Ιδιαίτερη συνάντηση, στο Λευκό Οίκο, με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα επιδιώκει ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, σύμφωνα με πληροφορίες, τις οποίες, ωστόσο, η κυβέρνηση, επισήμως, δεν θέλησε να επιβεβαιώσει, καθώς (προφανώς) τίποτε ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί.
Οι δύο άνδρες αναμένεται, πάντως, να συναντηθούν κατ’ ιδίαν, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στις αρχές Απριλίου, στα γαλλογερμανικά σύνορα, οι λεπτομέρειες, ωστόσο, μίας ενδεχόμενης συναντήσεως Ομπάμα – Καραμανλή στο Λευκό Οίκο, εκτιμάται ότι θα διευθετηθούν στη διάρκεια της επισκέψεως, την οποία προγραμματίζει η Υπουργός των Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη στην Ουάσιγκτον, στα τέλη Φεβρουαρίου, όπου θα έχει την πρώτη επίσημη συνάντησή της με την Αμερικανίδα ομόλογό της Χίλαρι Κλίντον.
Οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν πως ο πρωθυπουργός θα ήθελε να «χρησιμοποιήσει» τις (όποιες) επαφές του με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, εκτός των άλλων και ως όπλο στην προεκλογική του φαρέτρα, σε μια περίοδο, κατά την οποία συνεχίζει να μελετά την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
«ΒΟΗΘΑΤΕ...»
Είναι, όμως, πολύ πιθανόν ο Κώστας Καραμανλής να θέλει τη συνδρομή του αμερικανικού παράγοντος, ώστε να αμβλυνθούν οι συνεχιζόμενες αντιθέσεις στις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, αν και η Αθήνα γνωρίζει ότι η Ουάσιγκτον έχει μεν ψηλά στις προτεραιότητές της την Άγκυρα, αλλά όχι και το Κυπριακό, ή τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Είναι, εν προκειμένω, χαρακτηριστική η «απάντηση» της Χίλαρι Κλίντον ότι ΘΑ ασχοληθεί και με το Κυπριακό στη θητεία της στο αμερικανικό Υπουργείο των Εξωτερικών, αν και λίγες μέρες μετά ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του Στέητ Ντιπάρτμεντ δήλωσε πως το εθνικό μας θέμα «εντάσσεται στις προτεραιότητες της Υπουργού Κλίντον, του Προέδρου Ομπάμα, αλλά και της διεθνούς κοινότητας».
Η δε Ντόρα Μπακογιάννη όταν ρωτήθηκε αν πιστεύει πως θα αλλάξει κάτι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά την εκλογή Ομπάμα, απάντησε: «Οι πάγιες πολιτικές των χωρών δεν αλλάζουν τόσο εύκολα με τα πρόσωπα, όταν αναλαμβάνουν καινούργιες θέσεις και αυτό ισχύει και για τη δική μας χώρα - ισχύει βεβαίως και για τις ΗΠΑ. Από κει και πέρα, ελπίζω ότι θα έχουμε γρήγορα την ευκαιρία να δούμε τη νέα διακυβέρνηση Ομπάμα -είναι γνώστες των προβλημάτων της περιοχής μας - για να κάνουμε τις πρώτες συζητήσεις και διαβουλεύσεις μαζί τους».
ΘΕΛΕΙ ΘΕΡΜΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ;
Στην προκείμενη περίπτωση, η Αθήνα έχει ρεαλιστική προσέγγιση, αλλά δεν επιδεικνύει την ίδια προσέγγιση ως προς την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης προκλητικότητας της Άγκυρας στο Αιγαίο, (μια προκλητικότητα που «αξιοποιεί» το φοβικό σύνδρομο, που δείχνει να διακατέχει την Ελλάδα έναντι της γείτονος) προκλητικότητα, η οποία, όπως κατ’ επανάληψη έχουμε επισημάνει, αποσκοπεί στη δημιουργία και την επιβολή τετελεσμένων.
Δεν είναι δε λίγοι εκείνοι που φρονούν πως η γείτων (με αφορμή και τα πλέον πρόσφατα επεισόδια στο Αιγαίο, τις παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου από τουρκικά μαχητικά, την παρενόχληση, έστω και κατά λάθος, πολιτικού αεροσκάφους πάνω από τη Λήμνο και φυσικά τη, διόλου, «αβλαβή διέλευση» τουρκικής φρεγάτας στα νερά της Αττικής) τόσο με τη στάση της στο Αιγαίο, όσο και με τη δική της προπαγάνδα (είναι γνωστό ότι κατηγορεί την Ελλάδα για παραβιάσεις του τουρκικού εναερίου χώρου και των τουρκικών χωρικών υδάτων) πιέζει (και) ψυχολογικά και αφήνει να επικρέμαται η (αν μη τι άλλο, προφανής) εκτίμηση πως θέλει να προκαλέσει είτε «ατύχημα», είτε «θερμό επεισόδιο».
Ωστόσο, η κα Μπακογιάννη δήλωσε ότι «δεν θα παρασυρθούμε στην, όχι σκόπιμη θέλω να ελπίζω, απόπειρα κατασκευής ατμόσφαιρας επαπειλούμενης κρίσης».
Στη λογική δε αυτή η Τουρκία εκμεταλλεύεται τη «μη αντίδραση» της Ελλάδος και τις συνεχείς ελλαδικές διαβεβαιώσεις για την απρόσκοπτη ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας και έχει ως απώτερο σκοπό να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις.
Πολλοί αναλυτές λένε (και ως φαίνεται βασίμως, αν κρίνει κανείς την εξέλιξη των πραγμάτων) πώς ναι μεν υπάρχει το πρόβλημα στις σχέσεις του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τους στρατηγούς, ναι μεν υπάρχει η πιθανότητα η ηγεσία της γείτονος (ιδιαίτερα η στρατιωτική) να προσπαθεί να κάνει «εξαγωγή» στο Αιγαίο της εσωτερικής κρίσεως (υπόθεση Εργκένεκον), ταυτόχρονα, όμως, υποσημειώνουν ότι η Άγκυρα άλλαξε τις πάγιες συντεταγμένες της εξωτερικής της πολιτικής, όσον αφορά το καθεστώς του Αιγαίου, αλλά και το «γκριζάρισμα» ελληνικών βραχονησίδων.
ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΔΥΝΑΜΕΩΣ...
Εκείνο δε που τις τελευταίες ημέρες προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση είναι το γεγονός ότι η Αθήνα επέλεξε να αντιδράσει «με το γάντι» (με την επανάληψη δηλαδή χιλιοειπωμένων δηλώσεών της) όταν ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επισκέφθηκε τις Βρυξέλλες και έκανε επίδειξη δυνάμεως.
Ο πρωθυπουργικός «κουμπάρος» «έδειξε» την Ελλάδα ως υπεύθυνη για τα πρόσφατα επεισόδια στο Αιγαίο, λέγοντας πως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα βελτιωθούν «σε περίπτωση που εκλείψουν τα στοιχεία της πρόκλησης» και αν οι δύο χώρες πάψουν «να κολλούν σε απλά πράγματα».
Ο Ρ. Τ. Ερντογάν εμφανίστηκε στις Βρυξέλλες, στην έδρα της ΕΕ, ως ηγέτης μίας μεγάλης δυνάμεως, προβάλλοντας τον ρόλο της χώρας του ως παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής (άλλωστε, επέδειξε έντονη διπλωματική κινητικότητα στην τελευταία κρίση, με την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα, την ώρα που η Αθήνα περιόρισε το ρόλο της στην αποστολή μόνο ανθρωπιστικής βοήθειας) και της Κεντρικής Ασίας, καθώς και ως ζωτικού ενεργειακού κόμβου.
Ιδιαίτερη δε εντύπωση προκάλεσε η «επιθετική» στάση του Τούρκου πρωθυπουργού όσον αφορά την πρόθεση της Λευκωσίας να εμποδίσει το άνοιγμα του κεφαλαίου της ενέργειας στην Ε.Ε., όσο η Άγκυρα δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.
«Δεν καταλαβαίνω γιατί η Ε.Ε. θεωρεί προτιμότερο να ταχθεί με το μέρος μιας χώρας 700.000 κατοίκων και όχι μιας χώρας 70 εκατομμυρίων κατοίκων. Δεν ζητούμε προνομιακή μεταχείριση, αλλά ίση μεταχείριση» τόνισε.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ
Αυτό ακριβώς το «πληθυσμιακό» δεδομένο της Τουρκίας και φυσικά τη γεωπολιτική της θέση, λαβαίνει σοβαρά υπόψη του ο αμερικανικός παράγων και προς τούτο (δημοσιευθείσες) μελέτες και εκθέσεις αμερικανικών ινστιτούτων συνιστούν στον νεοεκλεγέντα πρόεδρο των ΗΠΑ να «παίξει το τουρκικό χαρτί» και να αξιοποιήσει την Άγκυρα για την υλοποίηση των στόχων της Ουάσιγκτον σε τρεις περιοχές κρίσιμης σημασίας, δηλαδή τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία και την Ευρώπη.
Το «Βήμα» γνωστοποίησε έκθεση του «Centre for Αmerican Ρrogress», ενός think tank (με Πρόεδρο τον Τζον Ποντέστα, επικεφαλής της «ομάδας μετάβασης» του Ομπάμα) με τίτλο «Η παραμελημένη συμμαχία: Αποκαθιστώντας τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα».
Η έκθεση χαρακτηρίζει τη σχέση των δύο χωρών «πυλώνα-«κλειδί»» για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και επισημαίνει ότι Τουρκία θα μπορούσε να βοηθήσει ιδιαίτερα τους αμερικανικούς σχεδιασμούς στη Μέση Ανατολή και προσθέτει ότι η Ουάσιγκτον οφείλει να αντιμετωπίσει την Τουρκία ως στρατηγικό εταίρο, όχι απλώς ως «υπεργολάβο» των αμερικανικών συμφερόντων, αναγνωρίζοντας στην Άγκυρα αυτονομία κινήσεων.
Κατά τους Αμερικανούς, η Άγκυρα μπορεί να συμβάλει στη σταθεροποίηση του Ιράκ, διαθέτει πλεονέκτημα για να διευκολύνει μια προσέγγιση Ουάσιγκτον - Τεχεράνης (καθώς διατηρεί στενές οικονομικές σχέσεις με το Ιράν), παράλληλα λόγω των στενών σχέσεών με το Ισραήλ, θα μπορούσε να συμβάλει στην επανάληψη των ειρηνευτικών συνομιλιών με τους Παλαιστινίους. Ακόμη πιστεύουν πως η τουρκική ένταξη στην ΕΕ θεωρείται κρισιμότατη για την προβολή του ρόλου του μετριοπαθούς Ισλάμ.
«ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΕΙΛΙΑ;»
«Η Τουρκία πρέπει να βάλει τελεία σε συμπεριφορές που δεν έχουν καμία σχέση με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, ούτε με τις συμμαχικές σχέσεις που θέλει να διατηρεί με εμάς», ήταν η... απάντηση των Αθηνών στις «επισημάνσεις» - προειδοποιήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Μια... απάντηση, η οποία «συνάδει» με την παγία (φοβική και υποχωρητική) στάση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά τα γεγονότα στα Ίμια (1996) στάση, η οποία εκφράστηκε:
Με το περιβόητο «ευχαριστώ τις ΗΠΑ», που είχε πει στη Βουλή ο Κώστας Σημίτης, με την (παρά τα γεγονότα στα Ίμια) πολιτική επιλογή των Αθηνών να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις εντάξεως της γείτονος στην ΕΕ (χωρίς ουσιώδη εκ μέρους της Ελλάδος προαπαιτούμενα) και φυσικά με την εμμονή στην άνευ όρων υποστήριξη της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας.
Η Αθήνα με την εμμονή της αυτή δείχνει να πιστεύει ότι δήθεν η προώθηση της τουρκικής εντάξεως στην ΕΕ θα αμβλύνει και θα επιλύσει αυτομάτως τα ελληνοτουρκικά προβλήματα – κάτι που «υποδεικνύει» για τους δικούς του λόγους και ο αμερικανικός παράγων - μια εμμονή, όμως, που δεν φαίνεται να συμμερίζονται ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες, με επικεφαλής τη Γαλλία και τη Γερμανία, που θέλουν να μπλοκάρουν την τουρκική ένταξη.
Ορισμένοι υποστηρίζουν πως η στάση αυτή της κυβερνήσεως των Αθηνών είναι πιθανόν να ερμηνεύεται από τους ευρωπαίους ως «πολιτική δειλία» έναντι της Τουρκίας και ως υπαγορευόμενη από φοβικά σύνδρομα, αλλά και ως ενδεικτική απουσίας πολιτικής και στρατηγικής.
Είναι εμφανές ότι η πολιτική του «εξευμενισμού του θηρίου» έχει φτάσει στα όρια της, όπως ουσιαστικά έχει φτάσει σε αδιέξοδο και η στρατηγική της άνευ όρων υποστηρίξεως της τουρκικής εντάξεως στην ΕΕ (μια εντάξεως η οποία θα υπάρξει – αν υπάρξει - μετά από τουλάχιστον 15 χρόνια) και ως εκ τούτου απαιτείται ριζική αναθεώρηση της ελληνικής στρατηγικής στις σχέσεις Αθηνών – Αγκύρας.
Προσώρας αυτό αρχίζει να το αντιλαμβάνεται (τουλάχιστον) το ελλαδικό Πεντάγωνο και ως λέγεται σκοπεύει να αλλάξει τους σχεδιασμούς του, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που φρονούν ότι αν η Αθήνα αναθεωρήσει έστω την τακτική της έναντι της Άγκυρας, ίσως να δούμε αλλαγές και στην αντιμετώπιση της Ελλάδος, με πιο σοβαρό τρόπο, από τον αμερικανικό παράγοντα και ευρωπαίους εταίρους, όπως αυτό φάνηκε (και συνεχίζει να φαίνεται) όταν η Αθήνα επέλεξε να θέσει βέτο στην ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, αφού δεν είχε λυθεί το ζήτημα της ονομασίας της γείτονος.
Άλλωστε και το θέμα που ανέκυψε με τα εγκλήματα πολέμου τα οποία αποκάλυψε ο Τούρκος ηθοποιός Αττίλα Ολγκάτς ίσως είναι μια καλή ευκαιρία για την Αθήνα προκειμένου να «ξανασκεφθεί» ορισμένα ζητήματα στις σχέσεις με την Τουρκία.