Η κινηματογραφική ταινία του Αντονιόνι «Η Κόκκινη Έρημος» είναι μια παραβολή της αιώνιας σύγκρουσης της χάρης με την ενοχή, της σύγκρουσης του τύπου του Άβελ και του τύπου του Κάιν.
Η παρουσία της χάρης στον τύπο του Άβελ γίνεται αισθητή ως δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά «εν πνεύματι αγίω», ενώ η ενοχή στον τύπο του Κάιν συνοδεύεται από αισθήματα καταναγκασμού, υπερηφάνειας και ταραχής.
Τύποι Άβελ και Κάιν με τους αντίστοιχους τρόπους ζωής συναντάμε σε όλα τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας Λογοτεχνίας και του παγκόσμιου Κινηματογράφου. Ο ίδιος ο Κύριος αναφέρεται στους δύο αυτούς τύπους της χάρης και της ενοχής στην παραβολή του βασιλιά και του πονηρού δούλου,με την οποία περιγράφει τη βασιλεία των ουρανών. Η θαυμάσια αυτή παραβολή αναγιγνώσκεται την ενδέκατη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή και είναι η εξής σε ελεύθερη απόδοση:
«Τότε πήγε ο Πέτρος και του είπε: Κύριε, πόσες φορές θα σφάλλει σε μένα ο αδελφός μου και θα τον συγχωρήσω; Ως εφτά φορές; Του λέει ο Ιησούς: Δεν σου λέω έως εφτά, αλλά ως εβδομήκοντα φορές εφτά. Γι’ αυτό η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με έναν βασιλιά, που λυπήθηκε το δούλο του, που δεν μπορούσε να του πληρώσει το χρέος του και το χάρισε. Ενώ ο ίδιος ο δούλος δεν λυπήθηκε το σύνδουλό του που και εκείνος δεν μπορούσε να πληρώσει το χρέος του προς αυτόν, παρόλο που ήταν μηδαμινό μπροστά στο χρέος που του χαρίστηκε. Δεν άκουσε τα παρακάλια του, ούτε τη συγγνώμη του και τον έβαλε στη φυλακή. Όταν ο Κύριος του δούλου έμαθε τι είχε κάνει οργίστηκε και τον παρέδωσε στους βασανιστές, να τον βασανίζουν, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε».
Τύπους Άβελ και Κάιν συναντάμε, όπως είπαμε, στον κινηματογράφο, στα μεγάλα έργα. Στο αριστούργημα του Ιταλού σκηνοθέτη Μικελάντζελο Αντονιόνι «Η Κόκκινη Έρημος» π.χ. η ηρωίδα του έργου, την οποία υποδύεται η Μόνικα Βίτι, είναι μια υπερευαίσθητη γυναίκα της χάρης, ένας τύπος Άβελ. Η γυναίκα αυτή υποφέρει τόσο από το εξωτερικό περιβάλλον, την έρημο που προκάλεσε η σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία, όσο και από την εσωτερική έρημο της ψυχής, που προκάλεσε η απουσία της αγάπης.
Ο θεατής λυτρώνεται τελικά από την αγωνία του για τη νέα γυναίκα που δεν μπορεί να ζήσει σ΄ ένα περιβάλλον, όπου κανένας δεν την αγαπάει, όταν η ηρωίδα, αντί να ψάχνει μάταια να βρει ανθρώπους να την αγαπούν, αποφασίζει η ίδια να δείξει αγάπη στο εφτάχρονο παιδί της και στους άλλους ανθρώπους γύρω της. Η ανώτερη αυτή εμπειρία αποτελεί την κάθαρση της τραγωδίας!