Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

«Η μοναξιά είναι η δροσιά της ψυχής».

Ο Σωτήρης Σκίπης συναντάει τον Παπαδιαμάντη

Δημοσίευση: 16 Μαρ 2016 8:40
Ο Σωτήριος Σκίπης όταν ήλθε στην πόλη μας προσκεκλημένος της Ενώσεως Διανοουμένων Λαρίσης. Φωτογραφία του Γιώργου Βαλσάμη του 1937 Ο Σωτήριος Σκίπης όταν ήλθε στην πόλη μας προσκεκλημένος της Ενώσεως Διανοουμένων Λαρίσης. Φωτογραφία του Γιώργου Βαλσάμη του 1937

 

 

 

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com

Πριν λίγο καιρό η στήλη αυτή αναφέρθηκε στον σπουδαίο ποιητή και λογοτέχνη Σωτήρη Σκίπη και τη σχέση του με την πόλη μας[1]. Όμως πέρα από το γεγονός ότι το κείμενο εκείνο είχε εστιασθεί περισσότερο στη σχέση ολόκληρης της οικογένειας του ποιητή με τη Λάρισα, η προσωπικότητά του δεν μπορεί να εξαντληθεί μέσα σε μερικές γραμμές. Γι’ αυτό σήμερα θα αναδημοσιεύσουμε ένα θαυμάσιο κείμενό του, το οποίο αναφέρεται στις σχέσεις του με τον «κοσμοκαλόγερο» Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τις γλωσσικές τους διαφορές και την όχι και τόσο καλή άποψη που έχει για τα γραπτά του Σκιαθίτη λογοτέχνη. Διαπιστώνει ο Σκίπης ότι τα χρονογραφήματα που δημοσίευσε ο Παπαδιαμάντης «είχαν κάτι από κουβέντα, από ανάμνηση, από σκίτσο κι’ από διήγημα, ανακατωμένα όλα σ’ ένα ύφος γεμάτο αφέλεια: Ύφος Παπαδιαμάντειο!». Με έναν ειρωνικό τρόπο τα θεωρεί αφελή και το ύφος της γραφής του το βαπτίζει παπαδιαμάντειο. Όμως δεν διστάζει να τον θεωρεί ως τον «χριστιανικό Σαίξπηρ». Οι γλωσσικές και... άλλες διαφορές την περίοδο εκείνη τύφλωναν και τα μάτια ακαδημαϊκών[2]. Όμως οι περισσότεροι μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρίσει την αξία του έργου του Παπαδιαμάντη και δεν νομίζω να υπάρχει άλλος λογοτέχνης του νεώτερου ελληνισμού, του οποίου το ύφος, η γλαφυρή ιδιαιτερότητα της γραφής και το πλούσιο λεξιλόγιό του, να έχουν μελετηθεί όσο του Παπαδιαμάντη.

Το κείμενο του Σωτήρη Σκίπη που παρατίθεται, προέρχεται από το έργο του «Επίλογοι», το οποίο γράφτηκε το 1922, όταν ο Παπαδιαμάντης (1851-1911) είχε ήδη πεθάνει.

«Πόσο χρήσιμες θα μας ήταν μερικές αναμνήσεις μας! Θυμούμαι τον «Ακρίτα»[3] το περιοδικό. Θυμούμαι με τι λύσσα το πολέμησαν οι νεοέλληνες της εποχής ως μαλλιαρό! [4] Οι επιστροφές ερχόντουσαν με το τσουβάλι, που λέει ο λόγος. Όμως αυτό δε θα με πείραζε, αν κάθε επιστροφή δε μου έφερνε – γραμμένη στο ξώφυλλο του φυλλάδιου – και μια βρισιά απ’ τις πιο χυδαίες και μια απειλή απ’ τις πιο ηλίθιες. Και ο θυμός μου μια μέρα ξέσπασε σ’ έναν απ’ αυτούς που μου επιστρέφανε το φύλλο μα που ήταν, συγκριτικά με τους άλλους, ο πιο ευγενής, ο πιο ανώδυνος. Δε σημείωσε στο ξώφυλλο παρά τη φράση αυτή: «Επιστρέφεται ως μαλλιαρό». Έξω φρενών κι’ εγώ του έγραφα έν’ ανοιχτό γράμμα, γεμάτο πολεμικό άχτι και το δημοσίεψα στον «Ακρίτα». Κυκλοφόρησα το φύλλο και το βράδυ πήγα και κάθισα κουρασμένος στο καφενεδάκι της Δεξαμενής[5], όπου σε λίγο ήρθε κι’ ο αξέχαστος Παπαδιαμάντης. Όμως αντί να καθήσει κοντά μου, καθώς συχνά συνήθιζε, στάθηκε ορθός, θυμωμένος. Με λόγια πικρά μου εξέφρασε την αγανάκτησή του για την πράξη μου κι’ έγινε άφαντος προτού να κατορθώσω ν’ αρθρώσω έστω και μια φράση για δικαιολογία μου.

Η εντύπωση που μου προξένησε ήταν κεραυνοβόλα. Είταν κι’ η ψυχολογική μου στιγμή τέτοια. Το περιοδικό, που η νεανική μου πίστη είχε στηρίξει ελπίδες φιλολογικών τροπαίων, βρισκόταν προς το τέλος του. Άλλα συναισθηματικά μου όνειρα τάβλεπα να κατρακυλάνε. Εύκολος καθώς είμουν στο ν’ αφήνουμαι να με κυριεύουν οι εντυπώσεις, παραδόθηκα αιχμάλωτος στην απόγνωση.

Ωστόσο σε λίγα λεπτά της ώρας βλέπω πάλι ορθό αντίκρι μου τον Παπαδιαμάντη, με τα χέρια σταυρωμένα, με τα μάτια κατεβασμένα, με ύφος ταπεινωμένο. Σηκώθηκα αμέσως και του πρόσφερα το κάθισμά μου.

-Όχι, δεν θα καθήσω, μου είπε. Ήρθα μόνο για να σου ζητήσω συγνώμη που παραφέρθηκα πρωτήτερα και σου μίλησα με θυμό.

Του κάκου προσπάθησα να του εξηγήσω πως δεν μούκανε τίποτε που νάχει ανάγκη της συγνώμης μου. Απεναντίας, του πρόσθεσα, πως εκείνος θάπρεπε να με συγχωρέση που τούδωκα αφορμή να βγει απ’ τον εαυτό του, τον τόσο γαλήνιο.

-Όλ’ αυτά καλά και άγια, μου ξαναείπε. Όμως σε παρακαλώ να με συγχωρήσεις! Και δε θάφευγε αν δεν άκουγε απ’ το στόμα μου τη λέξη: «Σε συγχωρώ»!

Κι’ ύστερ’ από καιρό κατάλαβα τη χριστιανική σημασία που έδινε, ο αξέχαστος, στη συγνώμη μου. Διόλου παράξενο το ίδιο εκείνο βράδυ σε κανένα εκκλησάκι απ’ αυτά όπου πήγαινε κι’ έψελνε, να εξομολογήθηκε την αμαρτία του στον παππά κι’ ύστερα να μετάλαβε κιόλας. Όμως μαζύ κατάλαβα και κάτι άλλο, που είναι, όχι πια συγκινητικό, μα βαθιά τραγικό. Κατάλαβα δηλαδή τη θυσία που έκανε ν’ αγανακτήσει προς χάρη μου και να μου πάρει ύστερα από λίγο συχώρεση, για να μου δείξει μ’ αυτό τι χρωστούσα κι’ εγώ να κάνω. Κι’ ακολουθώντας το παράδειγμά του, ύστερ’ από χρόνια που συνάντησα τον παλιό συνδρομητή του περιοδικού μου, του ζήτησα να με συχωρήσει. Και με συχώρησε.

Ένα καλοκαιριάτικο απομεσήμερο στο καφενεδάκι της Δεξαμενής είδα τον Παπαδιαμάντη, τον χριστιανικόν αυτόν Σαιξπήρο, να κάθεται στην πιο απομακρυσμένη ακρούλα, μόνος. Τον σίμωσα με το καπέλλο στο χέρι και του είπα:

-Μόνος σας σεβαστέ μου Δάσκαλε; Και μου απάντησε μελαγχολικά:

-Η μοναξιά είναι η δροσιά της ψυχής!

Αλήθεια. Η μοναξιά είναι η δροσιά της ψυχής στον γαλήνιον, όπως ήταν εκείνος. Όμως στον ανήσυχον η μοναξιά είναι διπλή φωτιά.

Οι γλωσσικές ιδέες του Παπαδιαμάντη ήταν αλλόκοτες. Θυμούμαι πως έγραψε σειρά ολόκληρη άρθρα για το γλωσσικό ζήτημα και τα δημοσίεψε με κάποιο ψευδώνυμο σ’ ένα εβδομαδιάτικο φύλλο «Αλήθεια» που έβγαζε γνωστός δημοσιογράφος, πρώην αρχισυντάκτης του «Εμπρός», ο Καλαμογδάρτης νομίζω. Κάθε Σαββατόβραδο μού έφερνε το φύλλο και μού τόδινε για να το διαβάσω. Μα, δημοτικιστής εγώ, δεν μπορούσα να καταλάβω τις γλωσσικές ιδέες του και γι’ αυτό δεν του έκανα ποτέ λόγο για τ’ άρθρα του. Ποτέ όμως κι’ εκείνος δεν είχε την αδιακρισία να με ρωτήσει να του πω τη γνώμη μου.

Αν είμουν εκδότης θα τα ζητούσα σήμερα και θα τάβγαζα σε ξεχωριστή έκδοση. Γράψιμο του Παπαδιαμάντη πάντα θάχει κάποιο ενδιαφέρον. Του Σαίξπηρ δημοσιεύουν οι εκδότες και τα πιο αλλόκοτα έργα του –τόσο αλλόκοτα που πολλοί σχολιαστές του ισχυρίζονται πως δεν είναι δικά του –όπως τον Τίτο Αντρόνιμο λόγου χάρη.

Του Παπαδιαμάντη θυμούμαι κι’ άλλα του που δεν μπήκαν σε βιβλία. Τα χρονογραφήματα που δημοσίεψε στο «Νέο Άστυ» του Κακλαμάνου και που βέβαια κάθε άλλο ήταν από χρονογραφήματα. Είχαν κάτι από κουβέντα, από ανάμνηση, από σκίτσο κι’ από διήγημα, ανακατωμένα όλα σ’ ένα ύφος γεμάτο αφέλεια: Ύφος Παπαδιαμάντειο! Όμως οι κριτικοί μας ασχολούνται πως θα θάψουν και τα πιο αξιόλογα έργα των συγγραφέων μας. Πως ν’ ασχοληθούν και με τα κατώτερά των που τόσο θα μας χρησίμευαν μολαυτά, για την εξήγηση της προσωπικότητάς των».

------------------------------------------

[1]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, «Γιατί κι’ αν είμαι Λαρσινός... ». Ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης και η Λάρισα, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 3ης Φεβρουαρίου 2016.

[2]. Ο Σκίπης ήταν δημοτικιστής, σε αντίθεση με τον Παπαδιαμάντη, τη γραφή του οποίου λίγο-πολύ, όλοι γνωρίζουμε. Όσο για τον Σκίπη πρέπει να γνωρίζουμε ότι το 1946 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Η εκλογή αυτή προκάλεσε ποικίλα σχόλια, δεδομένου ότι αντίπαλοί του ήταν ο Καζαντζάκης και ο Σικελιανός.

[3]. Ο «Ακρίτας» ήταν δεκαπενθήμερο περιοδικό βραχύβιας διάρκειας (Μάρτιος 1904 – Φεβρουάριος 1906, εκδότες του οποίου ήταν ο Σωτήρης Σκίπης και ο δημοσιογράφος και λογοτέχνης Άριστος Καμπάνης. Χαρακτηριζόταν ως 15μερος επιθεώρησις της κινήσεως και της τέχνης.

[4]. Ο όρος μαλλιαρός αποδιδόταν στις αρχές του 20ου αιώνα σε έντυπα ή σε λόγιους που χρησιμοποιούσαν την δημοτική γλώσσα. Η λέξη καθιερώθηκε το 1898, όταν ο δημοσιογράφος και λογοτέχνης Ιωάννης Κονδυλάκης απευθυνόμενος σε δημοτικιστές συναδέλφους του που συνέπεσε να έχουν αφήσει μακριά μαλλιά, τους είπε : «Ιδού και η μαλλιαρή φιλολογία».

[5]. Η Δεξαμενή αποτελεί μία από τις πιο γνωστές περιοχές του κέντρου των Αθηνών. Η συνοικία ονομάσθηκε Δεξαμενή από το περίφημο υδραγωγείο που είχε ξεκινήσει να κατασκευάζει ο αυτοκράτορας Αδριανός. Στα γραφικά καφενεδάκια που είχαν κτισθεί στην ευρύτερη περιοχή της κατά τη σύγχρονη εποχή, ένας από τους κεντρικότερους θαμώνες τους υπήρξε και ο «άγιος» της ελληνικής γραμματολογίας Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο οποίος διέμενε στην ευρύτερη περιοχή της.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass