Του ευρωβουλευτή της ΝΔ Γιώργου Κύρτσου
Με ευθύνη της κυβέρνησης η πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος – μνημονίου έχει μετατραπεί σε σίριαλ με χαρακτηριστικά οικονομικού και κοινωνικού θρίλερ. Κανείς δεν προβλέπει καταστάσεις ανάλογες με εκείνες του 2015 επειδή η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει πλέον επιθετική διάθεση κατά της ευρωζώνης ενώ οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι θεσμοί αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και θέλουν να αποφύγουν την επιδείνωση της ελληνικής κρίσης.
Όλα λοιπόν δείχνουν ότι δεν θα καταρρεύσουμε αλλά και πως ο διαφαινόμενος συμβιβασμός μεταξύ της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών πολύ δύσκολα θα οδηγήσει στη δυναμική επανεκκίνηση της οικονομίας.
Ο χρόνος είναι σε βάρος μας
Η πρώτη αξιολόγηση επρόκειτο να κλείσει τον περασμένο Νοέμβριο αλλά η διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης οδήγησε σε μία παραλυτική για την οικονομία παράταση της εκκρεμότητας. Το κλίμα καταναλωτικής εμπιστοσύνης έχει πάθει μεγάλη ζημιά, η βιομηχανία και οι εξαγωγές ακολουθούν μία αβέβαιη πορεία, τα «κόκκινα» δάνεια εξακολουθούν να αυξάνονται δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μελλοντική ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η ανάκαμψη των επενδύσεων ετεροχρονίζεται μέχρις ότου δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Όλα αυτά έχουν σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος και κάνουν πιο δύσκολη την αναγκαία προσαρμογή εφόσον τα αυστηρά μέτρα έχουν μεγαλύτερες κοινωνικές συνέπειες και λιγότερα οικονομικά οφέλη όταν δεν υπάρχει το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης.
Βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι να κερδίσει χρόνο στην εξουσία για να ενισχύσει τους σχετικούς μηχανισμούς και να διαχειριστεί, στο μέτρο του δυνατού, το πολιτικό κόστος. Δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη η τακτική της κυβέρνησης Τσίπρα, ανάλογη ήταν η μεθοδολογία και των προηγούμενων κυβερνήσεων, γι’ αυτό είναι αρκετά εύκολο να προβλέψουμε το τελικό αποτέλεσμα.
Η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να πάρει δύσκολα μέτρα τα οποία θα έχουν μεγαλύτερο πολιτικό κόστος εξαιτίας της χαμηλής αποτελεσματικότητας της πολιτικής που εφαρμόζεται. Το βασικό κέρδος της κυβέρνησης θα είναι η παράταση της παραμονής της στην εξουσία σε βάρος εννοείται της ποιότητας της οικονομικής διαχείρισης. Κατά την άποψή μου και αυτό το κέρδος είναι σχετικό εφόσον εάν δεν αποδώσουν τα μέτρα και χρειαστούν νέες διορθωτικές παρεμβάσεις προς τα τέλη του 2016 η κυβέρνηση πολύ δύσκολα θα αντέξει την κοινωνική και πολιτική πίεση.
Γενική απροθυμία
Το χειρότερο είναι ότι η ελληνική πλευρά αντί να δώσει το καλό παράδειγμα της άμεσης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προβλημάτων και να δημιουργήσει με αυτόν τον τρόπο ανάλογη δυναμική στους Ευρωπαίους εταίρους και στους πιστωτές, τους παρασύρει σε κινήσεις τακτικής σε βάθος χρόνου.
Από τη στιγμή που η κυβέρνηση Τσίπρα διαχειρίζεται την οικονομική κρίση δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα στο λεγόμενο πολιτικό κόστος μπορούμε να περιμένουμε ανάλογη συμπεριφορά από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τους θεσμούς. Δεν πρόκειται να κινηθούν με δυναμικό τρόπο σε όφελος της ελληνικής πλευράς για να μην κατηγορηθούν από την κοινή γνώμη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης στις χώρες τους ότι παίζουν το παιχνίδι της ελληνικής κυβέρνησης στέλνοντας τον λογαριασμό στους φορολογούμενους πολίτες. Θα αργήσει λοιπόν η αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου, η οποία συμφωνήθηκε σε πολιτικό επίπεδο στα τέλη του 2012 και όταν θα γίνει θα είναι περιορισμένης κλίμακας και δεν θα δημιουργεί το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης για να φτάσουμε στον αναγκαίο διπλασιασμό των επενδύσεων.
Με τον τρόπο που κινείται η Αθήνα και τις αντιδράσεις που προκαλεί σε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Ουάσινγκτον, η οικονομική στασιμότητα αναδεικνύεται σε βασικό σενάριο. Η δυναμική επανεκκίνηση της οικονομίας μέσα από τις κατάλληλες κινήσεις της ελληνικής πλευράς και τη θετική και δυναμική ανταπόκριση των Ευρωπαίων εταίρων και των πιστωτών έχει πλέον ελάχιστες πιθανότητες πραγματοποίησης.