Από τον Ηλία Κανέλλη
Η επίσκεψη του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ στην Αθήνα συζητήθηκε πολύ. Πολιτικά, μάλλον τον ίδιο ευνοούσε (μαζεύει ψήφους ενόψει των εκλογών του 2017 στη Γαλλία, και στη συγκεκριμένη περίπτωση διεκδικεί τις ψήφους του ΚΚ Γαλλίας), παρά τη στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία, ούτως ή άλλως, προσπαθεί να βγάλει το πρόγραμμα περικοπών και μεταρρυθμίσεων με όσο το δυνατόν λιγότερους κοινωνικούς τριγμούς ώστε να εξασφαλίσει την ευνοϊκή αξιολόγηση της τρόικας και, άρα, τα δύο δισ. ευρώ της πρώτης υποδόσης. Η κυβέρνηση συμπεριφέρεται όπως και οι άλλες μνημονιακές κυβερνήσεις: βάζει φόρους και τέλη, ψάχνει τι και πόσο θα πουλήσει και προσπαθεί να θίξει όσο το δυνατόν λιγότερο τους ψηφοφόρους της, που κυρίως είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Από σήμερα, θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει και τις πρώτες οργανωμένες κινητοποιήσεις εναντίον της πολιτικής της, στην αρχή από τους φαρμακοποιούς και τους αγρότες.
Στο περιθώριο της επίσκεψης, ωστόσο, συζητήθηκαν κι ορισμένες στυλιστικές εκκεντρικότητες του Έλληνα πρωθυπουργού και των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου του. Η μία αφορούσε στη στάση του πρωθυπουργού την ώρα της ανάκρουσης του γαλλικού εθνικού ύμνου. Η άλλη, την επιμονή του κ. Τσίπρα και πολλών μελών του υπουργικού συμβουλίου να μη φορούν γραβάτα, ακόμα και στις επίσημες τελετές, ακόμα και όταν δεξιώνονται υψηλούς προσκεκλημένους.
***
Ο Αλέξης Τσίπρας, ως Έλληνας αριστερός, πιστεύει ότι η γραβάτα είναι αστικό ένδυμα, ένδειξη κομφορμισμού ή υποταγής σε τύπους που δεν ταιριάζουν στο προλεταριάτο. Γι’ αυτό και αρνείται να τη φορέσει. Ήταν από την αρχή ένα στοίχημα γι’ αυτόν. Πήγε στον κόσμο με τα τζινάκια του και με το νεανικό του σουλούπι, κι αυτό είναι βέβαιο ότι τον έκανε να δείχνει «ένας από μας». Καθημερινός, απλός και, επιπλέον, ανυπότακτος.
Όταν, πρωθυπουργός πια, επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον Ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι, εκείνος του έκανε δώρο για γραβάτα. Ο κ. Τσίπρας την πήρε, αλλά δεν τη φόρεσε ποτέ. Χωρίς γραβάτα πήγε και στην Αμερική, χωρίς γραβάτα φωτογραφήθηκε πλάι στον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Χωρίς γραβάτα υποδέχτηκε τις προάλλες και τον Γάλλο πρόεδρο Ολάντ, μάλιστα στην επίσημη δεξίωση της Προεδρίας της δημοκρατίας σχεδόν όλο το Υπουργικό Συμβούλιο κατέφθασε χωρίς γραβάτα (ορισμένοι, όπως ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης ή ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης και χωρίς ένα αξιοπρεπές πουκάμισο ή σακάκι). Στη δεξίωση, μάλιστα, διαπιστώσαμε το οξύμωρο, να σερβίρουν άψογα ντυμένοι σερβιτόροι, με παπιγιόν, υπουργούς που ήταν ντυμένοι σα λέτσοι (για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση απολύτως ακριβή, που χρησιμοποιούμε όλοι όταν θέλουμε να προσδιορίσουμε τους κακοντυμένους σε μια γιορτή ή σε μια τελετή).
Η εικόνα είναι πολλαπλά αστεία, αν σκεφτεί κανείς ότι έχουν αλλάξει πολλά κι ότι η γραβάτα είναι ένα χωρίς σημασία σύμβολο. Ο έλληνας πρωθυπουργός και το κόμμα του, ο ΣΥΡΙΖΑ, ξεκίνησαν σαν κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που ορκίζονταν ότι θα αλλάξουν την Ευρώπη. Επί χρόνια, ηθικολογούσαν υβρίζοντας ως μνημονιακούς και γερμανοτσολιάδες τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Μερικούς μήνες πριν, ο πρωθυπουργός υποσχόταν ότι εκείνος θα παίζει τα όργανα και οι αγορές θα χορεύουν πεντοζάλη, ότι θα σκίσει το μνημόνιο, ότι θα καλύψει τις απώλειες σε μισθούς των εργαζομένων με έναν νόμο κι ένα άρθρο, ότι θα καταργήσει όλους τους άδικους φόρους όπως ο ΕΝΦΙΑ, ότι εκείνος και οι σύντροφοί του ήταν ηθικά άσπιλοι ενώ οι αντίπαλοί τους υποταγμένοι και διαπλεκόμενοι. Όλα αυτά κατέρρευσαν μέσα σε μερικές ώρες, όταν ο πρωθυπουργός, ο οποίος μόλις λίγο πριν είχε κερδίσει ένα δημοψήφισμα που τον προέτρεπε να τα βροντήξει όλα, εκείνος συνομολόγησε μνημόνιο και μεθόδευσε να επανεκλεγεί για να το εφαρμόσει.
Κατά συνέπεια, η άρνηση του κ. Τσίπρα και πολλών συντρόφων του να φορέσουν γραβάτα στην πραγματικότητα είναι η επιμονή τους να ανεμίζουν ένα σύμβολο χωρίς σημασία. Αν η γραβάτα είναι απόδειξη του ασυμβίβαστου που υποτίθεται εκπροσωπούσε η Αριστερα, σήμερα είναι ένδειξη των συμβιβασμών τους – με τους πιστωτές, με την τρόικα, αλλά και με την Εκκλησία ή με κύκλους του εθνικισμού (όπως πολλοί κυβερνητικοί εταίροι, εκ μέρους των Ανεξαρτητων Ελλήνων).
Έχοντας παραδοθεί εξ ολοκλήρου στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση επιμένει να υπερασπίζεται το στυλιστικό της εφεύρημα: την άρνηση της γραβάτας. Ένα πουκάμισο αδειανό.
***
Εκτός εάν η άρνηση των κυβερνητικών στελεχών να φορέσουν γραβάτα δεν συμβολίζει τον δήθεν ανυπότακτο χαρακτήρα τους αλλά την έλλειψη στοιχειώδους τακτ. Κατ’ αυτή την ερμηνεία, αυτό που είναι κυρίαρχο στα κυβερνητικά στελέχη είναι η κουλτούρα της αγένειας.
Τι είναι αυτή η κουλτούρα; Κατά την πολιτική επιστήμονα Χαριτίνη Καρακωστάκη, «η κουλτούρα της αγένειας δεν είναι καθαυτή κακή. Ευνοεί όμως τις εκρήξεις, τις φορμαλιστικές αντιπαραθέσεις και τις ανταγωνιστικές επιδείξεις υπέρμετρων εγώ. Αντίθετα, η αναγνώριση του Άλλου και η προσοχή στις ανάγκες του, που αυτόματα προκύπτουν από τη μηχανική χρήση ξερών τύπων ευγένειας, καθρεφτίζουν μία προδιάθεση συναίνεσης, απαραίτητη για την αστική συμβίωση» (εφημ. «Τα Νέα», 11/3/2013).
Αλλά θέλουν, όντως, την τυπική αστική συμβίωση οι κυβερνώντες; Ή προτιμούν την απομόνωση και τη χωριατιά, αυτό που γνωρίζουν καλά, αυτό που τους κάνει όμοιους με την περιρρέουσα αποδοχή από μεγάλα πλήθη της αγένειας στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Εκτός της χώρας, βεβαίως, η αγένεια θεωρείται αγένεια – αλλά ποιος ασχολείται με την εικόνα που έχουν οι ξένοι για μας; Στο κάτω κάτω, εμείς εδώ δεν είμαστε το κέντρο του κόσμου;