Οργανωμένη η συντριπτική πλειοψηφία των Λαρισινών στις οργανώσεις του ΕΑΜ, αλλά ακόμα και αυτή που δεν ήταν οργανωμένοι βοηθούσαν, συμμετείχαν μα πάνω απ’ όλα συνειδητά άκουγαν και υλοποιούσαν τις κατευθύνσεις του.
Είχαν εμπιστοσύνη στην «Αλληλεγγύη» που τους έσωσε από την πείνα, τις αρρώστιες, την «πολιτική επιστράτευση» για να σταλούν βορά στα κάτεργα της Γερμανίας. Την «Λαϊκή Αυτοδιοίκηση» που για πρώτη φορά έδωσε το δικαίωμα να συμμετέχουν με αμεσοδημοκρατικούς όρους όλοι οι κάτοικοι άνδρες και γυναίκες (!).
Την «Λαϊκή Δικαιοσύνη» που είναι διαχρονικά ο πιο ουσιαστικός θεσμός απονομής δικαίου. Την «Εθνική Πολιτοφυλακή» που κατόρθωσε σε λίγους μήνες, αυτό που δεν μπορούσε επί χρόνια το αστικό κράτος να καταφέρει, όπως την κατάργηση της ληστείας στην ύπαιθρο. Ήταν άλλωστε η Ε. Π. και το πρώτο τμήμα που μπήκε από μέρες πριν την αποχώρηση των Γερμανών στην πόλη, εμποδίζοντας διάφορες λεηλασίες και πλιατσικολογήματα και παρακολουθώντας τις κινήσεις των καταχτητών και προδοτών δίνοντας πολύτιμες πληροφορίες στον ΕΛΑΣ.
Στον ΕΛΑΣ, πάνω απ’ όλα, που έγραψε με το αίμα του τις πιο ηρωικές σελίδες του ένοπλου μαζικού λαϊκού αγώνα, μένοντας στην πατρίδα και όχι κάνοντας «διακοπές» και τρώγοντας τα αργύρια της προδοσίας στη Μ. Ανατολή και στο Λονδίνο, όπως έκαναν τα αστικά κόμματα και οι Γκλύξμπουργκ. Αυτή την στάση της άρχουσας τάξης και της ηγεσίας της ανάγκασε ακόμα και τον ακραιφνή αντικομμουνιστή, Γ. Παπανδρέου να δηλώσει τα εξής: «... Κατά την περίοδο της δουλείας του έθνους ο λαός μας έδωκε απαράμιλλα δείγματα ιδεαλισμού και αυτοθυσίας. Δυστυχώς η ηγέτις τάξις δεν απεδείχθη ανταξία του λαού ...» (1).
Αυτές τις μέρες στις «επίσημες συστημικές» εκδηλώσεις όλοι θα μιλάνε για «εθνική ενότητα, ομοψυχία, πατριωτισμό, κ.ά.», όταν οι ίδιοι έλειπαν. Αλλά ακόμα κι αυτοί που έμειναν εδώ συνεργάσθηκαν ανοιχτά ή κρυφά με τους κατακτητές.
Γι’ αυτό όταν μιλάμε για πραγματική Αντίσταση - ειδικά στην περιοχή μας - εννοούμε την ΕΑΜική Αντίσταση, όχι από αλαζονεία ή υπεροψία, αλλά γιατί οι άλλες οργανώσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Θρέμμα του λαού μας το ΕΑΜ, που είναι πασίγνωστο πως για μήτρα και ραχοκοκαλιά του είχε τους κομμουνιστές που το οργάνωσαν, το άνδρωσαν και το δυνάμωσαν ποτίζοντας με το αίμα τους το δέντρο της Λευτεριάς, στο Κούρνοβο, την Καισαριανή, το Δοξαρά, την Τσαριτσάνη, την Σπηλιά, στο αντιαεροπορικό κ.α., σε κάθε σπιθαμή της πατρίδας μας.
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΦΥΓΟΥΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ
«Κανένας δεν πρέπει ν’ αγοράζει τίποτα απολύτως απ’ τους Γερμανούς». Αυτό ήταν το σύνθημα που είχε ριχθεί τις τελευταίες μέρες της σκλαβιάς.
Οι Γερμανοί φεύγοντας και μη μπορώντας να πάρουν μαζί τους ούτε τα πυρομαχικά τους είχαν αρχίσει να πουλάνε ότι πράγματα που τους «περίσσευαν» είναι ένας λόγος. Έτσι λοιπόν άρχισαν να βγάζουν στο ξεπούλημα τρόφιμα (ζαχαρίνη, όσπρια), σαπούνια, λάδια, υφάσματα, ρουχισμό, έπιπλα, βενζίνες, κουφώματα από σπίτια, κρεβάτια, κουνουπιέρες και άλλα είδη.
Ό,τι δηλαδή στα χρόνια της κατοχής άρπαξαν, κλέψαν και λεηλάτησαν απ’ το Λαό το πωλούσαν τώρα πάλι σε μας τους ίδιους. Όμως το σύνθημα ήταν να μη αγοράσει κανένας τίποτα. Γιατί έτσι κι αλλιώς οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να πάρουν μαζί τους. Αναγκαστικά θα τα’ άφηναν εδώ. Κι εκτός απ’ αυτό πουλώντας είδη τα μετέτρεπαν σε λίρες που τις έπαιρναν μαζί τους. Κι έτσι ήταν το ίδιο γι’ αυτούς.
Στις αρχές του ξεπουλήματος της «Βέρμαχτ» οι Γερμανοί προσέφεραν τα είδη τους σε … κανονικές τιμές. Όταν όμως είδαν πως ο κόσμος δεν τάπιανε στα χέρια του. Άρχισαν τα παζαρέματα κατεβάζοντας τις τιμές. Και πάλι δεν γίνονται αγοραπωλησίες.
Επειδή όμως ήταν αποφασισμένοι όσο-όσο να τα πουλήσουν άρχισαν να κάνουν γενναιότερες … εκπτώσεις. Παντού, όλοι σαν ένας άνθρωπος οι Λαρισινοί απαντούσαν πως δεν μπορούν να αγοράσουν.
Οι Γερμανοί άρχισαν να στριφογυρίζουν με τους μπόγους στην αγορά να σταματάνε τον καθένα στο δρόμο, να χτυπάνε τις πόρτες απ’ τα σπίτια και γενικά έψαχναν να βρούνε πελάτες για το ξεπούλημα.
Ο Λαός όμως πια πεισμωμένα αρνιόταν ν’ αγοράσει. Τις τελευταίες μέρες προσφέρθηκαν στις πιο εξευτελιστικές τιμές μεγάλες ποσότητες ειδών. Το πράγμα είχε καταντήσει να έχει πάρει κωμική όψη. Κάποιος Γερμανός πρόσφερε τσουβάλια τσιμέντο …, κυβικά ξυλεία, πισσόχαρτο και άλλα είδη μόνο για 8 λίρες. Άλλος έδινε 5 ραδιόφωνα (κλεμμένα φυσικά) για 3 λίρες. Προσφέρθηκαν 500 οκ. ζάχαρη με 50 δισεκατομμύρια την οκά, ενώ είχε στην αγορά 800 δισεκατομμύρια.
Ένας άλλος πωλούσε έναν αρπαγμένο γάιδαρο για ένα πάκο τσιγάρα. Κι’ όμως κανένας δεν αγόραζε τίποτα. Οι γερμανοί που φαίνεται στο μεταξύ να έμαθαν γιατί δεν αγόραζε ο κόσμος άρχισαν να διαδίδουν ότι όσα είδη, τρόφιμα κλπ. τους περισσέψουν και δεν τα πουλήσουν θα τα κάψουν. Και μάλιστα έκαψαν δοκιμαστικά μερικά είδη στην πλατεία Ταχυδρομείου έτσι για να δει ο κόσμος. Μα κι αυτά δεν στάθηκαν ικανά να μεταπείσουν τους Λαρισινούς ν’ αγοράσουν. Κανένας Λαρισινός (έξω από τους προδότες και τους συνεργασθέντες) δεν μπορούσε να ξεχάσει ότι αυτοί οι Γερμανοί λεηλάτησαν τη Λάρισα.
«Οι εγωϊσταί Γερμανοί έπαιρναν περιφρονητική απάντηση απ’ το Λαό της Λάρισας. Κανένας δεν πήγε ν’ αγοράσει τα πλιάτσικα. Κι οι περήφανοι Γερμανοί έκαναν ό,τι χρειάζονταν. Τα παράτησαν εδώ κι έφυγαν κυνηγημένοι προσπαθώντας να σώσουν τα κεφάλια τους» (2).
(1). Από τον λόγο του Γ. Παπανδρέου κατά την Απελευθέρωση της Αθήνας 18 Οκτώβρη 1944.
(2). «ΑΛΗΘΕΙΑ» 18.10.1945
Του Δημήτρη Μπάρμπα (Takis-mp@hotmail.com)