτικότητα, οι λέξεις χάνουν την αξία τους. Εκεί, υπό την αιγίδα των δήθεν πατριωτικών συνθημάτων το εθνικιστικό βαθύ κράτος χαρακτηρίζει όποιον διαφωνεί ως προδότη. Εκεί, δεν ανέχονται να ομολογήσουν τις καταστροφικές σελίδες της ιστορίας τους, να μετανοήσουν, να αρχίσουν τη συμφιλίωση και να βρουν λύσεις για την επίλυση των προβλημάτων. Και ενώ η επίσημη Άγκυρα διαβεβαιώνει για την πολιτική καθήλωσή της στις ευρωπαϊκές αξίες, την ίδια στιγμή συνεχίζεται η πολιτική της γενοκτονίας, οι ρίζες της γενετικής μνήμης της οποίας έχουν κληρονομηθεί από την εποχή του Αβντούλ Χαμίτ, τους Νεότουρκους και Κεμαλικούς. Και μέσω αυτών των παλαιών μεθόδων η Άγκυρα προσπαθεί να δώσει λύση στο Κουρδικό ζήτημα.
Από την άλλη πλευρά, συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι στην περιοχή της Μικράς Ασίας που κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, συνειδητά ή όχι, έχουν απομακρυνθεί από την ταυτότητά τους. Άνθρωποι, στους οποίους η μοίρα υπήρξε πιο σκληρή απ’ εκείνη των θυμάτων. Εκείνοι, που έχουν χάσει το «εγώ» τους και λόγω καθημερινού φόβου παριστάνουν τους αδιάφορους πολίτες, στην πραγματικότητα είναι οι αδελφές και τα αδέλφια μας, που απαριθμούνται χιλιάδες και πλέουν απροστάτευτοι και εγκαταλελειμμένοι στην τουρκική αιματηρή θάλασσα. Έχοντας υποστεί εξισλαμισμό, καταπίεση, καταστροφή της εθνικής τους συνείδησης, εν τέλει, έχουν ξεχασθεί. Μέσω της καλλιέργειας της τουρκικής ταυτότητας και διάδοσης της τουρκικής καταγωγής, πολλοί απ’αυτούς αντιλαμβάνονται τους αέναους δήμιούς τους ως «δικούς» τους ανθρώπους. Η εθνική τους κουλτούρα, η γλώσσα και οι παραδόσεις τους με κάθε τρόπο συνδέονται με τις τουρκικές. Εμείς, ως απόγονοι των επιζώντων, θα έχουμε διαπράξει το μεγαλύτερο έγκλημα προς τη μνήμη των προγόνων μας, αν δεν φωτίσουμε με τον φάρο της ταυτότητάς μας τους χαμένους συμπατριώτες μας.
Ο ενοποιητικός κρίκος που θα συνδέσει εμάς και τους συμπατριώτες μας, οι οποίοι έχουν διαφορετικές πεποιθήσεις, με την πατρίδα μας, είναι ο πολιτισμός, η διατήρηση του οποίου αποτελεί ύψιστη αξία. Ο πολιτισμός είναι μια ισχυρή δύναμη και πρέπει να τον μεταφέρουμε στους συμπατριώτες μας. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να δεχθούμε αυτό που έχουν διατηρήσεις οι ίδιοι. Μαζί μ’εκείνους θα βρούμε τις συνήθειες και τους δεσμούς μας. Ποιος είπε, ότι οι βιαίως εξισλαμισμένοι συμπατριώτες μας έχουν χαθεί απελπιστικά στα κύματα της τουρκοποίησης; Εάν δεν έχουν διατηρήσει τις εθνικές τους ρίζες, τουλάχιστον έχουν αποκτήσει τουρκική ανοσία. Ως παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει η περίπτωση των Αρμενίων του Hamshen. Πολλοί από τους Αρμένιους του Hamshen ενοποιήθηκαν γύρω από την ιδέα της διαμόρφωσης ξεχωριστής εθνικής ομάδας καθώς και των μαρξιστικών ιδεών και απελευθερώθηκαν από τα νύχια της τουρκοποίησης. Και αυτό το γεγονός μας κάνει να πιστεύουμε ότι μπορούμε να περάσουμε μαζί μια μαζική πολιτιστική θεραπεία μνήμης.
Μπορούμε να τους ξαναβρούμε μέσω της αφύπνισης των εθνικών μας αξιών. Σ’αυτό έγκειται η δύναμη, την οποία τρέμει κατά κύριο λόγο η παρούσα τουρκική κυβέρνηση. Εγκαταλελειμμένα εδώ και χρόνια τα μνημεία μας υφίστανται εν εξελίξει βανδαλισμό, εμφανή καταστροφή με έναν μόνο στόχο-να εξαλειφθεί εντελώς από τις πατρίδες μας η εθνική μνήμη των τελευταίων μαρτυριών. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να μας γίνει μάθημα και να μας κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς επίσης να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα προς την κατεύθυνση της διατήρησης της πολιτιστικής μας κληρονομίας.
Η ανάγκη για την κοινή δράση θα μας αναγκάσει να προβούμε σε πολιτισμικό διάλογο και με την τουρκική κοινωνία. Θεωρώ πως τελικά για την αντιμετώπιση της ιστορίας ο πολιτισμικός διάλογος θα αποτελέσει έναν σημαντικό παράγοντα. Πράγματι, αν κατευθύνομε τις ενωμένες προσπάθειές μας με σκοπό την ανάδειξη του πολιτισμού και των εθίμων μας, θα γεννηθούν πολλά ερωτηματικά, πολλά «γιατί;». Αυτού του είδους αναζητήσεις ήδη υπάρχουν στην κοινωνία τους. Βλέπουμε Τούρκους διανοούμενος, οι οποίοι στο πλαίσιο αυτού του πολιτισμικού διαλόγου ήδη άρχισαν να κατανοούν πολλά πράγματα. Άρχισαν ήδη να ανακαλύπτουν το μεγάλο τουρκικό ψέμα.
Ως εκ τούτου, έφτασε η στιγμή, που πρέπει να καθοδηγηθούμε σε ένα κοινό πρόγραμμα όχι μόνο πολιτισμικής, αλλά και νομικής αποκατάστασης του αδιαμφισβήτητου και αδιαπραγμάτευτου δικαιώματος για τη κοινή μας πατρίδα. Γι’αυτόν τον σκοπό από την πλευρά μας προτείνουμε στους αδελφικούς μας λαούς να αναλάβουμε μαζί τη πρωτοβουλία και να συγκαλέσουμε ένα διεθνές συνέδριο με θέμα τους διωγμένους λαούς της Μικράς Ασίας.
Έτσι, η αντιμετώπιση των προκλήσεων της πραγματικότητας μετά τη γενοκτονία που έχουν υποστεί οι λαοί της Μικράς Ασίας και ο συνεχής αγώνας για την αναγνώρισή της από τη διεθνή κοινότητα πρέπει να συμπεριληφθούν στα βήματα που πρέπει να γίνουν ώστε να ενισχύσουν την παρουσία μας στη σημερινή Τουρκία. Δίνοντας ιδιαίτερη προτεραιότητα στον πολιτισμικό διάλογο, την καταπολέμηση της μη ανεκτικότητας, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων που παραβιάζονται, θα προσπαθήσουμε να σταθούμε αντάξιοι και να διαμορφώσουμε το μέλλον μας και το μέλλον της κοινής μας πατρίδας».
* Ο Αραγκάτς Αχογιάν είναι μέλος της Εθνοσυνέλευσης της Δημοκρατίας της Αρμενίας και μέλος της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας. Το παραπάνω κείμενο αποτελεί την εισήγησή του στην εκδήλωση των Ποντιακών Συλλόγων Λάρισας για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου, που έγινε στο μέγαρο των δικηγόρων της Λάρισας το βράδυ της περασμένης Παρασκευής.