Η μεθοδολογία της Ανάλυσης των Κοινωνικών Δικτύων (Social Network Analysis), με τις μαθηματικές της τεχνικές, οδηγεί σε συμπεράσματα που εντυπωσιάζουν και δεν περιορίζονται απλά στο ποιος επικοινωνεί με ποιον και με ποια συχνότητα, αλλά αφορούν, εξηγούν και επηρεάζουν κάθε πτυχή της κοινωνικής μας ζωής, από το πώς αισθανόμαστε, το πόσα χρήματα κερδίζουμε, το πώς συνεργαζόμαστε, ακόμη και το αν θα αρρωστήσουμε ή αν θα νιώθουμε ευεξία και χαρούμενοι.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Δρ. Βασίλης Χ. Γερογιάννης, στο πρόσφατο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας στη Λάρισα, παρουσίασε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εισήγηση για την Ανάλυση των Κοινωνικών Δικτύων, μια μεθοδολογία των Μαθηματικών που εξετάζει και αναλύει τους τύπους των κοινωνικών σχέσεων, την επικοινωνία και τη συνεργασία, είτε μεταξύ ατόμων, είτε μεταξύ ομάδων ατόμων και οργανισμών. Για τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη των κοινωνικών δικτύων ο καθηγητής μίλησε στην «Ε». Ξεκαθάρισε ευθύς εξαρχής ότι η έννοια των κοινωνικών δικτύων δεν είναι καινούρια, αν και στις ημέρες μας τα κοινωνικά δίκτυα έχουν ταυτιστεί με τα διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που υπάρχουν στο διαδίκτυο, όπως λ.χ. το Facebook.
Ας μην ξεχνάμε ότι η έννοια των κοινωνικών δικτύων προϋπάρχει της εμφάνισης του ίντερνετ, υπογραμμίζει ο Δρ. Γερογιάνης. Κοινωνικά δίκτυα υπάρχουν από τα πανάρχαια χρόνια. «Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του κοινωνικό ον», είπε ο Αριστοτέλης γύρω στα 350 χρόνια π.Χ. Ένα κοινωνικό δίκτυο είναι μία κοινωνική δομή αποτελούμενη από δρώντα στοιχεία, τους δράστες (είναι συνήθως άτομα αλλά και ομάδες ατόμων, επιχειρήσεις ή οργανισμοί) που «συνδέονται» μεταξύ τους με διάφορους τύπους αλληλεξάρτησης.
Κάθε κοινωνικό δίκτυο, ενώ είναι μια ομάδα ατόμων, ταυτόχρονα είναι κάτι πολύ περισσότερο: είναι οι συνδέσεις-δεσμοί ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας. Οι δεσμοί και τα χαρακτηριστικά τους είναι πολύ πιο σημαντικοί από τα άτομα της ομάδας. Οι δεσμοί δίνουν σε μια ομάδα δυνατότητες που είναι ανέφικτες για ένα απλό, μη συνδεδεμένο, σύνολο ατόμων. Οι δεσμοί εξηγούν γιατί ένα σύνολο συνδεδεμένων ατόμων είναι πολλές φορές ισχυρότερο από το απλό άθροισμα των μελών του. Ένα κοινωνικό δίκτυο λαμβάνει δυναμική από το λεγόμενο «κοινωνικό κεφάλαιο», δηλαδή την αξία που χαρακτηρίζει τους δεσμούς μεταξύ των μελών του, τονίζει χαρακτηριστικά ο καθηγητής. Κάθε κοινωνικό δίκτυο μπορεί να έχει διαφορετική δομή (τοπολογία), αποτελούμενη από κόμβους, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με έναν ή περισσότερους δεσμούς αλληλεξάρτησης. Οι κόμβοι στην ουσία είναι τα μέλη του δικτύου. Ο Δρ. Γερογιάννης παραθέτει μια υποθετική ιστορία που περιγράφεται στο βιβλίο με τίτλο “Connected” (βιβλίο που κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάτοπτρο με τον τίτλο «Συνδεδεμένοι») των διεθνώς καταξιωμένων ερευνητών N. Christakis και J. H. Fowler, προκειμένου να εξηγήσει την αξία ενός κοινωνικού δικτύου:
«Ας υποθέσουμε ότι το σπίτι σας έχει πιάσει φωτιά και, για καλή σας τύχη, κοντά σας υπάρχει μια λίμνη, απ’ όπου θα μπορούσατε να προμηθευθείτε νερό για να σβήσετε τη φωτιά. Αν είστε μόνος και τρέχετε πάνω κάτω, ξανά και ξανά, με έναν κουβά στο χέρι, μάλλον θα κουραστείτε μάταια. Έστω ότι δεν είστε μόνος και έχετε εκατό γείτονες που προσφέρονται να σας βοηθήσουν, με έναν κουβά στο χέρι ο καθένας. Προφανώς εκατό άνθρωποι είναι πιο αποτελεσματικοί. Το πρόβλημα είναι ότι, αν ο καθένας, μ’ έναν κουβά στο χέρι, τρέχει πάνω-κάτω ανεξάρτητα, τότε μάλλον όλοι μάταια θα σπαταλήσουν τον χρόνο τους και, αναπόφευκτα, το σπίτι σας θα καεί. Πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί το μοιραίο; Αν εφαρμοστεί ένα ιδιαίτερο είδος «κοινωνικής» δικτύωσης. Αν οι εκατό γείτονες σχηματίσουν μια «αλυσίδα» από τη λίμνη έως το σπίτι, μεταφέροντας, χέρι με χέρι, γεμάτους κουβάδες προς το σπίτι και άδειους κουβάδες προς τη λίμνη. Με τον τρόπο αυτό, εκατό άτομα συνδεδεμένα μπορεί να καταφέρουν να σβήσουν τη φωτιά, πιο αποτελεσματικά και από πολύ περισσότερους, διακόσους ή τριακόσιους, που όμως δεν είναι μεταξύ τους «συνδεδεμένοι». Σ’ αυτό το υποθετικό κοινωνικό δίκτυο, σημασία δεν έχει ότι απλά υπάρχουν εκατό άτομα αλλά ότι υπάρχουν και ενενήντα εννέα δεσμοί συνεργασίας μεταξύ τους. Κάθε άτομο συνδέεται με άλλα δύο άτομα μέσω ενός μη κατευθυνόμενου δεσμού, καθώς οι κουβάδες κινούνται αμφίδρομα, προς δύο κατευθύνσεις μεταξύ κάθε ζεύγους γειτόνων που συμμετέχουν στην αλυσίδα. Βέβαια μια τέτοια «αλυσίδα» πρόκειται για ένα απλουστευμένο παράδειγμα κοινωνικού δικτύου. Στα πραγματικά κοινωνικά δίκτυα, είτε στον φυσικό κόσμο είτε στο διαδίκτυο, κάθε κόμβος συνδέεται, μέσω ενός πλήθους δεσμών, με άλλους κόμβους σχηματίζοντας έτσι μια δομή που στα Μαθηματικά ονομάζεται, αφαιρετικά, «γράφημα».
Ο καθηγητής αναφέρει ότι, εκτός του πλήθους των δεσμών κάθε κόμβου, ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των κοινωνικών δικτύων είναι η μετάδοση, η οποία έχει να κάνει με το τι «ρέει» μεταξύ των δεσμών ενός δικτύου. Αυτό μπορεί να είναι οτιδήποτε. Μπορεί να είναι πληροφορίες, χρήματα, καλές ή κακές συνήθειες, ευτυχία ή ακόμη και δυστυχία. Μπορεί να μεταδίδεται οτιδήποτε μεταξύ των δεσμών, ανάλογα με το κοινωνικό δίκτυο στο οποίο συμμετέχουμε. Ο καθηγητής επίσης σημειώνει ότι ένα τρίτο βασικό χαρακτηριστικό, που αποδεικνύεται ερευνητικά ότι ισχύει για τη διαμόρφωση των κοινωνικών δικτύων, είναι η ομοφιλία. Είναι η τάση που έχουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, να «συνδεόμαστε» με ανθρώπους που μας μοιάζουν. Είτε πρόκειται για οπαδούς μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, είτε για καπνιστές, είτε για φίλους ενός συγκεκριμένου είδους μουσικής, είτε για υποστηρικτές ενός πολιτικού κόμματος, είτε για φιλόζωους, στην πραγματικότητα θέλουμε και τείνουμε να συναναστρεφόμαστε με ανθρώπους που έχουν κοινά ενδιαφέροντα, κοινές απόψεις και κοινές καταβολές με εμάς. Ως προς αυτό λοιπόν επιβεβαιώνεται πλήρως ο Πλάτωνας και η ρήση του «Όμοιος ομοίω αεί πελάζει».
Εφαρμόζοντας τη μαθηματική προσέγγιση της Ανάλυσης των Κοινωνικών Δικτύων, σημειώνει ο Δρ. Γερογιάννης, υπολογίζονται μαθηματικές μετρικές, με βάση αλγόριθμους που βρίσκουν τον βαθμό κεντρικότητας κάθε κόμβου, την πυκνότητα του δικτύου, τη συνδεσιμότητα μεταξύ των κόμβων του δικτύου κ.λπ. Βασισμένη σε μαθηματικές εξισώσεις, η μεθοδολογία της Ανάλυσης Κοινωνικών Δικτύων μπορεί να αξιοποιήσει τις παρατηρήσεις για τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των μελών ενός πληθυσμού, σύμφωνα με ένα συγκεκριμένο θέμα ενδιαφέροντος. Το σημαντικότερο εργαλείο της μεθοδολογίας είναι η γραφική (οπτική) αναπαράσταση κάθε κοινωνικού δικτύου, είτε στον φυσικό κόσμο είτε στο διαδίκτυο, με ένα αντίστοιχο γράφημα.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Ο καθηγητής παρουσιάζει δύο σημαντικούς κανόνες στα κοινωνικά δίκτυα, που έχουν αποδειχτεί εμπειρικά. Αυτοί είναι «ο κανόνας των έξι βαθμών διαχωρισμού» και ο «κανόνας των τριών βαθμών επιρροής», δύο θεωρήματα που εξετάζουν, αντίστοιχα, τον βαθμό με τον οποίο συνδέονται τα άτομα σε κάθε κοινωνικό δίκτυο και τον βαθμό επιρροής τους σε άλλα μέλη του δικτύου.
Ο «κανόνας των έξι βαθμών διαχωρισμού» προκύπτει από ένα διάσημο πείραμα του Αμερικανού κοινωνικού ψυχολόγου S. Milgram, το οποίο απέδειξε ότι όλοι οι άνθρωποι, σε ένα κοινωνικό δίκτυο, συνδέονται μεταξύ τους απέχοντας κατά μέσο όρο «έξι βαθμούς διαχωρισμού», όπου ο φίλος σας απέχει ένα βαθμό διαχωρισμού από εσάς, ο φίλος του φίλου σας δύο βαθμούς κ.ο.κ. Στο πείραμα αυτό που πραγματοποίησε ο Milgram κατά τη δεκαετία του 1960, ζητήθηκε από μερικές εκατοντάδες ανθρώπους που ζούσαν σε μια πολιτεία των ΗΠΑ να στείλουν ένα γράμμα σε έναν γνωστό επιχειρηματία σε μια άλλη πολιτεία, περίπου δύο χιλιάδες πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά. Δεν επιτρέπονταν όμως να στείλουν το γράμμα απευθείας στον τελικό παραλήπτη, παρά μόνο σε κάποιον που γνώριζαν προσωπικά, ζητώντας του να το προωθήσει. Κάθε άτομο έστελνε το γράμμα σε κάποιον που πίστευε ότι ήταν περισσότερο πιθανό να γνωρίζει τον τελικό παραλήπτη. Ο Milgram μέτρησε τον αριθμό των επιστολών που στάλθηκαν από άτομο σε άτομο, μέχρι τον τελικό αποδέκτη, και βρήκε ότι κατά μέσο όρο ήταν έξι. Σε πολλές επαναλήψεις, μετέπειτα, του ίδιου πειράματος, στις οποίες ζητούνταν από χιλιάδες ανθρώπους, χρήστες του διαδικτύου, να διαδώσουν ένα e-mail μέχρι να φτάσει σε ένα συγκεκριμένο αποδέκτη χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, το ίδιο αποτέλεσμα επιβεβαιώθηκε ξανά και ξανά.
Πιο πρόσφατα, το 2007, πραγματοποιήθηκε μια ενδιαφέρουσα έρευνα, από τους N. Christakis και J. H. Fowler, που απέδειξε τον κανόνα «των τριών βαθμών επιρροής», έναν κανόνα που εστιάζει στη διάδοση της επιρροής στα κοινωνικά δίκτυα. Ό,τι κάνουμε ή λέμε τείνει να διαδίδεται μέσα στο δίκτυό μας, επηρεάζοντας τους φίλους μας (ένας βαθμός), τους φίλους των φίλων μας (δύο βαθμοί) και, ακόμη, τους φίλους των φίλων των φίλων μας (τρεις βαθμοί). Όμως η επιρροή μας, σταδιακά, εξασθενεί και παύει να έχει σημαντικά αποτελέσματα σε άτομα που βρίσκονται στο κοινωνικό μας δίκτυο πέρα από το όριο των τριών βαθμών. Αναλόγως, επηρεαζόμαστε από φίλους μας που απέχουν από εμάς μέχρι και τρεις βαθμούς, αλλά γενικά όχι μακρύτερα από αυτούς. O κανόνας αυτός αποδείχτηκε ερευνητικά ότι ισχύει για ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών και καταστάσεων, σε φαινόμενα που είναι εντελώς ανόμοια μεταξύ τους, όπως είναι οι πολιτικές απόψεις, η αύξηση του βάρους, η διακοπή του καπνίσματος ή ακόμη και η «μετάδοση» της ευτυχίας μέσα σε ένα κοινωνικό δίκτυο. Ο συνδυασμός των δύο κανόνων, αναφέρει εμφατικά ο Δρ. Γερογιάννης, μπορεί να καταλήξει στο εντυπωσιακό συμπέρασμα ότι ο καθένας από εμάς μπορεί δυνητικά να έρθει σε επαφή με τον μισό πλανήτη!
(*) Η φράση συναντάται στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και σημαίνει: "Ο όμοιος τον όμοιο πάντα πλησιάζει".
Της Νατάσας Πολυγένη