Ναι, πράγματι δίκιο έχει Νταβ(αντζι)ούτογλου. Οι Τούρκοι δεν «σταυρώνουν», «κρεμάνε». Είναι πιο πρακτικό μάλλον. Γι’ αυτό και στις 10 Απριλίου του 1821 κρέμασαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ από την «κλειστή πύλη» προς... παραδειγματισμόν. Για να μη θυμηθούμε και τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο Σμύρνης, ο οποίος βρήκε μαρτυρικό θάνατο τον Αύγουστο του 1922, όταν οι Τούρκοι κυριολεκτικά τον κατακρεούργησαν. Και βέβαια υπάρχει και ένας μακρύς κατάλογος ιερωμένων που μαρτύρησαν επί τουρκικού εδάφους.
Περασμένα θα μου πείτε. Περασμένα ναι, ξεχασμένα όχι. Και αυτό για να... φρεσκαριστεί έτσι λιγάκι η μνήμη του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, ο οποίος απαντώντας με ειρωνεία στη συνέντευξη του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, χαρακτήρισε «ιδιαίτερα άτυχη την παρομοίωση με τη σταύρωση», η οποία, για ευνόητους λόγους, πήρε ιδιαίτερες διαστάσεις στην Τουρκία. «Στην ιστορία μας και στα δικά μας έθιμα δεν υπήρξε ποτέ σταύρωση ούτε και θα υπάρξει», είπε. Πράγματι την αλήθεια είπε, για το παρελθόν τουλάχιστον, γιατί είναι προφανές ότι έχουν προτιμηθεί άλλες... μέθοδοι. Είχε προηγηθεί προ ολίγων ημερών και εκείνη η «παρατήρηση» - να την πει κανείς(;) - του Ερντογάν για την «τουρκική μειονότητα στη Θράκη», σε αντίβαρο της οποίας είχε πει «και μεις έχουμε μια μειονότητα Ελλήνων, σίγουρα γίνονται λάθη, αλλά κάνουμε ό,τι μπορούμε να βελτιώνονται οι συνθήκες». Δεν το αποδίδω ακριβώς γιατί δεν το ’χω μπροστά μου, αλλά πάνω-κάτω αυτό είναι το νόημα. «Ξέχασε», βέβαια, όλως συμπτωματικώς να αναφέρει ότι αυτή η χριστιανική και ελληνική κοινότητα, που ήταν κάποτε κραταιά και πολυάριθμη, έχει περάσει των παθών της τον τάραχο και τις τελευταίες δεκαετίες, με αποτέλεσμα, με έμμεσους ή άμεσους εκβιασμούς, εκφοβισμούς και... οδυρμούς να έχει αποδεκατιστεί. Και αυτή τη στιγμή στην Κωνσταντινούπολη έχουν απομείνει κάνα-δυο χιλιάδες, οι περισσότεροι μεγαλύτερης ηλικίας, που παλεύουν να κρατηθούν για να συνεχίσουν με τη λιγοστή νέα γενιά την ύπαρξη του ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου εκεί. Και... «ξέχασε» να πει ότι το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και όλη η... απροθυμία που υπάρχει για την επαναλειτουργία της - παρότι τίθεται ως προϋπόθεση από την Ελλάδα και συνεπικουρείται από την Ε.Ε., ακόμη και από τον Ομπάμα, κατά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Ερντογάν, προκειμένου να μπει στην Ε.Ε. - έχει μία και μόνη σκοπιμότητα: επειδή ο Οικουμενικός Πατριάρχης πρέπει να είναι Τούρκος υπήκοος και τα «αποθέματα» ιερωμένων που έχουν αυτή την «ιδιότητα» βαίνουν προς εξάντληση και δεν υπάρχει ανανέωση λόγω μη λειτουργίας της σχολής, εξωθείται έτσι εμμέσως η κατάσταση για την «αυτοκατάργηση» του Οικουμενικού Πατριαρχείου. «Ξέχασε», επίσης, να αναφέρει το διαρκή εκφοβισμό των «γκρίζων λύκων» και τις απειλές και κατά της ζωής του κ. Βαρθολομαίου. «Ξέχασε» τη χαρακτηριστική «εγκατάλειψη» στην οποία έχει σκοπίμως αφεθεί το Φανάρι, το οποίο φαίνεται - το βλέπει κανείς και διά γυμνού οφθαλμού και χωρίς να έχει ιδιαίτερες γνώσεις - να «στραγγαλίζεται» μεθοδικά, με σκοπό να βυθιστεί στην ανυπαρξία.
Είναι βέβαιο για όσους δεν... «ξεχνάνε», όπως ο Ερντογάν και ο Νταβούτογλου, ότι η «Ορθοδοξία σηκώνει σταυρό στην Πόλη», όπως είναι βέβαιο ότι για την κατάσταση αυτή φέρει ευθύνη και η Ελληνική Πολιτεία, αλλά ενίοτε και η Ελλαδική Εκκλησία. (Αλλά αυτά τα ενδοεκκλησιαστικά «μαχαιρώματα» είναι μια άλλη ιστορία). Ο στραγγαλισμός της θρησκευτικής ελευθερίας στην Τουρκία δεν έτυχε. Πέτυχε. Είναι συγκεκριμένη πολιτική και εθνική επιλογή και πολύ λιγότερο θρησκευτική.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος έκανε μόνο ένα πράγμα: είπε απλά την αλήθεια. Με την αλληγορική σημασία του Σταυρού που σηκώνει ο ίδιος και το εκεί ποίμνιό του. Και επειδή η πρόσφατη αλλά και απώτερη ιστορία αποτελεί πλέον αδιάψευστο μάρτυρα, μπορεί ο καθείς να την αγνοεί, αλλά δεν μπορεί να την ξαναγράψει.