Φεύγοντας οι Τούρκοι άφησαν πίσω την ακίνητη περιουσία τους, την οποία με ειδικές διατάξεις της Βερολινείου Συνθήκης δεν την έχαναν, όμως ο φόβος τους ανάγκαζε να πωλούν τις μεγάλες γαιοκτησίες τους (τσιφλίκια) και τα σπίτια τους (κονάκια) σε χαμηλές τιμές. Όσοι έμειναν στη Θεσσαλία όχι μόνο δεν έχασαν τις περιουσίες τους, αλλά και καρπώνονταν τα κέρδη άνετα.
Η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει στο επάνω μέρος το δυτικό τμήμα του Λόφου της Ακρόπολης, στην οποία κατοικούσαν κυρίως χριστιανοί, οι οποίοι αποτελούσαν τον λεγόμενο Τρανό μαχαλά και στο κάτω η μεγάλη λίθινη γέφυρα και ο Πηνειός ποταμός. Η λήψη της φωτογραφίας έγινε από τον φωτογράφο της Αδριανούπολης Δημήτριο Μιχαηλίδη [1]. Αυτός στάθηκε στη δεξιά όχθη του Πηνειού, στο ύψος της σημερινής δεύτερης οδικής γέφυρας του Πηνειού, εκεί όπου κάθε Τετάρτη λειτουργεί η μεγαλύτερη λαϊκή αγορά της Λάρισας.
Η προσεκτική μελέτη της φωτογραφίας αυτής αποκαλύπτει μια τελείως διαφορετική εικόνα από την σημερινή. Η πρώτη εντύπωση που μένει είναι ότι ολόκληρη αυτή η πλαγιά του Λόφου είναι κατειλημμένη από οικήματα στριμωγμένα το ένα δίπλα στο άλλο με ανατολίτικη αρχιτεκτονική (διώροφα με σαχνισιά, συμπαγείς τοίχοι στο ισόγειο, πολλά και μεγάλα ανοίγματα στον όροφο). Οι δρόμοι είναι στενοί, ελικοειδείς και δεν διακρίνονται. Πρόκειται για στενά και πολυδαίδαλα σοκάκια τα οποία διαχωρίζουν τα κτίρια. Αυλές δεν υπάρχουν και το πράσινο απουσιάζει. Από τα κτίρια της περιόδου αυτής ταυτοποιούνται μόνον τρία. Η τρίγωνη μετώπη της δυτικής πλευράς του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αχιλλίου (ο οποίος αναγράφεται). Έχει χαθεί ανάμεσα στα οικήματα που τον περιβάλλουν[2]. Δεξιότερα το μεγάλο κτίριο στέγαζε το χάνι των αδελφών Σαχίνη[3] και από 1905 και μετά στέγασε τις ποινικές φυλακές. Πίσω από τη σκεπή του τελευταίου μόλις διακρίνεται το υπερώο της κατοικίας που είχε κτίσει το 1882 ο μητροπολίτης Νεόφυτος.
Από τα πρώτα έργα της δημοτικής αρχής μετά την απελευθέρωση του 1881 υπήρξε η σταδιακή κατεδάφιση όλων των κτισμάτων της τουρκοκρατίας τα οποία βρίσκονταν στη δυτική πλευρά του Λόφου και έφθαναν μέχρι τη δεξιά όχθη του Πηνειού, για να ανασάνει η περιοχή και επιπλέον να προβληθεί ο μητροπολιτικός ναός. Είναι ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς χρονικά τις διάφορες φάσεις της πολυφωτογραφημένης αυτής πλαγιάς, οι οποίες μετέβαλλαν αισθητικά, βελτίωναν ρυμοτομικά και πρόβαλλαν την όψη του Λόφου. Μετά την κατεδάφιση των οικημάτων δημιουργήθηκε χαμηλά ο παρόχθιος δρόμος που υπάρχει μέχρι σήμερα. Κατασκευάσθηκαν αναλληματικοί τοίχοι για να υποστηριχθεί ο προαύλειος χώρος του Αγ. Αχιλλίου και γενικά ο Λόφος στο σημείο αυτό. Το 1894 κατασκευάσθηκε η μεγάλη κλίμακα με πολλά σκαλοπάτια, η οποία οδηγούσε από το ύψος του Λόφου στον παρόχθιο δρόμο. Και το κυριότερο, η περιοχή δίπλα από τον Άγ. Αχίλλιο κοσμήθηκε με νέες και όμορφες νεοκλασικές κατοικίες στις οποίες διέμεναν αρχοντικές οικογένειες της Λάρισας (Βελίδη, Αλέκου, Μακρή, μητροπολίτου Νεοφύτου και άλλες).
Στο κάτω μέρος της φωτογραφίας απεικονίζονται τα πέντε από τα εννέα τόξα της παλιάς μεγάλης πέτρινης γέφυρας της Λάρισας. Το οδόστρωμά της δεν είναι επίπεδο, αλλά κορυφώνεται στο κέντρο της. Στα πλάγια το οδόστρωμα προστατεύεται με βαριά συμπαγή λίθινα στηθαία σε χαμηλό ύψος (μέχρι τον μηρό ενός ενήλικα, περίπου 80 εκ.), κατασκευασμένα από μεγάλες, παχιές και μονοκόμματες πλάκες, τοποθετημένες κάθετα. Επειδή μετά την απελευθέρωση διαπιστώθηκε ότι οι αρμοί που συνέδεαν τις ογκώδεις αυτές πλάκες είχαν χαλαρώσει από την πρόσκρουση των αμαξών επάνω τους, τα στηθαία είχαν χάσει τη σταθερότητά τους. Το 1881 τοποθετήθηκαν νέοι αρμοί οι οποίοι διακρίνονται στη φωτογραφία. Το 1886 Τάγμα Μηχανικού αντικατέστησε τα λίθινα στηθαία με ξύλινα κάγκελα. Η μεταβολή αυτή των στηθαίων της γέφυρας, μαζί με άλλα στοιχεία, μας επιτρέπει να χρονολογήσουμε την φωτογράφιση μεταξύ των ετών 1881 και 1884.
Στη φωτογραφία υπάρχουν και άλλες λεπτομέρειες, οι οποίες μας εκπλήσσουν, όπως η τοξωτή κατασκευή στην είσοδο της γέφυρας από την πλευρά της πόλης. Αλλά γι’ αυτά θα γράψουμε σε άλλο σημείωμά μας.
--------------------
[1]. Είναι ο πρώτος φωτογράφος που έκανε συστηματική δουλειά στην αποτύπωση τοπίων της Θεσσαλίας. Αρχικά είχε φωτογραφείο στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης, κοντά στην ψαραγορά (Baluk Pazar), ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αδριανούπολη. Τη Θεσσαλία επισκέφθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και από την επίσκεψή του αυτή γνωστό είναι το σπάνιο σήμερα λεύκωμά του “Souvenir de Thessalie” με 28 φωτογραφίες μεγάλων διαστάσεων και πολύ καλής τεχνικής από διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας, έκδοση του 1884..
[2]. Κατά την τουρκοκρατία υπήρχε από τους κατακτητές ειδική εντολή οι χριστιανικοί ναοί να μην έχουν εξωτερικό στολισμό, να μη συνοδεύονται από ψηλά καμπαναριά και να είναι κτισμένοι χαμηλότερα από τα γύρω κτίρια. Λ.χ. το δάπεδο του ναού του Αγ. Αχιλλίου, όπως μας αναφέρει στο βιβλίο του ο Επαμεινώνδας Φαρμακίδης, ήταν χαμηλότερο από τα γύρω κτίρια κατά 3-4 σκαλοπάτια. Ο λόγος ήταν προφανής. Να μην εξέχει.
[3]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το Χάνι του Σαχίνη μετατρέπεται σε φυλακή, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 14ης Οκτωβρίου 2015 και του ιδίου: Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Β΄ (2018), σελ. 183-186.