Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Παρά τις (ατεκμηρίωτες, κατά τη συνήθειά του) διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού, πριν από λίγες εβδομάδες στην Ευρώπη, ότι η χώρα μας θα εκπλήξει με την οικονομική επίδοσή της τους εταίρους, τα πράγματα κινούνται ανάποδα. Η αξιολόγηση, η οποία έπρεπε να έχει κλείσει από τον περασμένο Οκτώβριο, όλοι αναγνωρίζουν ότι πολύ δύσκολα θα γίνει κατορθωτή. Προϋποτίθενται μερικές βασικές πράξεις από την πλευρά της κυβέρνησης: να ψηφιστεί νέο ασφαλιστικό, νέο φορολογικό και, επιτέλους, να αρχίσει να λειτουργεί το περιβόητο ταμείο ιδιωτικοποιήσεων.
Η αδυναμία της κυβέρνησης να προχωρήσει αυτά τα θέματα οφείλεται στην ισχνή πλειοψηφία των 153 βουλευτών που διαθέτουν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ μαζί, σε συνδυασμό με την έξαρση των κινητοποιήσεων κυρίως των αγροτών και κάποιων ακόμα κοινωνικών ομάδων που αντιμετωπίζουν με τρόμο τις νέες φορολογικές ρυθμίσεις. Το κλίμα βαραίνει λόγω της αρνητικής διεθνούς συγκυρίας, λόγω της αδυναμίας της κυβέρνησης να αναστρέψει το κλίμα της εγχώριας επιχειρηματικότητας που φθίνει και λόγω του εκρηκτικού προσφυγικού/μεταναστευτικού προβλήματος το οποίο, κυρίως λόγω των ελληνικών χειρισμών, μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις – μια πρόγευση ήδη παίρνουμε από πληθυσμούς που αρνούνται να επιτρέψουν τη δημιουργία κέντρων φιλοξενίας (στην ουσία κέντρων διαλογής) προσφύγων και μεταναστών στα μέρη τους.
Η κυβέρνηση, με άλλα λόγια, βρίσκεται ακόμα μια φορά μπροστά σε καταστάσεις που θα μπορούσαν να θυμίζουν το περασμένο καλοκαίρι. Οπότε; Οπότε, γρηγορείτε και προσεύχεστε συριζαίοι (και σύμμαχοι των ΑΝΕΛ) διότι, αν συνεχιστεί η κατάσταση, η εξουσία απομακρύνεται – και τι θα γίνουν τόσοι και τόσοι που διορίσαμε στο δικό μας κομματικό κράτος;
***
Κινδυνεύει, λοιπόν, όντως να πέσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Προφανώς.
Και μετά; Μετά, τα γνωστά. Πιθανότατα προκήρυξη νέων εκλογών, τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξαναδιεκδικήσει, αλλά με ελάχιστες πιθανότητες να τις κερδίσει.
Ήρθε λοιπόν η ώρα της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη;
Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης λένε πως είναι πανέτοιμοι για όλα τα ενδεχόμενα. Αλλά όλοι ξέρουν ότι οι μηχανισμοί δεν είναι ακόμα πλήρως ελεγχόμενοι από τη νέα ηγεσία. Ξέρουν, επίσης, ότι η ΝΔ θα προτιμούσε μεν την κατάρρευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αφού προηγουμένως θα είχε διεκπεραιώσει τα αγκάθια, θα είχε ψηφίσει δηλαδή ασφαλιστικό και φορολογικό νόμο, εισπράττοντας στο ακέραιο τις διαμαρτυρίες όσων πλήττονται. Κι ότι, κατόπιν, ο ΣΥΡΙΖΑ, ώριμο φρούτο, θα εκχωρούσε στους επόμενους το κράτος και την εξουσία.
Κάτι τέτοιο, προφανώς, δεν είναι λογικό. Και η αξιωματική αντιπολίτευση, ακριβώς επειδή κανείς ποτέ δεν ξέρει πότε θα γίνει η στραβή, οφείλει να μην είναι ένα παθητικό κόμμα που περιμένει να έρθει η σειρά του. Αν μάλιστα τα στελέχη της ΝΔ θεωρούν ότι η κυβέρνηση καταστρέφει τη χώρα, οφείλουν να συμβάλουν στην πτώση της, με τα όπλα που δίνει η δημοκρατία.
Αυτά τα όπλα είναι δύο ειδών. Το ένα έχει να κάνει με πράξεις αντιπολίτευσης, με συστηματική και εξονυχιστική κατεδάφιση των όποιων κυβερνητικών επιχειρημάτων πιστεύεται ότι είναι ατελέσφορα. Το άλλο είναι ακόμα πιο σημαντικό: η ΝΔ χρειάζεται κοστολογημένες λύσεις για όλα τα μεγάλα προβλήματα που φιλοδοξεί να παραλάβει. Ένα κόμμα εξουσίας οφείλει να μπορεί να εξηγήσει τι θα συμβεί με τις συντάξεις, με τις εισφορές, με τους φόρους. Οφείλει να μιλήσει για περικοπές συντάξεων, αν θα κάνει περικοπές, ή να εξηγήσει πού θα βρει τα λεφτά αν δεν κάνει περικοπές. Οφείλει να μην είναι αμήχανο αν και όταν κληθεί (αν κληθεί) να κυβερνήσει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενδεχομένως στην προσπάθειά του να κρατήσει τη συνοχή του κόμματος, προετοιμάζει ιδεολογικό συνέδριο και προχωρεί με μικρά βήματα. Επιλέγει, επίσης, να μην ξανοίγεται με τα μεγάλα θέματα. Είναι μια τακτική επιβίωσης («εμείς δεν υποσχεθήκαμε τίποτα»), αλλά είναι μια τακτική ανέμπνευστης διαχείρισης, όχι μια μεταρρυθμιστική πρόταση.
Επειδή, όμως, η χώρα χρειάζεται μια μεγάλη, ειρηνική μεταρρύθμιση, που θα της επιτρέψει να αντικρίσει ξανά με ελπίδα το μέλλον, η ΝΔ δεν θα μπορέσει να πείσει ότι έχει αλλάξει αν δεν μπορέσει να εμπνεύσει. Και για να εμπνεύσει χρειάζεται δύο πράγματα: ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες και πολιτικές.
***
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι η έκπληξη του πολιτικού συστήματος. Κέρδισε την ηγεσία του κόμματος, μολονότι αουτσάιντερ. Στη νίκη του συνέβαλαν πολλοί ενεργοί πολίτες, μη νεοδημοκράτες, οι οποίοι έβλεπαν στο πρόσωπό του τη μοναδική ελπίδα για δημιουργία μιας μεγάλης κεντροδεξιάς ευρωπαϊκής παράταξης.
Ως σήμερα, οι πολίτες αυτοί, η κρίσιμη μάζα που άλλαξε τη Νέα Δημοκρατία, δεν έχουν δει τις προσδοκώμενες αλλαγές ούτε τις αποτελεσματικές προτάσεις που θα ανέμεναν. Τις μεγάλες εντάσεις των προηγούμενων ημερών, το κόμμα τις αντιμετώπισε με γενικόλογη πολιτικολογία. Δεν έχει ακόμα διαμορφώσει ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση για την Ελλάδα μετά τον ΣΥΡΙΖΑ – μια χώρα σε πολύ χειρότερη κατάσταση από ποτέ, με πιθανή την αποπομπή της από τη ζώνη του ευρώ και με παλαιά και καινούργια τέρατα της πολιτικής διαμαρτυρίας να απειλούν με νέες εστίες αποσταθεροποίησης.
Όλα αυτά θέλουν πολύ συγκροτημένη και πολύ συγκεκριμένη πολιτική πρόταση. Ας το έχει υπόψη της η νέα ηγεσία της ΝΔ. Ο κόσμος είναι εξουθενωμένος. Οι δυνάμεις της εργασίας, η παραγωγική Ελλάδα αναμένει από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη όσα δεν έγιναν τόσα χρόνια, προκειμένου να αντιστραφεί το κλίμα. Η νέα ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχει δικαίωμα, μπροστά σε αυτές τις προσδοκίες, να αντιτάξει ένα πρόγραμμα νεφελώδες, ανούσιο και εντέλει αδιέξοδο. Ούτε μπορεί να στηριχτεί στα ίδια πρόσωπα που μετέτρεψαν τη ΝΔ σε αφερέγγυο κόμμα μηχανισμών. Δεν περισσεύει υπομονή.