Καλογιάννη[1], το οποίο περιείχε τις φωτογραφίες δύο πολύ παλαιών οικιών της Λάρισας από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Η μία απεικονίζει το αρχοντικό του στρατηγού Ιωάννη Άρτη, το οποίο βρισκόταν επί της οδού Αγ. Νικολάου, απέναντι από τη νότια πλευρά του προαύλειου χώρου της ομώνυμης εκκλησίας και το οποίο περιγράψαμε σε παλαιότερο σημείωμά μας[2]. Η δεύτερη φωτογραφία έχει τον υπότιτλο "Το τούρκικο κονάκι του Χαλήμαγα[3], πίσω από την οδό Παλαιστίνης" και κανένα άλλο στοιχείο. Η φωτογραφία αυτή δημοσιεύεται στο σημερινό κείμενο και δείχνει ότι ήταν ένα μεγάλο σε έκταση διώροφο κτίσμα σε σχήμα Π κεφαλαίο. Τέτοιο κτίριο όμως σήμερα στην περιοχή πίσω από την οδό Παλαιστίνης δεν υπάρχει. Μετά το εύρημα αυτό, για την ομάδα της Φωτοθήκης Λάρισας άρχισε ένας αγώνας δρόμου για να ταυτοποιηθεί το κτίριο και να εντοπισθεί η ακριβής περιοχή όπου βρισκόταν, ώστε η όλη προσπάθεια να έχει αίσιο τέλος. Επειδή η όλη πορεία είναι ενδιαφέρουσα, κρίνουμε σκόπιμο να περιγράψουμε τα κύρια σημεία της, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους αναγνώστες να κατανοήσουν πώς λειτουργούν τα μέλη της Φωτοθήκης. Η πρώτη βοήθεια ήλθε από τη Θεσσαλονίκη. Η Μάρθα Παπαργύρη[4], η οποία διαμένει χρόνια στη μακεδονική πρωτεύουσα, στις επισκέψεις της στη Λάρισα τα τελευταία χρόνια αναζητούσε το σπίτι των μαθητικών της χρόνων, χωρίς να το βρίσκει. Ήλθε σε επαφή με άτομα της Φωτοθήκης, τα οποία της επέδειξαν τη φωτογραφία με το κονάκι του Χαλήμαγα, το αναγνώρισε και συγκινήθηκε. Το περιέγραψε και έφερε στη μνήμη της τους συγκατοίκους της όταν διέμενε σ' αυτό κατά το 1962-1963. Η επόμενη αναζήτηση στράφηκε στο Πολεοδομικό Γραφείο του Δήμου. Ο προϊστάμενος του Τμήματος Πολεοδομίας του Δήμου και μέλος της Φωτοθήκης Γιώργος Χατζούλης μας υπέδειξε τοπογραφικούς χάρτες της περιοχής του 1944, οι οποίοι φώτισαν τον δρόμο μας και με βάση τα αρχιτεκτονικά στοιχεία τα οποία απορρέουν από τη φωτογραφία, η οποία απεικονίζει το κονάκι, εντοπίστηκε η θέση του. Κάποια στιγμή, με τους χάρτες και τη φωτογραφία στα χέρια, αποφασίστηκε να γίνει επιτόπια αυτοψία. Μια μεγάλη ομάδα αποτελούμενη από μέλη της Φωτοθήκης, τις αδελφές Παπαργύρη, οι οποίες ταξίδεψαν από τη Θεσσαλονίκη ειδικά γι' αυτόν τον σκοπό, τη Ρίτα Μωυσή-Κοέν, σύζυγο του αείμνηστου Εσδρά Μωυσή και μητέρα της Αλίνας Μωυσή και την Αλέγρα Λεβή-Φρανσέ μέλη της Εβραϊκής Κοινότητας, βρεθήκαμε στην πλατεία Εβραίων Μαρτύρων, αφού η περιοχή αυτή από την περίοδο της Τουρκοκρατίας ακόμη ήταν μέσα στην Εβραϊκή συνοικία. Η αυτοψία απέδειξε ότι το κονάκι του Χαλήμαγα κατεδαφίσθηκε για να επεκταθεί η οδός Κύπρου δυτικότερα της πλατείας. Μάλιστα κατά το μεγαλύτερο μέρος το κτίσμα σήμερα αντιστοιχεί στην οδό Κύπρου και μόνον ένα μικρό τμήμα βρίσκεται μέσα από την πολεοδομική γραμμή, στο ύψος της πολυώροφης οικοδομής στον αρ. 106 τη οδού, κοντά στη διασταύρωσή της με την Ταγματάρχου Βελισσαρίου. Το 1963 το κονάκι του Χαλήμαγα, μαζί με πολλά άλλα κτίσματα της περιοχής, τα περισσότερα από τα οποία ανήκαν στην Εβραϊκή Κοινότητα και δωρίθηκαν στον Δήμο, κατεδαφίστηκαν για να επεκταθεί η οδός Κύπρου και να δημιουργηθεί η κυκλική πλατεία, η οποία το 1987 εγκαινιάστηκε και αφιερώθηκε στους Εβραίους μάρτυρες της γερμανικής Κατοχής. Όπως αναφέρθηκε, το κονάκι ήταν διώροφο και σε κάτοψη είχε τη μορφή Π κεφαλαίου. Κάθε όροφος είχε τέσσερα μεγάλα δωμάτια, με κοινόχρηστο μπάνιο και κουζίνα. Κάθε δωμάτιο μπορούσε να χωρέσει τέσσερα κρεβάτια και φιλοξενούσε από ένα έως τέσσερα άτομα. Ήταν ιδιοκτησία της αδελφής του φαρμακοποιού Ζυγόπουλου, η οποία είχε συγγένεια με τον Χαλήμαγα. Το 1962-63 οι αδελφές Μάρθα και Σοφία Παπαργύρη, μαθήτριες στο Γυμνάσιο Θηλέων, έμεναν σε ένα δωμάτιο μαζί με τη Σουλτάνα Τάχα. Η τελευταία είχε μέσα στο δωμάτιο αργαλειό, στον οποίο δούλευε νυχθημερόν. Στον κάτω όροφο ένα δωμάτιο ήταν νοικιασμένο από τη Μαρία Λυροπούλου και στην απέναντι πλευρά κατοικούσε η οικογένεια Γιαννακά, άνθρωποι θρησκευόμενοι, οι οποίοι είχαν διασυνδέσεις με κύκλους της Εκκλησίας. Σε άλλα δωμάτια έμεναν η πολυμελής οικογένεια Χριπάτσιου και στον επάνω όροφο ο Τζανέτος. Ο τελευταίος ήταν ένας κομψευόμενος τύπος της Λάρισας, ο οποίος φορούσε καθημερινά κουστούμι και παπιγιόν και εργαζόταν ως σερβιτόρος σε κάποιο εστιατόριο της Λάρισας. Στο δωμάτιό του είχε μια αξιόλογη βιβλιοθήκη, βιβλία της οποίας δάνειζε σε πολλούς συγκατοίκους του. Η συμβίωση όλων αυτών των ατόμων πολλές φορές ήταν δύσκολη, αφού οι κοινόχρηστοι χώροι ήταν ελλιπείς και οι φιλονικίες φυσιολογικά θα πρέπει να ήταν συχνές. Αρχιτεκτονικά το κτίριο αποτελείτο από μια ευρεία εγκάρσια πτέρυγα και δύο πλάγιες, οι οποίες ήταν κάθετες στην κεντρική. Η κύρια είσοδος ήταν στο κέντρο της εγκάρσιας πτέρυγας. Στο σημείο αυτό στον επάνω όροφο εξείχε απλός εξώστης με ξύλινα κιγκλιδώματα και προς τη στέγη ανυψωνόταν ένα μεγάλο τριγωνικό αέτωμα. Η πρόσοψη της εγκάρσιας πτέρυγας φαίνεται να έχει μια ομοιότητα με τη "Βίλλα Λαχτάρα" (Αρχοντικό Αναγνωστόπουλου) στη γωνία των οδών Αδριανού και Καλλιάρχου, στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου. Το κονάκι του Χαλήμαγα ανήκει στα κτίσματα τα οποία ο Γιώργος Γουργιώτης τα ονομάζει "λαϊκά νεοκλασικά", τα οποία εμφανίζονται μόνον στη Λάρισα και χαρακτηρίζονται από ένα μείγμα λαϊκών και νεοκλασικών στοιχείων. Το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να έχουν οικοδομηθεί αυτά τα λαϊκά νεοκλασικά σπίτια, από τα αρχιτεκτονικά τους στοιχεία συμπεραίνεται ότι πρέπει να είναι από το τέλος της Τουρκοκρατίας μέχρι και τα πρώτα χρόνια μετά την προσάρτηση[5]. Επομένως για το κονάκι του Χαλήμαγα μπορούμε να υπολογίσουμε κατά προσέγγιση ότι ο χρόνος κατασκευής του τοποθετείται στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η πρόσοψη της κατοικίας του Χαλήμαγα έβλεπε ελαφρώς λοξά προς την οδό Πελασγών, έναν δρόμο που δεν υπάρχει σήμερα, μετά τις απαλλοτριώσεις και κατεδαφίσεις που έγιναν για να κατασκευασθεί η επέκταση της οδού Κύπρου και η πλατεία Εβραίων Μαρτύρων. Η οδός Πελασγών βρισκόταν νότια της σημερινής επέκτασης της Κύπρου και είχε μια λοξή διαδρομή σε σχέση με αυτήν. Ξεκινούσε από την Ταγματάρχου Βελισσαρίου και κατέληγε στη συμβολή των οδών Πηνειού και Κενταύρων. Τελειώνουμε με την παράκληση: Όσοι γνωρίζουν έστω και κάτι περισσότερο για το κονάκι αυτό ας επικοινωνήσουν με τον γράφοντα (2410-287.450). [1]. Ο Βάσος Καλογιάννης πέραν όλων αυτών έχει ενδιατρίψει και στην ιστορία της Λάρισας και πρέπει να έχει αφήσει ένα πλουσιότατο αρχείο. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Γιώργο Ζιαζιά. Πολυγραφότατοι και οι δύο, πλην όμως τα αρχεία τους είναι απρόσιτα, ακαταλογράφητα και άγνωστα σε όλους. Δεν θα έπρεπε για το καλό της ιστορίας της Λάρισας να δημοσιοποιηθούν κατά κάποιον τρόπο; [2]. Βλέπε: Η κατοικία του στρατηγού Άρτη, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 23ης Αυγούστου 2015 [3]. Ο αγάς ήταν τίτλος αξιωματούχου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που δήλωνε άρχοντα, διοικητή. Κατά την έρευνα, Οθωμανός κάτοικος της Λάρισας με το όνομα Χαλήμ αγάς δεν εντοπίσθηκε στην προσιτή σε μας βιβλιογραφία. Είναι γνωστός μόνον ο Πέτρος Χαλήμαγας, ο οποίος άφησε ζωηρό το στίγμα του στη Λάρισα κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Όταν το 1916 μετά την κατεδάφιση των Ανακτόρων της Λάρισας, ενοικίασε από τον Δήμο τον Κήπο των Ανακτόρων, έκτισε μια μεγάλη αίθουσα και το καλοκαίρι χρησιμοποιούσε τον κήπο σαν ψυχαγωγικό κέντρο και υπαίθριο κινηματογράφο, με το όνομα "Κήπος του Χαλήμαγα". Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το καφενείο "Ντορέ" ως κέντρο ψυχαγωγίας, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 16ης Οκτωβρίου 2019. [4]. Η οικογένεια της Μάρθας Παπαργύρη κατοίκησε κατά το διάστημα 1960-1963 στο χωριό Άγιος Γεώργιος (Μπουχλάρ) της Λάρισας, όπου ο πατέρας της ήταν εφημέριος του οικισμού, η ίδια δε με την αδελφή της Σοφία, οι οποίες φοιτούσαν στο Γυμνάσιο Θηλέων, κατά το σχολικό έτος 1962-1963, διέμεναν σε ένα από τα δωμάτια του σπιτιού του Χαλήμαγα. [5]. Βλέπε: Γουργιώτης Γεώργιος, Μικρά Μελετήματα, Αθήνα (2000), έκδοση Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου Λάρισας, σελ.114-115.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)