Όταν, μία ακόμη έρευνα που έχει ως θέμα τη διαφθορά στην Ελλάδα, αναδεικνύει στην πρώτη θέση τους βουλευτές, τι πρέπει πραγματικά να σκεφτεί κανείς; Και πώς να το αντιμετωπίσει; Γιατί, ανεξάρτητα από το «αν» είναι όντως πρώτοι στο συγκεκριμένο... σπορ οι βουλευτές, το γεγονός ότι οι πολίτες πιστεύουν πως συμβαίνει κάτι τέτοιο, είναι από μόνο του ένα ηχηρό και, φυσικά, όχι ευχάριστο μήνυμα για τους εθνοπατέρες, αλλά και γενικότερα. Γενικότερα σε ό,τι αφορά στο σύνολο της πολιτικής ζωής του τόπου, αλλά και του τόπου σκέτου, αφού η πολιτική είναι αυτή που εν πολλοίς καθορίζει την καθημερινότητα.
Πρώτη θέση, λοιπόν, για τους βουλευτές, οι οποίοι τοποθετούνται ακόμη και πάνω από τις Πολεοδομίες (συνήθως είναι... πρωταθλήτριες στη διαφθορά και όχι αδίκως), τις Εφορίες, τους γιατρούς, τους Δήμους, την Αστυνομία και τη Δικαιοσύνη.
Την περασμένη εβδομάδα είχαν δημοσιευτεί στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία δόθηκαν στο Δημόσιο 748 εκ. ευρώ σε μίζες! Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του ποσού;! Και τους λόγους για τους οποίους «διατέθηκαν» στη ζούλα αυτά τα λεφτά από τους πολίτες προς τους διάφορους «λειτουργούς» του Δημοσίου, είτε για να κάνουν πιο γρήγορα τη δουλειά, την οποία ούτως ή άλλως πληρώνονται να την κάνουν, είτε για να... παραβλέψουν τι δουλειά που θα ’πρεπε να κάνουν και να γίνουν οι δουλειές των πολιτών.
Και όλα αυτά με λεφτά που άλλαξαν χέρια κάτω από το τραπέζι, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας η οποία, πλέον, θεωρείται «συνήθης», να μην πω ότι έχει... νομιμοποιηθεί, λόγω της διάδοσής της. Διότι, τέλος πάντων, και η έννοια του «νομίμου» στην Ελλάδα είναι τελείως σχετική ή συνήθως τελείως άσχετη ως προς αυτό που πραγματικά ορίζει ο νόμος. Φανταστείτε δε, τώρα που υπάρχει τέτοια ανάγκη για την κάλυψη του δημόσιου ελλείμματος, αν τα χρήματα αυτά πήγαιναν, ας πούμε, να καλύψουν καμιά τρύπα του ελλείμματος, τι ξαλάφρωμα θα ήταν.
Σε κάθε περίπτωση, το να δοθεί ένα τέλος στο θέμα τού λαδώματος στην Ελλάδα είναι μια μεγάλη, πικρή και πολλές φορές τραγελαφική ιστορία. Η οποία ιστορία δεν ξέρουμε αν έχει αρχή, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να έχει τέλος. Γιατί, για να έχει τέλος, σημαίνει ότι χρειάζεται συνολική αλλαγή νοοτροπίας και λειτουργίας και εκ μέρους των «λαδωμένων» και συνεπώς του κράτους κυρίως και εκ μέρους εκείνων που «λαδώνουν». Και εδώ που τα λέμε τους έχει γίνει και συνήθεια. Θεωρούν ότι, αν δεν λαδώσουν, δεν θα γίνει η δουλειά τους. Οι... άλλοι, πάλι, θεωρούν ότι, αν δεν λαδωθούν, δεν θα την κάνουν τη δουλειά. Όχι όλοι, αλλά πάντως αρκετοί. Άλλωστε, επειδή ακριβώς είναι αρκετοί, κάθε φορά που γίνονται σχετικές έρευνες και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα αναδεικνύεται πρωταθλήτρια στο λάδωμα. Διότι «εμείς εδώ ξέρουμε από καλό λάδι».
Όμως άλλο αυτό, άλλο να αναδεικνύονται επικεφαλείς της διαφθοράς οι βουλευτές από τους πολίτες, με ένα ωραιότατο 70,7%. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον στην αντίληψη των πολιτών, αν όχι στην πραγματικότητα, η διαφθορά έχει φτάσει στο «κόκαλο». Στον πυρήνα λειτουργίας της ίδιας τής Δημοκρατίας, που είναι - ή τουλάχιστον έτσι υποτίθεται - ο Κοινοβουλευτισμός. Και φυσικά, μαζί με όλα τα λοιπά συμπτώματα που έχουν οδηγήσει στην απαξίωση της πολιτικής, αυτή η συγκεκριμένη πρωτιά άνετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η «χαριστική βολή».
Και επειδή «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα», κι αν ακόμη δεν είναι έτσι τα πράγματα, μόνο και μόνο που είναι διάχυτη η εντύπωση αυτή και φθάνει και περισσεύει και είναι πολύ δύσκολα αναστρέψιμη. Άλλωστε, η σύνδεση της πολιτικής με τη διαπλοκή οπωσδήποτε δεν παράσχει και τα καλύτερα εχέγγυα για τον πολιτικό βίο και την πολιτεία των πολιτικών. Η πολιτική όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα, κάλλιστα θα μπορούσε να ταυτιστεί με αυτό που είχε πει, για άλλους λόγους, ο Αμερικανός συγγραφέας Αμβρόσιος Πιρς: «Ένας διαγωνισμός συμφερόντων μεταμφιεσμένος σε διαγωνισμό αρχών»!