Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέα
ΓΕΝΙΚΑ – ΑΠΟ ΤΗ ΜΗΤΡΙΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ: Η Πανδώρα (παν+δώρα) είναι αρχετυπική μορφή γυναίκας στην ελληνική Μυθολογία. Αναφέρεται ως η πρώτη θνητή γυναίκα, αιτία όλων των δεινών κατά τον Ησίοδο και αντίστοιχη της βιβλικής Εύας. Ο μύθος της Πανδώρας, που δικαιολογεί όλα τα ανθρώπινα πάθη και παθήματα, έχει παγκόσμια αναγνωρισιμότητα. Συγκεκριμένα, από ανοησία, περιέργεια ή σκόπιμα, η Πανδώρα, σύμφωνα με το μύθο, αποδέσμευσε σκορπίζοντας επί δικαίων και αδίκων όλα τα δεινά και τις ασθένειες που ήταν κρυμμένες σε ένα πιθάρι. Η αρνητική στάση του Ησιόδου και ο μισογυνισμός που εκδηλώνεται στα σχετικά κείμενά του, όπως και σε άλλα κείμενα αρχαίων συγγραφέων, αποδίδεται από ορισμένους ερευνητές όχι τόσο στο μύθο της Πανδώρας, αυτό καθ΄αυτό, αλλά σε κατάλοιπα της μεταβατικής εποχής, από τη μητριαρχία των προϊστορικών χρόνων στην πατριαρχία της Αρχαιότητας.
ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΠΑΝΔΩΡΑ: Οι επωνυμίες Πανδώρα αλλά και Ανησιδώρα (αυτή που φέρνει δώρα) αναφέρονται και στη θεά της γονιμότητας της Γης, Δήμητρα, που λατρευόταν ως «πανδώρα», αφού από αυτή τρεφόταν η ανθρωπότητα. Όμως οι επωνυμίες αυτές της θεάς δεν έχουν καμία σχέση με το κύριο όνομα Πανδώρα, δηλαδή το μυθολογικό μας πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Ησίοδο το όνομά της σήμαινε εκείνη που είναι προικισμένη με όλα τα δώρα από τους θεούς, εκείνη που έχει όλα τα χαρίσματα. Αργότερα θεωρήθηκε ότι ήταν και εκείνη από την οποία εκπορεύονταν όλα τα δώρα προς τους ανθρώπους, καλά και κακά, αντιπαραβαλλόμενη με τις Μοίρες.
Ο ΗΣΙΟΔΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ: Σύμφωνα με τα ησιόδεια έργα, “Θεογονία” και “Έργα και Ημέραι” [περίπου 750 π.Χ.] η Πανδώρα πλάστηκε από χώμα από τον Ήφαιστο μετά από παραγγελία του Δία. Η Αθηνά και ο Ερμής της ενεφύσησαν ζωή, ενώ οι υπόλοιποι ολύμπιοι θεοί της προσέφεραν όλα τα χαρίσματα και τις ικανότητες, και μαζί μια ακαταμάχητη γοητεία. Πάντως ο επικός συγγραφέας τονίζει πως η Πανδώρα ήταν το χειρότερο δώρο που μπορούσαν να κάνουν οι θεοί στον άνθρωπο. Στη Θεογονία [στίχοι 570-600], υπάρχει περιγραφή της Πανδώρας. Λέει ότι το δώρο των θεών έλαμπε από τη μεγάλη της ομορφιά, ώστε την θαύμασαν ακόμα και οι θεοί. Τόσο όμορφη ήταν, που δεν μπορούσε να της αντισταθεί κανένας θνητός, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχαν γυναίκες παρά μόνον άνδρες. Και συνεχίζει ο Ησίοδος: “Από αυτήν κατάγονται όλες οι γυναίκες και το θηλυκό γένος. Από αυτήν προήλθε το καταστροφικό γένος των γυναικών [τῆς γὰρ ὀλώιόν ἐστι γένος γυναικῶν!] που ζει μεταξύ των θνητών ανδρών για να τους βασανίζει, σύντροφος μόνο στα πλούτη και ποτέ στη μισητή φτώχεια. Ο Δίας έπλασε τις γυναίκες για να βλάψει τον θνητό άνδρα”. Από τότε, κατά τον Ησίοδο, αν ο άνδρας δεν παντρευόταν για να αποφύγει τις πικρίες του γάμου, γερνούσε και πλησίαζε το θάνατο χωρίς να έχει κανέναν να τον φροντίσει. Οπότε, όταν ο άντρας επέλεγε να παντρευτεί και να πάρει καλή γυναίκα που να συμφωνεί μαζί του, τότε το κακό συνεχώς αντιπάλευε το καλό. Άλλωστε, συνεχίζει ο Ησίοδος: “μπορεί να τύχει να κάνει κακά παιδιά, και τότε ζει για πάντα με θλίψη στην καρδιά και αυτό το κακό δεν μπορει να θεραπευτεί ποτέ. Ετσι δεν μπορείς να εξαπατήσεις το Δια ή να παραβείς το θέλημά του.” Συνεπώς, για τον ποιητή, ο άνθρωπος δεν έχει σωτηρία, ούτε με τον γάμο ούτε χωρίς αυτόν! Στο “Έργα και Ημέραι” ο Ησίοδος αναφέρεται ξανά στην Πανδώρα, λέγοντας επιπλέον, διεξοδικά πώς ακριβώς τιμώρησε ο Δίας το ανθρώπινο είδος μέσω της Πανδώρας. Γράφει λοιπόν ο Ησίοδος: “Οταν ο Δίας κατάλαβε τι είχε κάνει ο Προμηθέας, του είπε: Χαίρεσαι που με γέλασες, αλλά θα βρει μεγάλο κακό εσένα και όλους τους ανθρώπους και αυτό θα είναι το τίμημα για τη φωτιά που τους έδωσες. Θα είναι αυτό (το κακό) κάτι που οι άνθρωποι θα χαρούν με την καρδιά τους ενώ θα αγκαλιάζουν την καταστροφή τους!” Και έπειτα έβαλε τον Ήφαιστο να πλάσει από λάσπη ένα πλάσμα που να μοιάζει σε αθάνατη θεά, αλλά να έχει τη φωνή και τη δύναμη ανθρώπου. Η Αθηνά της έμαθε να υφαίνει και η Αφροδίτη την έκανε ποθητή, ενώ ο Δίας, όπως αναφέρει ο Ησίοδος, έβαλε τον Ερμή να της δώσει ξεδιάντροπο μυαλό και πανούργα φύση και να της διδάξει τα ψέματα. Της δόθηκαν σαν δώρα επίσης τα χαρίσματα της Πειθούς και των Χαρίτων και ο Ερμής της έδωσε και ομιλία. Στο τέλος, λέει ο Ησίοδος, την ονόμασαν Πανδώρα [αυτό σήμερα φαίνεται μία κατ΄ευφημισμόν ονοματοδοσία], επειδή κάθε θεός της έδωσε μεν από ένα δώρο, αλλά ήταν βαρύ το χτύπημα σε τελική ανάλυση για τους θνητούς.
ΣΥΖΥΓΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΗΘΕΑ: Ύστερα ο Δίας είπε στον Ερμή να παραδώσει την Πανδώρα ως δώρο στον Επιμηθέα, τον αδελφό του Προμηθέα. Ο Προμηθέας προσπάθησε να προλάβει την καταστροφή λέγοντας στον αδελφό του: “μη δεχτείς ποτέ δώρο από τον Δία. Στείλε τούτο το δώρο πίσω επειδή μπορεί να αποδειχθεί βλαβερό για τους ανθρώπους!”. Αυτός δεν υπολόγισε τη συμβουλή του αδελφού του και αποδέχτηκε την Πανδώρα. Κατάλαβε το λάθος του όταν πια έγινε το κακό. Γιατί μέχρι τότε οι άνθρωποι που ζούσαν στη γη ήταν μακριά από κάθε λογής κακό και πόνο και νόσο, που “μέσα σε αυτές οι άνθρωποι γερνούν γρήγορα. Η γυναίκα όμως έβγαλε το μεγάλο πώμα από το πιθάρι και σκόρπισε όλα αυτά τα κακά φέρνοντας τη θλίψη στους ανθρώπους.” Μόνο η Ελπίδα έμεινε μέσα στο άθραυστο μεγάλο πιθάρι που έφερε “προίκα” από τον Όλυμπο η Πανδώρα. Η ελπίδα δεν πέταξε έξω «γιατί την κράτησε εκεί το πώμα με τη θέληση του Δία”. Έτσι γέμισε η πλάση αρρώστιες και δυστυχία που έπλητταν στο εξής μέρα νύχτα τους θνητούς σιωπηρά, γιατί “ο Δίας τους είχε πάρει σοφά τη λαλιά». Καθώς όλες οι δυστυχίες πλησίαζαν βουβά, ύπουλα δηλαδή, κανείς δεν μπορούσε να φυλαχτεί “και να γλιτώσει από το θέλημα του Δία”!
Η ΕΛΠΙΔΑ: Το θέμα της ελπίδας έχουν εξετάσει πολλοί σύγχρονοι ερευνητές. Όμως, δεν θεωρούν σαφές ότι η ελπίδα ήταν όπλο ή μειονέκτημα. Άλλωστε, η ελπίδα αναστέλλει την κινητοποίηση και οδηγεί ίσως στην υποχώρηση, την αγωνιστική περιχαράκωση και την ηττοπάθεια. Ακόμη, δεν μπορούν να εξηγηθούν με βεβαιότητα οι προθέσεις του πατέρα των θεών. Διότι, αν ο Δίας ήθελε πραγματικά το κακό των ανθρώπων, γιατί φρόντισε στο πιθάρι με τα τόσα δεινά να υπάρχει και η Ελπίδα; Αυτό δειχνει ευσπλαχνία, ενώ όμως, αντιθέτως, ο Ησίοδος τον παρουσιάζει έξαλλο με τον Προμηθέα και την ανθρωπότητα.
ΤΟ “ΚΟΥΤΙ”: Γιατί όμως το πιθάρι [πίθος] της Πανδώρας έγινε κουτί ακόμη και στην ελληνική εκδοχή; Η αιτία είναι η επανεισαγωγή της αρχαίας γραμματείας από το εξωτερικό και η καθιέρωση της λέξης «κουτί» στις άλλες γλώσσες, πριν οι ίδιοι οι [νεο]Έλληνες προλάβουν να ασχοληθούν με το πρωτότυπο αρχαίο κείμενό τους. Έτσι, όταν ο Έρασμος μετέφρασε το έργο στα λατινικά και απέδωσε τον πίθο του Ησίοδου ως pyxis, που σημαίνει κυτίο ή κουτί, πέρασε έτσι και στην ελληνική νεοελληνική αποδοση. Η λέξη πυξίς υπήρχε βεβαίως και στα αρχαία ελληνικά και έμοιαζε περισσότερο με μικρό κατσαρολάκι, όπου μέσα σε αυτό έβαζαν τα κοσμήματά τους. Κι ενώ ο Ησίοδος αναφέρει τη λέξη «πίθος», από τη μετάφραση του ΄Ερασμου ανατυπώθηκαν βιβλία με έργα του Ησιόδου στα αγγλικά, γερμανικά και γαλλικά, που όλα τους απέδιδαν τη λατινική λέξη pyxis στη γλώσσα τους ως box, boîte κ.λπ.
Από αυτό τον μύθο είναι γνωστή μέχρι σήμερα η φράση «Κουτί της Πανδώρας» που τη χρησιμοποιούμε όταν κάποιος κάνει μια φαινομενικά ασήμαντη πράξη που μπορεί να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες.
Konsatntinosa.oikonomu@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon