Ο ήλιος που στόλισε και χθες έναν καταγάλανο φθινοπωρινό ουρανό, είναι ένας ήλιος – ψεύτης. Μα εμένα δεν με ξεγελά... Ο χειμώνας είναι μπροστά μας και προβλέπεται βαρύς. Δεν εννοώ μετεωρολογικά- αυτό ποιος να το ξέρει; Εκείνο που ξέρω είναι πως διαφωνήσαμε στην πολυκατοικία για το πετρέλαιο και πλέον ο σώζων εαυτόν... σωθήτω... Ή μάλλον... θερμανθήτω.
Τους καταλαβαίνω τους ανθρώπους. Έκτη χρονιά κρίσης και τα αποτελέσματα, η πραγματική οικονομική δυσπραγία –για μερικούς και φτώχεια- φαίνονται ακριβώς τώρα που οι οικονομίες εξαντλήθηκαν και ο κόσμος σωρεύει πια μόνο χρέη.
Η συνέλευση των ενοίκων έγινε στο πόδι και τελικά διαλύθηκε πολύ γρήγορα λόγω διαφωνιών. Όλοι, αμετακίνητοι, έλεγαν πως θα κοιτάξουν να τη βγάλουν φέτος πιο φτηνά. Άλλος με αιρκοντίσιον, άλλος με σόμπες ή ηλεκτρικά σώματα. Μα εγώ το ξέρω, το υποψιάζομαι πως σαν κλείσουν οι πόρτες, πολλά από τα διαμερίσματα θα μείνουν τελείως ψυχρά. Άντε το πολύ να θερμάνουν κανένα δωμάτιο. Και να κλειστούν όλοι εκεί μέσα, σαν τότε που ήμασταν μικρά παιδιά με σόμπες πετρελαίου. Που περιμέναμε πώς και πώς τίποτε Χριστούγεννα ή τη γιορτή του μπαμπά, για να ανάψει υποχρεωτικώς και η δεύτερη σόμπα από το πρωί, να ζεσταθεί όλο το σπίτι και να μην γίνουμε ρεζίλι στον κόσμο... Που τα βράδια κοιμόμασταν σε παγωμένα παιδικά δωμάτια, σκεπασμένοι με βελέντζες και με τα δόντια να κροταλίζουν κάναμε όνειρά για το καλοκαίρι που θα ξαναρχόταν. Ααα, κύκλους που κάνει η ζωή.
* * *
Για την ώρα ο Νοέμβρης αντιστέκεται. Με το αιρ κοντίσιον τα βράδια κάπως «σπάει» το κρύο. Μαζεύομαι σε έναν καναπέ, ξεχνιέμαι διαβάζοντας. Προχτές έπεσε στα χέρια μου ένα κείμενο για την εκστρατεία του Ναπολέοντα στη Ρωσία... Πνίγηκε στη λάσπη ο Μέγας στρατηλάτης, δεν μπόρεσε να νικήσει τα χιόνια και τον παγωμένο ρούσικο χειμώνα.
Αν κάτσεις και το σκεφτείς, η ιστορία της ανθρωπότητας δεν γράφτηκε μόνο με πολύ αίμα. Γράφτηκε και με πολύ κρύο. Είχα πρωτοκάνει τη σκέψη αυτή μια παγωμένη μέρα του Ιανουαρίου στο Λονδίνο. Την ημέρα εκείνη είχα τη -μάλλον ατυχή- έμπνευση να επισκεφθώ τον διάσημο «Πύργο του Λονδίνου». Τον περιηγήθηκα μαζί με ένα γκρουπ χαρούμενων και φωνακλάδων Αμερικάνων τουριστών με ροδαλά πρόσωπα που σου έδιναν την εικόνα καλοταϊσμένων ταύρων. Κόλλησα με τρόπο κοντά τους, γιατί διέθεταν ξεναγό. Εκεί, λοιπόν, στα μεσαιωνικά ανάκτορα των Βρετανών γαλαζοαίματων, ξεναγούμενος κάτω από δύσκολες συνθήκες και προσπαθώντας να απαγκιάσω στις γωνίες βασιλικών δωματίων που έμπαζαν από παντού, βρέθηκα στην κρεβατοκάμαρα του Εδουάρδου του 1ου, αυτού του θηριώδη και επιβλητικού Άγγλου βασιλιά του 13ου αιώνα, που πέρασε τη ζωή του πολεμώντας «για τη δόξα του βασιλείου» για την οποία δεν δίστασε να ανατρέψει ακόμη και τον βασιλιά - πατέρα του. Στο δωμάτιο εκείνο υπήρχε ένα τζάκι, ίσως το μεγαλύτερο που είχα δει ποτέ ως τότε, με εστία που είχε ύψος ίσαμε το μπόι ενός ενήλικα ανθρώπου! Άκουγα την ιστορία του βασιλιά από τον ξεναγό με περισσή δυσκολία, γιατί κρύωνα πολύ.
Έξω χιόνιζε και μόνο τα κοράκια του Πύργου τολμούσαν να περπατούν στο χιόνι αναζητώντας τροφή. Μα η δική μου ματιά είχε κολλήσει στο τζάκι. Όσο μεγάλο κι αν ήταν, αποκλείεται να ζέσταινε επαρκώς αυτό το πετρόχτιστο δωμάτιο, από το οποίο απουσίαζε κάθε είδους μόνωση. Σίγουρα ο –κατά τα άλλα- ανίκητος Εδουάρδος θα πρέπει να κρύωνε πολύ. Κατά πόσο η φαινομενικά ασήμαντη και ιστορικά αμελητέα αυτή λεπτομέρεια επηρέασε άραγε τη ζωή του; Τις κινήσεις του; Τις αποφάσεις του, που ασφαλώς είχαν την αντανάκλασή τους σε εκατομμύρια υπηκόων του; Για παράδειγμα ξέρω έναν τύπο, ο οποίος χρωστά τη ζωή του στο... κρύο. Μια κρύα χειμωνιάτικη Κυριακή, προτίμησε να μείνει κουλουριασμένος στο κρεβάτι. Ανέβαλε έτσι το ραντεβού του που είχε με δυο φίλους του να πάνε για κυνήγι σε κάτι βουνά στα Γρεβενά. Οι φίλοι δεν γύρισαν ποτέ, το αυτοκίνητό τους ανατράπηκε σε μια χαράδρα. Λόγω «ολισθηρότητας του οδοστρώματος» σύμφωνα με το αστυνομικό δελτίο... Με την ίδια λογική, θα ήταν π.χ. πολύ ανθρώπινο ο Εδουάρδος ο 1ος να ξύπνησε ένα πρωί και να ανέβαλε, ας πούμε, μια συνάντηση με τους συμβούλους του για τη λήψη μιας σημαντικής πολεμικής απόφασης, επειδή απλώς κρύωνε, βαρέθηκε να πάει για... «δουλειά» κι έμεινε κουλουριασμένος στα βασιλικά κλινοσκεπάσματά του, καμωμένα από φτερά χήνας. Και την επομένη να άλλαξε γνώμη και να ματαίωσε τα σχέδιά του.
* * *
Άφησα στην άκρη τους Εδουάρδους και τους Ναπολέοντες και προσγειώθηκα ξανά στο δικό μου δωμάτιο. Μου φάνηκε ακόμη πιο θλιβερό έτσι όπως είχα από παντού κλεισμένες πόρτες που το απομόνωναν από το υπόλοιπο σπίτι, ώστε να μην χάνεται η ζέστη.
- Τι να σου πω βρε παιδάκι μου, έλεγε πάντα μια φιλοσοφημένη γιαγιά που είχαμε. Όσο τα χρόνια περνούν, τόσο πιο πολύ θέλω τα καλοκαίρια. Τα καλοκαίρια είναι για τη φτωχολογιά. Αυτόν τον παλιοχειμώνα δεν τον θέλω πια με τίποτε...
Είναι η νομοτέλεια της ζωής. Ο χειμώνας θέλει νιάτα. Θέλει να βράζει το αίμα. Το κρύο, οι βροχές και τα χιόνια να περνούν από πάνω σου και να μην σ’ αγγίζουν. Τα γηρατειά τα καθαγιάζει το καλοκαίρι. Πέφτει ο ήλιος λυτρωτικός στα κουρασμένα κορμιά των ανθρώπων και τότε δεν είναι η σάρκα και οι αρθρώσεις, μα η ίδια η ψυχή που ζεσταίνεται και στέλνει προσευχή στον ουρανό...
Ο χειμώνας πλησιάζει... Δεν μας ξεγελά, όσο κι αν μασκαρεύεται πίσω από τις λιακάδες του Νοεμβρίου. «Τον χειμώνα τούτο, άμα τον πηδήσαμε, γι’ άλλα δέκα χρόνια καθαρίσαμε» φωνάζει στο ραδιόφωνο ο Σαββόπουλος. Αναρωτιέμαι πόσους χειμώνες πρέπει να «πηδήσουμε» ακόμη. Και χαμογελώ. Κουράγιο...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr