Από τον Κώστα Χατζή
Πρώτες μέρες του νέου χρόνου και θα ήθελε κανείς να ψάξει, μέσα στον απολογισμό της χρονιάς που έφυγε, κάποια στοιχεία που θα του επέτρεπαν να θεμελιώσει μια αισιοδοξία. Όχι τίποτε υπερβολικό. Γιατί μέσα στις διαρκείς λιτότητες που ζούμε, ή αυτές που μας περιμένουν, αναγκαστικά συνηθίζουμε και στη λιτότητα του ονείρου. Οι ελπίδες μας είναι σφραγισμένες με τη σφραγίδα της ολιγάρκειας. Θέλουμε να χαρούμε όταν η κατάσταση φαίνεται να μη χειροτερεύει. Θεωρούμε καλό το μικρότερο κακό. Και μετράμε σαν νίκη την αποφυγή κάποιας ήττας. Παρ’ όλα αυτά, νιώθουμε την ανάγκη να δημιουργήσουμε «με ένα σύννεφο δεσμό»... Αφού «έτσι κι αλλιώς να επιστρέψεις δεν μπορείς»...
Ο πρώτος φίλος είναι ο Μήτσος. Τον γνώρισα τον Δεκέμβρη του 1970, όταν πρωτόπιασα δουλειά στον ιστορικό ΟΥΗΛ. Από τότε τον θυμάμαι συχνά-πυκνά και πριν λίγες μέρες τον θυμήθηκα πάλι, διαβάζοντας στα «Ψιθυριστά» της «Ελευθερίας» το πολύ γνωστό ανέκδοτο με τις δυο ξανθιές που πριόνιζαν το κλαδί στο οποίο καθόταν... Ο Μήτσος, λοιπόν, ήταν ένα από τα τρία κομπρεσέρ της επιχείρησης. Το ένα, το μηχανικό, ήταν ‘Atlas Copco’, το δεύτερο ο Νίκος Κ.-ένας εργάτης με θηριώδη αντοχή-και το τρίτο ο Μήτσος. Ένας εξίσου δυνατός άντρας που όταν δούλευε τον κασμά, το φτυάρι ή τη βαρειά οι κινήσεις του ήταν απίστευτα ανάλαφρες, σαν μιας... μπαλαρίνας. Επιπλέον, είχε ένα σπάνιο φυσικό προσόν: την αφέλεια. Αυθεντική και άδολη. Γι’ αυτήν είχε γράψει ο Ελύτης «... Η αφέλεια δεν δίδεται δωρεάν, σκηνοθετείται και παίζεται. Αν είσαι ένας από τα ελάχιστα εκατομμύρια που δικαιώνουν την ανθρωπότητα».
Μια μέρα ο Μήτσος ανέβηκε σε ένα δέντρο για να το κλαδέψει. Και άρχισε να πριονίζει το κλαδί όπου καθόταν... «Μήτσο θα πέσεις! Πρόσεξε!» του φώναξε, κατά τις μαρτυρίες, ο αείμνηστος Ορέστης Αλαμανής, ο διευθυντής του ΟΥΗΛ. Ο Μήτσος δεν άκουσε και έσκασε στη γη. «Σ’ον κώλον εχτύπησα κύριε Διευθυντά!» καθησύχασε μόλις σηκώθηκε. Από τότε αποτυπώθηκαν στη μνήμη τα δυο «ν» της ποντιακής ευφωνίας, που με ξετρελαίνουν όταν τα ακούω, όπως και τα κυπριακά «ν», δηλαδή τα πούρα ελληνικά, αλλά και μια επιβεβαίωση του νόμου του Νεύτωνα, για τη βαρύτητα. Είναι πολύ δυνατή η έλξη της γης. Μας θέλει να πατάμε γερά στα πόδια μας... Μας θέλει ρεαλιστές! Και, παρακαλώ, μη πάει το μυαλό κανενός στην πολιτική. Σ’ αυτήν, αν σκάσεις κάτω με τον κώλο, ακούγεται πάντα το θεσσαλικό συνοδευτικό, μονολεκτικά: «Ασφλάσσουν!»
Ο Τζόναθαν είναι ο άλλος φίλος που επικουρεί την διστακτική προσπάθεια, καθώς αναζητείται αισιοδοξία. Καθώς αναζητείται κάτι πιο διαρκές στον χρόνο, σε αντίθεση με το ευκαιριακό, το περαστικό. Έτσι έγινε η άξια γνωριμία με τον Τζόναθαν Σουίφτ. Όχι τον σαγηνευτικό παραμυθά που μας συντροφεύει ακόμα με τις περιπέτειες του Γκάλιβερ. Αλλά τον οξύ κοινωνικό κριτικό, συγγραφέα της «Τέχνης της πολιτικής ψευδολογίας», από το 1749(!!!). Το 1995 εκδόθηκε η ελληνική μετάφρασή του, από τις εκδόσεις ‘ΑΓΡΑ’ και στοίχιζε το κομψό έντυπο μόνο 1880 δραχμούλες...
Από αυτό επιλέγω δυο αποσπάσματα, γιατί γράφτηκαν μόλις... χτες!
«Όσο για τα ψέματα που διαδίδουν (σσ: εννοεί τους πολιτικούς), για να εμψυχώσουν και να ενθαρρύνουν το λαό, να ποιούς κανόνες ορίζει: δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα συνήθη όρια της αληθοφάνειας, πρέπει να είναι ποικίλα, δεν πρέπει ποτέ να επιμένεις πεισματικά σε ένα και το αυτό ψέμα. Και για εκείνα που περιέχουν υποσχέσεις ή προγνώσεις, λέει, ότι δεν θα ήταν φρόνιμο να κάνει κανείς βραχυπρόθεσμες προφητείες. Αυτό υπάρχει κίνδυνος να τον εκθέσει σε ντροπή και σε σύγχυση αφού σύντομα θα μπορούσε να διαψευσθεί και να ενοχοποιηθεί για απάτη». Και άλλο ένα:
«... το πιο κατάλληλο και το πιο αποτελεσματικό μέσο για να καταρρίψεις ένα ψέμα είναι να το αντικρούσεις με ένα άλλο ψέμα». Και μόνο αυτές οι δυο προτάσεις ενισχύουν την αισιοδοξία: μέχρι τις εκλογές, αφού αυτά είναι γνωστά φαινόμενα, εμείς δεν θα τις χρειαστούμε...
Ο σύντροφος Ιβάν είναι ο τρίτος φίλος. Με αυτόν έχει δημιουργηθεί μια ειλικρινής σχέση, όχι κομματική, γιατί υπάρχει μια αμοιβαία ανοχή της διαφοράς. Και από τη στιγμή που αναγνωρίζεται το δικαίωμα στο διάφορο η κατανόηση γίνεται ευκολότερη. Μόνο που ο Ιβάν εξακολουθεί να παριστάνει τον... ξεναγό. Το έκανε για πρώτη φορά στη Μόσχα, μετά τον πόλεμο, όταν έδειχνε στον Αμερικάνο το μετρό της πόλης, το τελειότερο εκείνης της εποχής. Και καμάρωνε με την ακρίβεια δευτερολέπτου των δρομολογίων. Μέχρι τη στιγμή που καθυστέρησε λίγο ο συρμός από το Βνούκοβο. Και, φυσικά, έδωσε χαρά μεγάλη στον καπιταλιστή. Ο Ιβάν, όμως, δεν του τη χάρισε: «Ναι, αλλά κι εσείς καταπιέζετε τους μαύρους στη Νέα Υόρκη!»...
Από τότε την τεχνική του Ιβάν την μιμούνται πολλοί. Συνήθως είναι οι απρόσωποι εκπρόσωποι, με καμουφλαρισμένη ολιγοσύνη. Είναι... πολυμορφικοί, έχουν όμως κάτι κοινό: την ανεπάρκεια εξυπνάδας την συγκαλύπτουν με τις ατάκες του εξυπνάκια. Μαζί τους μπορεί να στηθεί μια υγιής σχέση, αληθινά συντροφική. Όσο αναγνωρίζουμε και δεχόμαστε τους ρόλους μας. Οι Ιβάν να μας θεωρούν κουτούς κι εμείς να τους αγνοούμε... Είναι ένα από τα χαρίσματα του κοινοβουλευτισμού. Φτάνει να μη διαφαίνεται στην ειρωνεία του Ιβάν η «εξευγενισμένη μορφή του μίσους» (Όσκαρ Ουάϊλντ).
Αυτά απ’ τους παλιόφιλους. Και πάλι: «Καλή χρονιά».
ΥΓ: Βλέποντας κάποια μέρα, σε ένα από αυτά τα πάνελ-πως τα λεν-την εύμορφη κ. Εύα Καϊλή, να γνωμοδοτεί για το Δημόσιο Χρέος, έκρινα ότι κι εγώ μια Κυριακή μπορώ να καταθέσω τις απόψεις μου και για αυτό το θέμα... Δεν θα το αποφύγετε... Δεν χρειάζεται, δα, να γίνεις ευρωβουλευτής για να αρχίσεις να σκέφτεσαι...
xatzis@hotmail.com