Ήταν ένας πόλεμος περίεργος και όπως αναφέρει η ευφυής Λαρισαία Αμαλία Παπασταύρου η οποία τον έζησε από κοντά «…όλοι εις έν καταλήγουσι συμπέρασμα ότι δεν επολεμήσαμεν, ούτε είχομεν σκοπόν να πολεμήσωμεν … και αι μόναι διαταγαί του Αρχηγείου ήτον “επανέλθετε εις τας θέσεις σας” οσάκις κατελαμβάνετο εχθρικόν, δια θυσιών μάλιστα, έδαφος και “υποχωρήσατε”, διαταγή ήτις συνήθως εδίδετο άνευ τινός ανάγκης κατά την μαρτυρίαν πολλών, και δια της μεθόδου της υπερφαλαγγίσεως το σοφόν Επιτελείον διέδωκεν τον πανικόν εις τον στρατόν…»[1].
Με την ευκαιρία της επετείου αυτής θα λάβουν χώρα σε όλη τη Θεσσαλία εκδηλώσεις και εκθέσεις, με σκοπό να φέρουν στη μνήμη μας άτυχες στιγμές του πολέμου αυτού, όπως τις είδαν και τις περιέγραψαν ξένοι δημοσιογράφοι και τις απεικόνισαν στα έντυπα μέσα που εκπροσωπούσαν. Με την ευκαιρία αυτή η στήλη θα ασχοληθεί κατά διαστήματα με διάφορα θέματα τα οποία όμως θα ξεφεύγουν από την περιγραφή των πολεμικών επιχειρήσεων, τα οποία εξ’ άλλου είναι εύκολα προσιτά σε πολλά ιστορικά βιβλία και θα επικεντρωθούν σε περιγραφές που αφορούν την πόλη μας και σε γεγονότα που η ιστορία τα προσπερνάει.
Τον Φεβρουάριο του 1897 τα επαναστατικά κινήματα στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη είχαν φθάσει σε δραματικό σημείο. Εκστρατευτικό απόσπασμα από την Ελλάδα υπό τον συνταγματάρχη Βάσσο, κατέπλευσε για ενίσχυση στη μεγαλόνησο. Μετά από την εξέλιξη αυτή οι Μεγάλες Δυνάμεις κινητοποιήθηκαν άμεσα και με αποκλεισμό εμπόδισαν την αποβίβαση τουρκικών στρατευμάτων στην Κρήτη, για να αποφευχθεί πιθανή σύρραξη. Ο Σουλτάνος υπακούοντας στα γεγονότα, αναγκάσθηκε να διοχετεύσει τα στρατεύματά του σταδιακά στη Μακεδονία και να ενισχύσει έτσι τις δυνάμεις του στα ελληνοτουρκικά σύνορα σε Θεσσαλία και, Ήπειρο. Στην κίνηση αυτή της Τουρκίας η Ελλάδα δεν υστέρησε. Συγκέντρωσε τα δικά της στρατεύματα στις περιοχές αυτές και ένας πυρετός πολεμικής προετοιμασίας είχε καταλάβει ολόκληρη τη χώρα.
Η Λάρισα λόγω θέσεως και γειτονίας με τα σύνορα, υπήρξε ο τόπος συγκεντρώσεως μεγάλων δυνάμεων και η έδρα του ελληνικού στρατηγείου. Χιλιάδες στρατιώτες, επίτακτοι και άτακτοι, με τους αξιωματικούς τους, έφθασαν στην πόλη και κατέλυσαν στους στρατώνες της, μέχρις ότου να προωθηθούν στο μέτωπο. Τέλος στις 17 Μαρτίου[2] του 1897 έφθασε στη Λάρισα και ο διάδοχος Κωνσταντίνος, ως αρχιστράτηγος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, συνοδευόμενος από το επιτελείο του και εγκατέστησε το στρατηγείο του στα ανάκτορα. Από εκεί, παρακολουθούσε τις κινήσεις του εχθρού και ανέμενε με τους συμβούλους του τη σπίθα, η οποία θα τροφοδοτούσε τα πυρά του πολέμου. Έτσι η Λάρισα, 222 χρόνια μετά τον τουρκοβενετικό πόλεμο της Κρήτης [1668-69], όταν ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Δ’ μετέφερε προσωρινά την έδρα του στην πόλη του Πηνειού για να βρίσκεται πλησιέστερα στο πεδίο της μάχης που δινόταν στην Κρήτη, ξαναγίνεται και πάλι το επίκεντρο μιας επικείμενης πολεμικής σύρραξης, με τα τουρκικά στρατεύματα να πρωτοστατούν.
Τα γεγονότα του Μαρτίου του 1897 εκατέρωθεν της ελληνοτουρκικής μεθορίου, δημιούργησαν μιαν ατμόσφαιρα η οποία προοιώνιζε ότι στα θεσσαλικά σύνορα θα συνέβαιναν πολύ σύντομα σοβαρά πολεμικά γεγονότα, παρά το γεγονός ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις το αντεύχονταν. Αυτός ήταν και ο λόγος που όλα τα μεγάλα και έγκυρα ξένα μέσα ενημέρωσης (εφημερίδες και περιοδικά), φρόντισαν να αποστείλουν εγκαίρως πολεμικούς ανταποκριτές στην ελληνοτουρκική μεθόριο, ώστε να βιώσουν από κοντά τα γεγονότα και να κρατήσουν ενήμερους τους αναγνώστες τους. Ορισμένα έντυπα είχαν στείλει απεσταλμένους και στα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, ενώ άλλα αρκούνταν σε έναν ανταποκριτή ο οποίος μετακινιόταν με ειδική άδεια και σχετική άνεση και στις δύο ετοιμοπόλεμες παρατάξεις. Όλοι αυτοί μετέδιδαν με τον τηλέγραφο καθημερινά κάθε λεπτομέρεια, αρχικά από τις προετοιμασίες των εμπόλεμων στρατευμάτων και έπειτα, όταν πλέον η πολεμική σύρραξη είχε ξεκινήσει, από τα πεδία των μαχών. Και επειδή από το 1850 περίπου και μετά η ειδησεογραφία στα ξένα έντυπα είχε γίνει εικονογραφημένη, οι δημοσιογράφοι συνοδεύονταν συνήθως και από έναν ή και περισσότερους εικαστικούς καλλιτέχνες, οι οποίοι αποτύπωναν στη φωτογραφική πλάκα ή σχεδίαζαν με το μολύβι στιγμιότυπα των γεγονότων τα οποία ζούσαν καθημερινά, είτε κατά την ώρα της μάχης, είτε στην ανάπαυλα. Έτσι τα γεγονότα μεταδίδονταν στα μέσα ενημέρωσης εμπλουτισμένα με σχέδια και φωτογραφίες και η περιγραφή με αυτό τον τρόπο γινόταν πιο πλήρης.
Στα τέλη Μαρτίου του 1897 μερικές δεκάδες απεσταλμένοι του ευρωπαϊκού τύπου εύρισκαν κατάλυμα στη Λάρισα και περιόδευαν στην ελληνοτουρκική μεθόριο, προσπαθώντας να αφουγκρασθούν και να μαντεύσουν τις εκατέρωθεν κινήσεις, να ανιχνεύσουν το φρόνημα του ελληνικού στρατού και να ζήσουν από κοντά τον πυρετό της πολεμικής προετοιμασίας. Μερικοί από τους πολεμικούς απεσταλμένους έγιναν αργότερα ευρύτερα γνωστοί , επειδή μετά το τέλος των πολεμικών συγκρούσεων, κατέγραψαν τις εντυπώσεις και τις εμπειρίες τους από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο σε αυτοτελείς εκδόσεις, οι οποίες έχουν μείνει ως αυθεντικές και συγκλονιστικές μαρτυρίες της επώδυνης για την Ελλάδα σύρραξης του 1897. Θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε ορισμένους από αυτούς τους απεσταλμένους με τους συνεργάτες τους :
--Ο Βρετανός KinnairdRose, δικηγόρος και έφεδρος λοχαγός, ήταν απεσταλμένος του διάσημου πρακτορείου Reuter. Με την επιστροφή του στο Λονδίνο [1897], δημοσίευσε τις εντυπώσεις του από τον πόλεμο σε βιβλίο με τον τίτλο «With the Greeks in Thessaly», διανθισμένο με εικονογραφήσεις και χάρτες του W. Maud. Το βιβλίο αυτό μεταφράσθηκε τότε στην ελληνική γλώσσα και δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στον Τύπο της εποχής. Το 1997 το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο Λάρισας, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τον «άτυχο», όπως καθιερώθηκε να ονομάζεται πλέον ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, κυκλοφόρησε σε καλαίσθητη έκδοση το βιβλίο αυτό του K. Rose, μεταφρασμένο από τον Αναστάσιο Δαρβέρη. Την ίδια περίοδο η «Εκδοτική Κούριερ» στην Αθήνα κυκλοφόρησε το ίδιο βιβλίο σε μετάφραση Ιωσήφ Κασσεσιάν, με αρκετές προσθήκες και σημειώσεις.
--Ο Γάλλος Henri Turot, ήλθε στην Ελλάδα στις αρχές του 1897 ως πολεμικός ανταποκριτής της εβδομαδιαίας εφημερίδος των Παρισίων Le Monde Illustre και του γαλλικού περιοδικού Le Tourdu Monde, το οποίο κυκλοφορούσε κάθε εξάμηνο. Στην έκδοση του Ιανουαρίου 1898 του περιοδικού αυτού, δημοσίευσε ολοκληρωμένες τις εντυπώσεις του από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο και το ίδιο έτος εκδόθηκαν σε αυτοτελή τόμο από τις εκδόσεις “Hachette”, με τον τίτλο «L’ insurrectioncretoiseetlaguerregreco-turque». Tο 1991 ο εκδοτικός οίκος «Ειρμός», κυκλοφόρησε στα ελληνικά το βιβλίο αυτό του H. Turot, σε μετάφραση Λοΐσκας Αβαγιαννού. Στην εμπόλεμη περιοχή μαζί με τον συγγραφέα ήταν και ο ανταποκριτής στην Ελλάδα της Le Monde Illustre Ευστάθιος Αναστασιάδης. Και οι δύο, γνώστες της φωτογραφικής τέχνης της εποχής, κατέγραφαν στιγμιότυπα, πολεμικά και μη, τα οποία σπουδαίοι καλλιτέχνες της γαλλικής εφημερίδας, όπως οι Bombled, Louis Tinayre, Gerardin, Moulignie, Brun, Boudier, κλπ., με πρότυπο τις φωτογραφίες, μετέτρεπαν τις απεικονίσεις σε σχέδια υψηλής πιστότητας, τα οποία και δημοσιεύονταν[3]. Απεσταλμένος της ίδιας εφημερίδας από την πλευρά του τουρκικού στρατού ήταν ο θεσσαλονικιός φωτογράφος PaulZepdji. Αυτός παρακολουθούσε τη νικηφόρα πορεία του τουρκικού στρατού από κοντά και μετέδιδε τα γεγονότα όπως τα έβλεπαν από το αντίπαλο πολεμικό στρατόπεδο.
-- Ο Clive Bigham είχε φθάσει στη Λάρισα ως ανταποκριτής της εφημερίδαςTimes του Λονδίνου για να παρακολουθήσει τον πόλεμο συνοδεύοντας από κοντά τα τουρκικά στρατεύματα. Ακολούθησε το παράδειγμα του Kinnaird Rose, αυτός όμως από την αντίθετη εμπόλεμη πλευρά, γι’ αυτό και το βιβλίο που κυκλοφόρησε με την επιστροφή του στο Λονδίνο μετά το τέλος του πολέμου, έχει παραπλήσιο τίτλο «With the Turkish Army in Thessaly».
(Συνεχίζεται)
-------------------------------------------
[1]. Παπασταύρου Αμαλία, Ημερολόγιον του πολέμου ανευρεθέν εν Λαρίσση από 1-14 Απριλίου 1897, Εν Αλεξανδρεία (1897) σελ. 35.
[2]. Οι ημερομηνίες αναγράφονται με το παλαιό ημερολόγιο που επικρατούσε τότε στη χώρα μας.
[3]. Η εκτύπωση φωτογραφιών σε χαρτί την περίοδο εκείνη ήταν τεχνικά δύσκολη και τα αποτελέσματά της αισθητικά υποβαθμισμένα, γι’ αυτό και προτιμούσαν την μετατροπή τους σε χαρακτικά.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com